Τρίτη 27 Ιουνίου 2017

Σ’ ένα νεαρό για τη μοναξιά και την αληθινή επικοινωνία ...



 Μη φοβάσαι δεν είσαι μόνος. Μόνος είναι εκείνος που δεν γνωρίζει τον Θεό ακόμα και αν όλοι οι άνθρωποι συναναστρέφονται μαζί του.
Αυτός, και στην πιο πολυάριθμη κοινωνία, θα έλεγε - όπως και τώρα λένε κάποιοι - «βαριέμαι, δεν ξέρω τι θέλω να κάνω με τον εαυτό μου, όλα είναι βαρετά».
Αυτές είναι ψυχές άδειες από τον Θεό, φλοίδες χωρίς κουκούτσι, στάχτη χωρίς κάρβουνο. Αλλά εσύ δεν είσαι μόνος αφού είσαι πλάι στον Κύριο και ο Κύριος δίπλα σου.

Άκουσε πώς ο μεγάλος Παύλος, ο απόστολος της οικουμένης, ήταν κάποτε εγκαταλελειμμένος απ’ όλους, και πώς μιλά:
«᾿Εν τῇ πρώτῃ μου ἀπολογίᾳ οὐδείς μοι συμπαρεγένετο, ἀλλὰ πάντες με ἐγκατέλιπον· μὴ αὐτοῖς λογισθείη· ὁ δὲ Κύριός μοι παρέστη καὶ ἐνεδυνάμωσέ με, ἵνα δι' ἐμοῦ τὸ κήρυγμα πληροφορηθῇ καὶ ἀκούσῃ πάντα τὰ ἔθνη· καὶ ἐρρύσθην ἐκ στόματος λέοντος » ( Β’ Τιμ. 4, 16-17 ).


Βλέπεις, λοιπόν, πόσο άγια σκέφθηκε και μίλησε ο δούλος του Χριστού Παύλος σ’ εκείνες τις πρώτες μέρες, όταν στον κόσμο δεν υπήρχε ακόμα ούτε ένας χριστιανικός ναός, ούτε ένας χριστιανός άρχοντας! Ενώ σήμερα όλη η γη είναι στολισμένη με χριστιανικούς ναούς και οι χριστιανοί απαριθμούνται σε κάτι εκατοντάδες εκατομμύρια.

Μη λυπάσαι, λοιπόν, επειδή αισθάνεσαι μοναξιά στον δικό σας τόπο. Αν αισθάνεσαι σαν να είσαι στην έρημο, όπως γράφεις, γνώριζε ότι πολλοί στην έρημο σώθηκαν. Αλλά όλοι αυτοί οι ερημίτες του Θεού ανήλθαν στη μεγάλη κοινωνία του Θεού και των αγγέλων του Θεού.

Υπήρχαν άνθρωποι που για πενήντα ολόκληρα χρόνια δεν είδαν ανθρώπινο πρόσωπο και όμως δεν έλεγαν «είμαστε μόνοι»! Αφού ο Θεός ήταν μαζί τους και αυτοί με τον θεό. Μπορείς να ζήσεις χωρίς κανέναν και χωρίς τίποτα∙ χωρίς τον Θεό όμως δεν μπορείς. Αυτή είναι η δική τους μαρτυρία που την παρέδωσαν στην Εκκλησία ως κάποιο κεφάλαιο δικό της.

Δεν είναι γνωστό εάν κάποιος άθεος μπόρεσε να επιζήσει επί πενήντα χρόνια σε πλήρη μοναξιά στην έρημο. Αυτό δεν έχει σημειωθεί στην ιστορία του ανθρώπινου γένους. Δεν είναι σε θέση ένας άθεος να πράξει κάτι τέτοιο. Σε κάποιον σαν αυτόν είναι βαρετό να ζει μέσα στην κοινωνία των ανθρώπων και ακόμα πιο μονότονο - ακόμα και αδύνατο - έξω από την κοινωνία.


Διότι ο άθεος αναζητά τους ανθρώπους για να τους κεντρίσει την καρδιά με την αθεΐα του και να θρέψει τον εαυτό του με τον πόνο τους. Αλλά στην έρημο ποιόν να βρει να φάει παρά μόνον τον ίδιο του τον εαυτό; Και με ποιανού τον πόνο να τραφεί παρά με τον δικό του;
Γι’ αυτό απογείωσε τις σκέψεις σου στα πνευματικά ύψη όπου κατοικεί Εκείνος που μόνος Του είναι η μεγαλύτερη και τρυφερότερη κοινωνία από κάθε ανθρώπινη κοινωνία.

Εκείνον να υπηρετείς, μ’ Εκείνον να συναναστρέφεσαι, σ’ Εκείνον να μιλάς , για Εκείνον αγωνίσου, Εκείνον αγάπα με όλη σου την καρδιά, με όλον τον νου σου.
Εκείνος θα βρει τρόπους να ανοίξει τα μάτια των γειτόνων σου και την καρδιά τους, ώστε να εμφανίσει σ’ αυτούς τη ζωντανή πίστη σ’ Αυτόν. Τότε στον τόπο σου θα ψάλλεται η δόξα του Θεού όχι μόνον από έναν σολίστ, όπως τώρα, αλλά από μία χορωδία. Ειρήνη και υγεία από τον Θεό.
«ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ, Δεν φτάνει μόνο η πίστη…
ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ Β΄» 

Θλίψη - Μελαγχολία ή Κατάθλιψη;


Αποτέλεσμα εικόνας για depresie
Συχνά οι άνθρωποι χρησιμοποιούν τους όρους Θλίψη - Μελαγχολία ή Κατάθλιψη, θέλοντας να περιγράψουν παρόμοιες συναισθηματικές καταστάσεις. 
Υπάρχουν όμως ουσιαστικές διαφορές μεταξύ τους. Η θλίψη προέρχεται από κάποια απώλεια και είναι υγιής και χρήσιμη. Ο άνθρωπος είναι αναγκασμένος να βιώνει απώλειες, έστω και μικρές, από την αρχή της ζωής του, οι οποίες συνοδεύονται από αντίστοιχα αισθήματα θλίψης (π.χ. η απώλεια του αποκλειστικού ενδιαφέροντος των γονέων με την έλευση ενός δεύτερου παιδιού, ο σταδιακός αποχωρισμός από τους γονείς, κ.λπ).

Στην ενήλικη ζωή, παραδείγματα απωλειών μπορεί να είναι ο χωρισμός από μια συντροφική σχέση, κατά τον οποίο το άτομο βιώνει αισθήματα θλίψης που σχετίζονται με την απώλεια του αγαπημένου προσώπου. Άλλο παράδειγμα αποτελεί η απώλεια της εργασίας, που είναι ιδιαίτερα συχνή στις μέρες μας, και προκαλεί αισθήματα θλίψης. Η θλίψη είναι μια μορφή πένθους. Όταν νιώθουμε θλίψη, έχουμε έντονα αρνητικά συναισθήματα αλλά νιώθουμε ζωντανοί. Η συναισθηματική επεξεργασία μιας απώλειας, όποια κι αν είναι αυτή, βοηθάει το άτομο να προχωρήσει στη ζωή του.

Μπορούμε να πούμε ότι συμβαίνει το αντίθετο στην περίπτωση της κατάθλιψης. Ο άνθρωπος που πάσχει από κατάθλιψη δεν αισθάνεται θλίψη. Αυτό μπορεί να ακούγεται οξύμωρο, δεδομένου ότι οι άνθρωποι που έχουν κατάθλιψη, βιώνουν μια πολύ δυσάρεστη κατάσταση, που είναι πραγματική και πολύ σοβαρή. Το άτομο δεν κατάφερε - είτε γιατί δεν του επιτρεπόταν, είτε γιατί βίωσε τραυματικές καταστάσεις που ήταν δύσκολο να διαχειριστεί - να επεξεργαστεί τις απώλειες στη ζωή του κι έτσι «μονώθηκε» συναισθηματικά. Μην μπορώντας το άτομο να βιώσει θλίψη, αποκλείει κι άλλα συναισθήματα, και τελικά νιώθει κενό.

Τα αισθήματα κενού που αισθάνονται οι άνθρωποι με κατάθλιψη είναι μια σημαντική διαφορά μεταξύ των δύο εννοιών. Το άτομο καταλήγει να εναποθέτει την επίλυση όλων των προβλημάτων στους άλλους - κάτι το οποίο όμως το οδηγεί να βιώνει συνεχείς ματαιώσεις και ενισχύει τα συναισθήματα κενού. Ο άνθρωπος που αισθάνεται «νεκρωμένος» συναισθηματικά, καταλήγει να παραιτείται από τη ζωή. Συμπερασματικά αναφέρουμε ότι η θλίψη είναι μια υγιής συναισθηματική κατάσταση, ενώ η κατάθλιψη αποτελεί σοβαρή, και αρκετά συχνή, ψυχική διαταραχή, 
Αρετή Δρακάκη 
Ψυχολόγος Ψυχοθεραπεύτρια

Μακριά από αυτούς που κατηγορούν και κατακρίνουν…


Αποτέλεσμα εικόνας για judecarea aproapelui
Όταν βλέπεις έναν άνθρωπο να αγαπάει τα γέλια και να θέλει να γελοιοποιεί τους άλλους, να μην πιάνεις φιλία…
Γιατί θα σε κάνει να συνηθίσεις στην ψυχική ατονία. 
Σε κείνο πού ή ζωή του είναι διεφθαρμένη, μη δείχνεις ιλαρό πρόσωπο φυλάξου όμως καλά μήπως τον μισήσεις.Και αν θελήσει να μετανοήσει, βοήθησε τον και φρόντισε τον, θυσιάζοντας ακόμη και τη ζωή σου, να σωθεί.Εάν όμως είσαι πνευματικά ασθενής, μην τολμήσεις να γίνεις γιατρός του.

Μπροστά σε άνθρωπο πού έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του και έχει την αρρώστια να προσέχεις πολύ πώς θα μιλήσεις. Γιατί ενόσω μιλάς, αυτός εξηγεί μέσα του τα λόγια σου όπως αγαπά και από τα αγαθά σου λόγια παίρνει αφορμή και σκανδαλίζει τους άλλους. Και αλλάζει το νόημα των λόγων σου μέσα στο μυαλό του σύμφωνα με την πνευματική του αρρώστια.

Αν δεις κάποιον να έρχεται και να κατηγορεί τον αδελφό του μπροστά σου, κάνε το πρόσωπο σου σκυθρωπό.Έτσι και το έλεος του Θεού θα έχεις και απ” αυτόν θα φυλαχτείς. Και πού είναι η κόλαση πού μας εκφοβίζει από παντού και υπερνικά την αγάπη του Θεού; Ποια κόλαση και ποια γέεννα του πυρός μπορεί να σταθεί μπροστά στη χάρη της Ανάστασης, όταν ο Θεός μας αναστήσει εν δόξη από τον άδη και κάνει τούτο το φθαρτό σώμα μας να ντυθεί την αφθαρσία;Όσοι έχετε διάκριση, θαυμάστε τα μεγαλεία του Θεού.

Ποιος όμως έχει τόσο σοφή και αξιοθαύμαστη διάνοια, πού θα μπορέσει να θαυμάσει, όσο αξίζει, τη χάρη του Δημιουργού μας; Η ανταπόδοση των αμετανόητων αμαρτωλών είναι βέβαιη, όμως αντί της δίκαιης ανταπόδοσης ο Κύριος ανταποδίδει την ανάσταση σ” αυτούς πού μετανοούν και, αντί να τιμωρήσει αυτούς πού καταπάτησαν το νόμο του, τους ντύνει με την τέλεια δόξα της αφθαρσίας. Αυτή η χάρη, πού μας ανασταίνει από την αμαρτία, είναι μεγαλύτερη από εκείνη πού μας δόθηκε, όταν από την ανυπαρξία μας έφερε στην κτιστή ύπαρξη. Δόξα στην άμετρη σου χάρη, Κύριε.


Αγίου Ισαάκ του Σύρου

H Βασιλεία του Θεού βρίσκεται ήσυχα εντός μας


Σκέψεις στο ευαγγελικό ανάγνωσμα της Κυριακής Γ΄Ματθαίου (Ματθ., στ’, 22-33)

Οι αρχαίοι λαοί είχαν μιαν εμπορική σχέση με τους θεούς τους. Μια σχέση “σου δίνω-μου δίνεις”. Για παράδειγμα, αν η θεά Δήμητρα, φύλαττε τη σοδειά του ικέτη της, τότε αυτός αφιέρωνε στο ναό της ένα μέρος της σοδειάς του. Ήρθε όμως ο Χριστός και κάθε τέτοια λατρεία καταργήθηκε μαζί κι ο κάθε εγωισμός στη σχέση του ανθρώπου με τον Θεό.

Ο Χριστός μας διδάσκει να λατρεύουμε τον Θεό εν Πνεύματι και Αληθεία. Κάθετι που αντιβαίνει τους νόμους του Πνεύματος, έρχεται να καταργήσει την Αλήθεια. Τότε η λατρεία του καθενός είναι μάταιη, ψεύτικη κι εγωιστική. Σαν τους αρχαίους κι εμείς συχνά ζητάμε απ’ τον Θεό ό, τι μας συμφέρει και ό, τι μας κάνει τη ζωή πιο εύκολη. Πολλοί από ‘μας δε, όταν συμβεί κάτι κακό αγανακτούμε προς τον Θεό και φωνάζουμε το “γιατί σ’ εμένα” ή και καταντάμε να ευχηθούμε το κακό του άλλου μολονότι δηλώνουμε χριστιανοί. Κι όταν ο εγωισμός φουσκώσει τα πανιά μας… υψώνουμε προς τον Θεό μπόι και τον χαρακτηρίζουμε ως “άδικο” κι “εγωϊστή”!

Μάλλον δεν έχουμε καταλάβει γιατί βρισκόμαστε στην Εκκλησία. Οι λόγοι που μας έφεραν στην Εκκλησία είναι ο προσωπικός δρόμος του καθένα, δρόμος συνάντησης Πρόσωπο με Πρόσωπο με τον ίδιο τον Χριστό. Ζούμε μες την Εκκλησία κι αγωνιζόμαστε να ζούμε την ζωή του ίδιου Χριστού. Πώς θα την ζήσουμε αν δεν αφεθούμε σ’ Αυτόν; Και πώς θα αφεθούμε αν δεν αποχωριστούμε το θέλημά μας; Εμείς μπορεί να θέλουμε το ένα και τ’ άλλο… μα ο Χριστός μας λέει ότι πρώτα πρέπει να ζητάμε τη Βασιλεία και τη Δικαιοσύνη του Θεού. Κι όλα τ’ άλλα -μαζί μ’ όλα τα άγχη μας; ; Αυτός θα μεριμνήσει.

Ή πιστεύουμε τελικά ή δεν πιστεύουμε…!

Εφόσον λοιπόν πιστεύουμε, ζητάμε πρώτα τη Βασιλεία και την Δικαιοσύνη του Θεού κι αγωνιζόμαστε για να έλθουν. Αγωνιζόμαστε δηλαδή να φανερώνουμε τον Χριστό παντού και χωρίς διακρίσεις. Πώς λοιπόν μπορούμε να παρακαλάμε τον Θεό για όλα αυτά αν δεν τα φανερώνουμε με τη σειρά μας κι εμείς στη ζωή μας; Αγάπαμε τους άλλους αδιάκριτα; Ας “τεστάρουμε” τον εαυτό μας…

Ζούμε στην εποχή της κατάθλιψης, απότοκη κι αυτή της φρικτής μοναξιάς των καιρών μας. Ξεχάσαμε να εμπιστευόμαστε τον Θεό, ξεχάσαμε την εμπιστοσύνη στον αδελφό μας. Άνθρωποι πια από παντού εχθρούς αναζητάνε. Οι στιγμές των χαμηλών ντεσιμπέλ στην τηλεόραση είναι σπάνιες. Όλοι χωρίζονται σε “στρατόπεδα” κι ό,τι ώρα και ν’ ανοίξει κανείς για παράδειγμα, την τηλεόραση, κάποιος τσακωμός θα λαβαίνει χώρα. Ο καθένας το δίκιο του αναζητά κι όμως ο Χριστός διδάσκει τη Δικαιοσύνη της σιωπής μας.

Κανείς πια δεν αγαπά τη σιωπή. Όμως στη σιωπή συναντιέται κανείς με τον εαυτό του κι έπειτα με τον ίδιο τον Θεό. Η Βασιλεία του Θεού βρίσκεται ήσυχα εντός μας. Ο Χριστός δε μας αφήνει “χωρίς οδηγίες” στο ταξίδι προς την Βασιλεία Του. Η βασικότερη “οδηγία” έχει να κάνει σε σχέση με το χρήμα. Δε μπορούμε ν’ αγαπάμε ό, τι μας δένει με τη γη και να θέλουμε από την άλλη ν’ αποκαλούμε τους εαυτούς μας εργάτες του Ευαγγελίου και της έλευσης της Βασιλείας του Θεού!
Ας ζήσουμε λίγο με σιωπή μήπως και ακούσουμε τον ερχόμενο Χριστό. Όσες λιγότερες οι ανάγκες μας, άλλη τόσο κι η λευτεριά μας. Ας ζητήσουμε “πρώτα την Βασιλεία του Θεού και τη Δικαιοσύνη Του κι όλα τ’ άλλα θα μας προστεθούν” (Ματθ. στ’, 33)

Ιάσων Ιερομ.

Σισανίου και Σιατίστης Αντώνιος: Ο άνθρωπος του Θεού


π. Ἐφραὶμ Γ. Τριανταφυλλόπουλος
Αποτέλεσμα εικόνας για ΣΙΑΤΙΣΤΗς ΑΝΤΩΝΙΟς

Παναγιώτατε, σεβασμιώτατοι ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,ἐλλογιμώτατοι κύριοι καθηγηταί, πάντες οἱ τὰ πρῶτα τοῦ τόπου φέροντες σεβαστοί μου Πατέρες, εὐλογημένοι μοναχοὶ καὶ μοναχές, ἀγαπητοί μου Χριστιανοί! Χριστὸς Ἀνέστη! Πάει καιρός, ποὺ μοῦ προτάθηκε νὰ εἰσηγηθῶ στὶς ἀκοές Σας θέμα δύσκολο, νά μιλήσω γιὰ ἕνα πρόσωπο ἀγαπημένο καὶ τόσο μακρυνὸ ταυτόχρονα λόγῳ τῆς ὁσιακῆς βιοτῆς του, ἀλλὰ πάλι τόσο κοντινὸ καὶ οἰκεῖο σὲ μᾶς, ἀκριβῶς γιὰ τὸν ἴδιο λόγο. Εὔχεσθε νὰ φανερώσουν τὰ λόγια αὐτά, τὴν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ καὶ εὔχεσθε ἐπίσης καὶ γιὰ τὸν ὁμιλοῦντα, ὁ ὁποῖος σήμερα ἐν Ἐκκλησίᾳ πληθούσῃ καταθέτω τὰ μῦρα καὶ τὴν κασσία τῆς εὐγνωμοσύνης μου, διότι ἀπὸ τὰ εὐλογημένα χέρια τοῦ ἀνθρώπου αὐτοῦ εἰσῆλθα στὸν εὐαγγελικὸ ζυγὸ καὶ τὴν ἱερατικὴ ἀξία. Ἂς ἀρθοῦμε ὑπεράνω ἀδυναμιῶν καὶ δυσκολιῶν ποὺ ὅλοι μας ἔχουμε, γιὰ νὰ ἑστιάσουμε σὲ συγκεκριμένα σημεῖα τῆς εὐλογημένης παρουσίας του, παρακάμπτοντας τὶς ὅποιες ἀδυναμίες κι ἐκείνου ὡς θνητοῦ ἀνθρώπου. Ἄλλωστε ὁ Θεός, «ὄχι ἕνεκα τούτων, ἀλλὰ παρὰ ταῦτα» μᾶς ἁγιάζει καὶ μᾶς σώζει. Ἡ ὅποια ἀποτυχία στοὺς καλοπροαιρέτους γίνεται ὑλικὸ γιὰ νὰ δουλέψει καὶ νὰ «χτίσει» ὁ Θεὸς τὸν παράδεισο μέσα τους.
Ὁ μακαριστὸς Μητροπολίτης Ἀντώνιος, ὁ ὁποῖος ἐξελέγη σὰν σήμερα, στὶς 22 Μαΐου 1974, ἄφησε μαρτυρία ἀγαθοῦ, προσευχομένου, ὑπομονετικοῦ, ἁγιασμένου ποιμένα στὸν πνευματικὸ κόσμο τῆς χώρας καὶ ὄχι μόνο. Ἀπὸ τὰ πολλὰ πνευματικὰ χαρίσματα μὲ τὰ ὁποῖα τὸν εἶχε κοσμήσει ὁ Θεός, ἀναφέρουμε τὸν ἄμεμπτο βίο, τὴν πολλὴ καὶ θερμὴ προσευχὴ μετὰ δακρύων (συχνὰ ἀνέφερε στὸ κήρυγμά του ὅτι «τὰ δάκρυα τοῦ κενόδοξου ἄκαρπα ξηραίνονται ἐπὶ τῶν παρειῶν του»[1]!), τὸ ἐπιβεβαιωμένο προορατικὸ καὶ διορατικό του χάρισμα, τὴ συγγραφὴ καὶ μελέτη καὶ τὴν ἀπὸ φυσικοῦ του ταπείνωση, τὴν ταπείνωση δηλαδὴ ὡς φυσικὸ χάρισμα, «ἡ ὁποία αὐξήθηκε πολὺ περισσότερο μὲ τὴν ἄνοδό του στὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο, πρᾶγμα θαυμαστὸ καὶ πολὺ σπάνιο» σύμφωνα μὲ κάποιον χαριτωμένο Ἱερέα.[2] Περισσότερο ταπεινὸς ὡς Ἐπίσκοπος, παρὰ ὡς Ἱερέας. Ἀλλὰ καὶ ὁ δισταγμός του καὶ ἡ ἐπὶ μακρὸν ἀναβολή του νὰ εἰσέλθει στὸν Ἱερὸ Κλῆρο[3], (47 ἐτῶν χειροτονήθηκε Διάκονος), ὅπως ἐπανειλημμένως δήλωνε στοὺς χειροτονητήριους λόγους του εἶναι δείγματα τεταπεινωμένης καρδίας.Ἔκπληκτος μιὰ φορά, τὸν ἀκούω νὰ μοῦ λέει: «πάτερ Ἐφραίμ, ὀφείλουμε πάρα πολλὰ στὶς προσευχὲς ὀλίγων ἐναρέτων λαϊκῶν»[4]! Καὶ δὲν πίστευα στ’ αὐτιά μου. Κάποτε, μάλιστα, τὸν εἶδα νὰ μεταφέρει βαλίτσες ἐπισκεπτῶν[5] σὲ Μοναστήρι τῆς Μητροπόλεώς μας! Τοὺς ἔφτιαξε κατόπιν καφὲ καὶ τοὺς τὸν σέρβιρε...
Αποτέλεσμα εικόνας για ΣΙΑΤΙΣΤΗς ΑΝΤΩΝΙΟς
Κατὰ τὰ πρῶτα 5-6 ἔτη τῆς διακονίας μου ὡς Ἱεροκήρυκος, μὲ ἔστελνε πάντα τῆς Παναγίας νὰ λειτουργῶ σ’ἕνα ξωκκλήσι Της ἑνὸς ἀπόμακρου χωριοῦ, 55 χιλιόμετρα ἀπὸ τὴ Σιάτιστα, λέγοντάς μου: «ἄκου νὰ δεῖς, ἐκεῖ εἶναι ἕνας παπᾶς ἔγγαμος ποὺ κατὰ τὴ θεία Λειτουργία βλέπει ἀγγέλους, νὰ ξέρεις. Καλὸ εἶναι γιὰ σένα νὰ σὲ βλέπει νὰ λειτουργεῖς καὶ νὰ τὸν ρωτᾶς καὶ σὺ κιόλας. Πρόσεχε, γιατὶ τὰ φαινόμενα ἀπατοῦν, μὴ δίνεις σημασία». Γνώρισα τὸν Ἱερέα[6] καὶ εὐγνωμονῶ τὸ Θεό. Ἐλάχιστες φορές φαινόταν νὰ «χάνεται» στὴ θεία Λειτουργία. Τὸν ρωτοῦσα μετὰ νὰ μοῦ πεῖ γιὰ τὴν εὐλογία τῆς θείας Λειτουργίας καὶ μοῦ ἔλεγε: «μὴ συζητᾶς παιδάκι μου τὶ γίνεται»! Χωρὶς νὰ καταλαβαίνω χαιρόμουν κι ἐγώ. Ὕστερα ἀπὸ λίγο καθὼς πίναμε καφεδάκι στὸ χωριό, ὁ παπούλης ἀπολάμβανε μακαρίως τὸ καφεδάκι του μὲ τὸ ἀπαραίτητο συμπλήρωμα[7] (!), ὁ τρόπος δὲ μὲ τὸν ὁποῖο καθόταν, πρόδινε ζηλευτὴ ἄνεση καὶ ἀρχοντιά, ποὺ κάποιους ἐξ’ἡμῶν θὰ «σκανδάλιζαν». Τότε θυμήθηκα τὸ «πρόσεχε, τὰ φαινόμενα ἀπατοῦν» τοῦ μακαριστοῦ καὶ κατάλαβα. Ἐπρόκειτο τελικὰ γιὰ ἕναν χαριτωμένο Ἱερέα κεκοιμημένο ἐδῶ καὶ πολὺν καιρό.
Στὴ διάρκεια τῆς ἀσθενείας του ὁ μακαριστὸς δὲν ἔπαυε νὰ μᾶς τονίζει: «τὸν ἑαυτό μου κήρυξα, ὄχι τὸ Χριστό»![8] Καὶ ἄλλοτε, σημάδι κάποιας ὑπερφυσικῆς ἐμπειρίας του κατὰ τὴν ἀσθένεια, εἶπε: «θὰ σᾶς πῶ ὅταν γίνω καλά. Σὲ μένα τὸν ἁμαρτωλὸ ὁ Κύριος»[9]; Στὴν ἰδική μου εἰς Διάκονον χειροτονία, τὸν βρήκαμε νὰ ἔχει φτάσει πιὸ νωρὶς ἀπὸ ἐμᾶς στὸν ναὸ καί, μ’ ἕνα ἁπλὸ ζωστικό, νὰ μαζεύει τὰ πρόσφορα ἀπὸ τοὺς πιστούς. Ἐπιπλέον μὲ εἶχε πληροφορήσει στὸ σπίτι τους ἡ μακαριστὴ ἀδελφή του, ἡ ὁποία παρέστη στὴ χειροτονία μου, ὅτι «ὁ Δεσπότης πρὶν ἀπὸ κάθε χειροτονία ἀγρυπνεῖ ὅλη νύχτα προσευχόμενος περπατώντας, καὶ μιλάει στὸ Θεὸ μὲ τὰ χέρια ψηλά. Ἔτσι θὰ κάνει καὶ μὲ τὴ δική σου χειροτονία»![10]
Αποτέλεσμα εικόνας για ΣΙΑΤΙΣΤΗς ΑΝΤΩΝΙΟς
Ἕνα πρᾶγμα ποὺ ἔκανε ἰδιαίτερη ἐντύπωση ἦταν καὶ ἡ πολλὴ θύραθεν -μαζὶ μὲ τὴν αὐτονόητη θεολογικὴ- παιδεία ποὺ τὸν διέκρινε. Δειγματοληπτικὰ Σᾶς ὑπενθυμίζουμε ὅτι ἀνέφερε συχνὰ τὸν Δημοσθένη, τὸν Πλάτωνα, τὸν Ἀριστοτέλη[11], τὸν Πλούταρχο[12], τὸν Σοφοκλή[13], τὸν Μᾶρκο Αὐρήλιο[14], τὸν ποιητὴ Θέογνι τὸν Μεγαρέα[15], τὸν ἐκπρόσωπο τῆς Νέας ἀττικῆς κωμωδίας Μένανδρο, τὸν Θουκυδίδη[16] καὶ γενικότερα τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες συγγραφεῖς, φιλοσόφους καὶ δραματικοὺς ποιητές, διανθίζοντας τὰ ἐξαιρετικῆς ρητορικῆς δεινότητας κηρύγματά του -μνημεῖα πραγματικά!- μὲ ρητὰ καὶ λόγους τους. Δὲ λείπουν ἐπίσης ἀναφορές του σὲ ἔργα ἄλλων θύραθεν συγγραφέων, ὅπως πχ τοῦ Eduard Norden[17], ἀναλυτὴ τῆς τέχνης τῆς ἀρχαίας πεζογραφίας[18], στὸν Φάουστ τοῦ Γκαῖτε[19], ὡς καὶ στοὺς Δροσεροὺς καημοὺς τοῦ Ἀθανασιάδη-Νόβα[20]. Γενικὰ οἱ θύραθεν γνώσεις του κάλυπταν πολλὰ πεδία, ἀπὸ αὐτὸ τῆς Πολιτικῆς Ἱστορίας καὶ τῆς Διαιτητικῆς, μέχρι κι ἐκεῖνο τῶν ἀγροτικῶν ἀσχολιῶν ἢ τῶν οἰκιακῶν καθηκόντων[21]. Ἀλλὰ καὶ ποιός δὲν θυμᾶται τὶς συνεχεῖς προφορικὲς παραπομπές του σὲ στίχους τῆς Ἁγίας Γραφῆς, καθὼς ἀνέφερε μὲ ἐπιμέλεια «σπουδαστοῦ» τὰ κεφάλαια καὶ τὰ χωρία, ἢ τὶς ἀπὸ στήθους ἀπαγγελίες του πατερικῶν ἀποσπασμάτων, μὲ ἐπιμονὴ στὴ «θηριώδη καὶ ὀφιόμορφον κακίαν»[22], ποὺ παραπέμπει στὸν ὅσιο Ἰσίδωρο τὸν Πηλουσιώτη; Μελετώντας ἀργότερα τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ, βρῆκα στὶς βιβλιοθῆκες τῆς Μητροπόλεως καὶ στοὺς δύο πρώτους τόμους τῶν ἔργων τοῦ Ἁγίου, τῆς ἔκδοσης τοῦ καθηγητῆ Παναγιώτη Χρήστου, ἀρκετὲς ὑπογραμμίσεις καὶ σημειώσεις δικές του μὲ μολύβι, ἀλλὰ καὶ μὲ κόκκινο μπὶκ στὰ περιθώρια. Ἀφημένα ἐπίσης στὶς σελίδες τῆς Θρησκευτικῆς Ἠθικῆς Ἐγκυκλοπαιδείας, ὑπῆρχαν σκαριφήματα κηρυγμάτων του μὲ τὶς ἡμερομηνίες ποὺ ἐπρόκειτο νὰ ἐκφωνηθοῦν ἢ ἐκφωνήθηκαν, κυρίως σὲ ναοὺς τῶν Ἀθηνῶν.
Ἐκτιμοῦσε στοὺς ἀνθρώπους τὸ ἦθος, τὴν καλωσύνη καὶ τὴν ἀφτιασίδωτη συμπεριφορὰ σὲ ὅποιους χώρους καὶ ἂν τὴ συναντοῦσε, ἐνῶ στηλίτευε τὴν ὑποκρισία καὶ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ χώρου. Μοῦ ἐκθείαζε τὸ στρατηγὸ Νικόλαο Πλαστήρα (†1953) τὸν ὁποῖο εἶχε συναντήσει, λαϊκὸς ἔτι ὤν, στὸ κρεβάτι τοῦ πόνου καὶ τὸν ὁποῖο ἀποκαλοῦσε «ἅγιο», ἕνεκα τῆς κατ’αὐτὸν διαπιστωμένης ἀρετῆς του, τῆς καλωσύνης του, τῆς πάμπτωχης ζωῆς του καὶ τῆς πίστης του στὸ Θεό, διερωτώμενος: «ποῦ ὑπάρχουν Πλαστῆρες σήμερα»[23]; Ἐπίσης μοῦ ἐγκωμίαζε τὸ ἦθος καὶ τὴν πίστη στὸ Θεὸ τῆς μεγάλης ἠθοποιοῦ Ἄννας Συνοδινοῦ (†2016), ἐνῶ δὲν παρέλειπε κάποτε, στὴ νεότητά του, νὰ παρακολουθεῖ σοβαρὲς παραστάσεις τοῦ Ἐθνικοῦ Θεάτρου[24] ἐπὶ τῶν ὁποίων εἶχε ἄποψη. Ὄντως Πατερικὸς ἄνθρωπος, ἐκινεῖτο προσληπτικά, δὲν διέγραφε δίκην ἀλαθήτου, οὔτε ἔπασχε ἀπὸ εἶδος πνευματικοῦ ἱδρυματισμοῦ, διαχωρίζοντας νεστοριανικὰ τοὺς χώρους σὲ ἱεροὺς καὶ βέβηλους, ἐφόσον εἶναι πανταχοῦ παρὼν ὁ Θεός. Ὅ,τι, μάλιστα, σὲ ἐπίπεδο πολιτιστικῶν δρώμενων κάθε ἐποχῆς, ἄντεχε στὸ καμίνι τῶν Ὀρθοδόξων κριτηρίων του ἔστεκε μέσα στὴν Ἀλήθεια, ὅ,τι ἦταν «καυσούμενο» ἔλυωνε καὶ ἐξαφανιζόταν. Ἐκινεῖτο «σὰν τὴ μέλισσα, ὄχι ὅπως ἡ μύγα», ὅπως ἔλεγε καὶ ὁ ὅσιος Παΐσιος.
Αποτέλεσμα εικόνας για ΣΙΑΤΙΣΤΗς ΑΝΤΩΝΙΟς
Ὑπῆρξε ἐποχὴ ποὺ -λαϊκὸς ὢν- ἄνοιγε τὴν καρδιά του στὸ πετραχήλι τοῦ Μητροπολίτη Κορινθίας Μιχαὴλ Κωνσταντινίδη, μετέπειτα Ἀμερικῆς[25], ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἐπηρεάστηκε καὶ στὸ ὕφος γραφῆς. Τὸν ὀνόμαζε «ζωντανὸ ἅγιο» μὲ μεγάλη παρρησία στὸ Θεὸ καὶ δυνατὴ προσευχή. Ἀργότερα εἶχε πνευματικὴ σχέση μὲ τὸν Γέροντα Ἀμφιλόχιο τῆς Πάτμου, ἐπέλεξε δὲ ὡς πνευματικό του τὸν μακαριστὸ Νεαπόλεως καὶ Σταυρουπόλεως Διονύσιο. Λάτρης τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὅπου συχνὰ τὸν καλοῦσαν γιὰ χειροτονίες, διατηροῦσε πνευματικὴ σχέση μὲ τοὺς Γέροντες Παΐσιο καὶ Πορφύριο τοὺς ὁσίους, Γεώργιο Γρηγοριάτη, Φιλόθεο Καρακαλληνό, Ἐφραὶμ Φιλοθεΐτη νῦν Ἀριζονίτη, Ἄνθιμο Ἁγιαννανίτη,Ἰωάννη Ἁγιαννανίτη, Ἰσαὰκ τῆς Καψάλας τὸν Λιβανέζο, Πετρώνιο Προδρομίτη τὸν ὁποῖο βαθύτατα ἐκτιμοῦσε, τὸν τυφλὸ Γέροντα Διονύσιο τῆς Κολιτσοῦς, ὅπου τελευταῖα συχνὰ μετέβαινε, τὸν Γέροντα Ἀμβρόσιο Λάζαρη, τὸν π. Στέφανο Ἀναγνωστόπουλο, ὅπως καὶ τὸν χαριτωμένο καὶ αἰσθητῶς εὐωδιάζοντα[26] ἔγγαμο ἱερέα Ἰωάννη Καλαΐδη ἀπὸ τὸ Νεοχώριο Σιντικῆς, καὶ μὲ ἀρκετοὺς ἄλλους ἐπίσης, ἁγιορεῖτες καὶ μή.
Τὶς δύο φορὲς ποὺ τὸν συνόδευσα ὡς Διάκονός του στὸ ἅγιον Ὄρος, τὸ 1995 καὶ τὸ 1996 καὶ στὶς Μονὲς Καρακάλλου, Σιμωνόπετρας καὶ Ξηροποτάμου, παρατηροῦσα τόσο στὸ πλοῖο, ὅσο καὶ στὶς Μονές, τόσο σεβασμὸ στὸ πρόσωπό του ἀπὸ πλευρᾶς μοναχῶν καὶ λαϊκῶν, ὡσὰν νὰ ὑπῆρχε ἕνας ζωντανὸς ἅγιος ἀνάμεσά τους. Ἀσπάζονταν καὶ τὸ κράσπεδο τοῦ ράσου του! Σημειωτέον ὅτι δὲν ἔφερε ἐγκόλπιο καὶ μὲ τὸ καλογερικὸ καλυμμαύχι ἔδειχνε περισσότερο σὰν ἁγιορείτης ἁπλὸς μοναχὸς σὲ κάποιον ποὺ δὲν τὸν γνώριζε. Στὶς μηνιαῖες ἀγρυπνίες τῆς Μονῆς μας τοῦ Μικροκάστρου -πρᾶγμα παράδοξο- ἐνδυόταν σὰν ἁπλὸς ἱερομόναχος, φέροντας μόνον ἐγκόλπιο, κάτι ποὺ πιστοποιεῖται ἀπὸ τὶς βιντεοσκοπημένες ὁμιλίες του. Ἄλλοτε πάλι, ὡς Διάκονός του, παρακαλώντας τον νὰ μοῦ ἐπιτρέψει νὰ τὸν βοηθήσω νὰ ἐνδυθεῖ τὸν ἀρχιερατικό του σάκκο, μὲ ἄφησε ἐμβρόντητο λέγοντας: «αὐτὰ ἔχουν τελειώσει πιά, παιδάκι μου»[27]! Μὲ τὸ χιοῦμορ ἐπίσης ποὺ τὸν διέκρινε, ὅταν ἐρωτᾶτο ποῦ εἶχε βρεῖ τὴ γνωστὴ παλιὰ ξύλινη μαύρη βαλίτσα γιὰ τὴ μεταφορὰ τῶν ἀμφίων του, ἀπαντοῦσε ἀφοπλιστικὰ γιὰ νὰ μᾶς δείξει πόσο παλιὰ ἦταν αὐτοσαρκαζόμενος : «μοῦ τὴ δώρισε ἡ βασίλισσα Ὄλγα»![28]. Σημειωτέον ὅτι ἡ εἰρημένη βασίλισσα ἐκοιμήθη τὸ 1926, ὅταν ὁ μακαριστὸς ἦταν μόλις 6 ἐτῶν.
Εἶχε συναντηθεῖ μὲ τὸν γέροντα Ἰάκωβο Τσαλίκη, γιὰ τὸν ὁποῖο ἔλεγε ὅτι σὲ μακρὰ συνομιλία ποὺ εἶχαν, δὲν διέκρινε οὔτε ἕνα δογματικὸ λάθος στὰ λεγόμενά του[29], ὅπως καὶ -καθὼς προανέφερα- μὲ τοὺς δύο ἐσχάτους ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας Παΐσιο καὶ Πορφύριο, γιὰ τὸν ὁποῖο ἔλεγε ὅτι δὲν ἀπέλπιζε τὸν ἁμαρτωλὸ καὶ ἔψεγε καλότροπα πολλοὺς ἱερεῖς γιὰ τὸν ἀφόρητο διδακτισμό τους[30] καὶ πολὺ καλῶς ἔκανε.
Κατὰ τὸ σύντομο πέρασμά του ἀπὸ τὸ Παρίσι τὸν εἶχε ἐνθουσιάσει, ἔλεγε, ἡ τελεία πτωχεία, θεολογικὴ κατάρτιση καὶ «δυνατὴ» προσευχή τοῦ ἐπισκόπου Κατάνης Κασσιανοῦ, καθηγητοῦ στὸ Ἰνστιτοῦτο τοῦ ἁγίου Σεργίου. Εἶχε ἐπίσης μελετήσει ἀρκετὰ βιβλία ρωμαιοκαθολικῶν θεολόγων μὲ ἰδιόχειρες σημειώσεις καὶ ὑπογραμμίσεις ἐπὶ τῶν κειμένων πχ τὴ βιογραφία τοῦ ἀποστόλου Πέτρου ἀπὸ τὸν Ὄσκαρ Κούλμαν, κείμενα τοῦ Ζὰν Ντανιελού, τοῦ Ὓβ Κονγκάρ, ἀλλὰ κυρίως κείμενα Ὀρθοδόξων τῆς διασπορᾶς, θεωρώντας σὰν κορυφαῖο τους τὸν π. Γεώργιο Φλωρόφσκι. Ἐνθουσιάστηκε ἄλλοτε τόσο πολὺ μὲ τὴ βιογραφία τῆς ὁσίας Μαρίας Σκομπτσόβα, μιᾶς ρωσίδας ἁγίας μὲ στοιχεῖα διὰ Χριστὸν σαλότητας ποὺ ἔζησε στὸ Παρίσι, ὥστε μοῦ ἅρπαξε κυριολεκτικὰ ἀπ’τὸ χέρι τὸ βιβλίο[31] προτοῦ νὰ τὸ τελειώσω, τὸ διάβασε ὁλόκληρο καὶ μοῦ εἶπε μὲ νόημα: «αὐτὴ μᾶς κάνει σπουδαία κριτικὴ ὅλων μας, κληρικῶν καὶ λαϊκῶν κι ἔχει πολὺ δίκιο. Μαρίες Σκομπτσόβες καὶ Παύλους Σερβίας θέλουμε»[32]! Καὶ μοῦ τὸ ἔδωσε πίσω νὰ συνεχίσω τὸ διάβασμα κι ἐγώ.
Αποτέλεσμα εικόνας για ΣΙΑΤΙΣΤΗς ΑΝΤΩΝΙΟς
Ξεχώριζε, ἐπίσης, ἀπὸ τοὺς καθηγητὲς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Ἀθηνῶν τοὺς Χρῆστο Ἀνδροῦτσο (†1935) καὶ, κυρίως, τὸν Λεωνίδα Φιλιππίδη[33] (1939-1968). Μὲ τὸν ἅγιο Νεκτάριο φαίνεται πὼς διατηροῦσε ζωντανὴ σχέση. Ὅσοι τὸν θυμούμαστε στὶς ἀγρυπνίες, ἀκούγαμε νὰ μνημονεύει πάντοτε ἀπὸ Ὡραίας Πύλης κάποια Σαλώμη, ἀπὸ τὰ μέρη τοῦ Ἀγρινίου. Ἡ Σαλώμη, μοῦ ἐξήγησε, ἦταν μιὰ ἀφιερωμένη παιδιόθεν στὸ Θεὸ ψυχή, ἡ ὁποία τοῦ προεῖπε τὴν εἰς Ἐπίσκοπο χειροτονία του λίγο πρὶν ἀπὸ τὴν ἐκλογή του, «βλέποντάς τον σὲ θρόνο», ὅπως τοῦ ἐξομολογήθηκε, τῆς τὄ’χε πεῖ μάλιστα ὁ «παπούς», ἐννοώντας τὸν ἅγιο Νεκτάριο. Ὁ τότε π. Ἀντώνιος τὴν ἐπιτίμησε αὐστηρά. Λίγο μετὰ ἐξελέγη Ἐπίσκοπος. Ἡ ἴδια, άλλη μία φορὰ τοῦ εἶχε ἐξομολογηθεῖ ὅτι «ἦταν πολὺ στενοχωρημένος μὲ τοὺς ἱερεῖς ὁ ἅγιος Νεκτάριος» καί, στὴν ἐναγώνια ἐρώτησή του «γιὰ μένα τί σοῦ εἶπε, βρὲ Σαλώμη»; ἀπάντησε: «Μὲ σένα εἶναι εὐχαριστημένος παπ’ Ἀντώνη γιατὶ τρέχεις στὰ χωριά». «Δόξα τῷ Θεῷ»! ἀπάντησε ὁ π. Ἀντώνιος καί, ἔλαμπε ἀπὸ ἔκδηλη χαρά, ὅταν ὡς Ἐπίσκοπος ἀργότερα τὸ διηγεῖτο[34].
Ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὅτι σὰν Ἀρχιερέας ἦταν ἐπιφορτισμένος καὶ μὲ τὰ διοικητικὰ καθήκοντα ἑνὸς ἐπισκόπου, συνέγραφε, προσευχόταν πολλὲς φορὲς στὴ διάρκεια τῆς ἡμέρας, ὄχι μὲ τὴν ἔννοια τῆς ἀκολουθίας, ἀλλὰ «περιπατητικῶς», ἐπικαλούμενος, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Κύριο, τὴν Παναγία Μητέρα Του, πλῆθος ἁγίων, ὅπως μοῦ ἔλεγε ὅταν ἤμουν Διάκονός του, ἐκθειάζοντάς μου συνεχῶς τὰ ἀγαθὰ τῆς ἀδιαλείπτου προσευχῆς. Ἐνθυμοῦμαι μιὰ στιχομυθία μεταξύ μας: «πῶς πῆγε ἡ προσευχὴ σήμερα Σεβασμιώτατε»; «Πολὺ καλά, Ἐφραίμ! Ὀκτὼ χιλιόμετρα προσευχὴ καὶ δύο κήρυγμα»[35]! Ὡς σχολάρχης στὴν Ἱερατικὴ Σχολὴ τῆς Ξάνθης ξεκινοῦσε τὴν προσευχὴ στὶς 3:00 τὰ ξημερώματα, τελείωνε τὴ θεία Λειτουργία λίγο πρὶν τὶς 6:30, λίγο ξεκουραζόταν καὶ πήγαινε κατόπιν γιὰ μάθημα.
Νήστευε ἰσοβίως τὸ κρέας καὶ ἀγαποῦσε στὰ νιάτα του τὴν ὀρειβασία. Ἄλλωστε, ὑπηρέτησε τὴ θητεία του στὶς Εἰδικὲς Δυνάμεις. Θυμᾶμαι τώρα τὸν νῦν ἀρχιεπίσκοπο Κρήτης, ἅγιο Χανίων τότε, νὰ μοῦ τὸν κατονομάζει ὡς «ἡρωικὸ ἄνθρωπο» . Συχνὰ γιὰ νὰ μὲ προστατεύσει πνευματικά, μοῦ τόνιζε τὴν ἀξία τῆς σιωπῆς καὶ τῆς κρυφῆς πνευματικῆς ἐργασίας μὲ τὴ φράση «λάθε βιώσας». «Πολλὲς φορὲς ποὺ μίλησα», ἔλεγε, «τὸ μετάνοιωσα. Ὅποτε σιώπησα τὸ χάρηκα». «Ἡ μέλισσα στὸ σκοτάδι φτιάχνει τὸ μέλι»[36], μοῦ εἶπε κάποτε. Συστηματικὰ ἀπέφευγε τὰ φῶτα τῆς δημοσιότητας, ἀργότερα ὅμως, καθὼς ἡ φήμη του ἐξαπλωνόταν καὶ προέδραμε τάχιον τῆς παρουσίας του, ἐκείνη τὸν ... καταδίωκε! Γι’ αὐτὸ καὶ «μισοῦσε» -κάπως ἁπόλυτα- μὲ ἕνα ἅγιο μῖσος τὴν ἐπίδειξη πνευματικοῦ «ἔργου», «κινήσεως» κλπ. Τὴν θεωροῦσε προτεσταντικοῦ τύπου ἀντιστάθμισμα τῆς ἔλλειψης ἐσωτερικοῦ βιώματος καὶ προσευχῆς. Ἤξερε πὼς πολλὲς φορὲς, πίσω κι ἀπ’τὸ πιὸ «λαμπρὸ» ποιμαντικὸ ἔργο, προϊὸν -ἔστω- ὁλοκάρδιας ἀφιέρωσης, ἴσως νὰ φωλιάζει ὁ ἀκοίμητος σκώληξ τῆς κενοδοξίας, ἕτοιμος νὰ καταβροχθίσει πρῶτον καὶ καλύτερο τὸν Ἱερέα. Γι’ αὐτό, γιὰ νὰ μᾶς ἀσφαλίσει πνευματικά, μᾶς «γείωνε» μὲ τὶς φράσεις ποὺ προεῖπα. Ἔλεγε χαρακτηριστικά: «στὸ τέλος χάνει τὸ μυαλό του κι ὁ παπᾶς καὶ χτυπάει μόνος του τὴν καμπάνα! Ἀλλὰ μὴν παραξενεύεστε, ἐκεῖ ποὺ φτάσαμε ἀπὸ τὸν ἐγωισμό μας, τὸ μέλλον εἶναι ἡ τρέλα»![37]. Ἤ, μὲ τὴν πελοποννησιακή του προφορά στὰ ἱερατικὰ συνέδρια μᾶς φώναζε: «ταχιά, θὰ φύγουμε, τὸ νοῦ σας. Ἐγὼ σᾶς τὰ εἶπα πάντως»![38], ὑπογραμμίζοντας τὴν ἀξία τῆς μνήμης θανάτου.
Βρισκόταν ἀπέναντι σὲ ὁποιαδήποτε νοσηρὴ προσωποπαγὴ σχέση, ὅπως αὐτὴ στὴν ὁποία μπορεῖ νὰ ἐξελιχθεῖ ἡ σχέση πνευματικοῦ καὶ ἐξομολογούμενου. Στὴν ἐπιμονή μου κάποτε νὰ κατέβω στὴν Ἀθήνα νὰ δῶ τὸ Γέροντά μου, μὲ κοίταξε μὲ αὐστηρότητα καί, δείχνοντάς μου τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, μοῦ εἶπε: «νά, ὁ Γέροντάς μας, Αὐτὸν νὰ ἔχεις πρῶτα Γέροντα»[39]! Τὸν εὐχαριστῶ ἐκ βάθους γι’αὐτὲς τὶς σοφές του ἐπεμβάσεις, οἱ ὁποῖες ἐγκωμιάστηκαν καὶ ἀπὸ τὸν Πνευματικό μου. Ἀπέπνεε μιὰν ἁπαλὴν αὔρα ἄκρως εὐγενοῦς ποιμαντικῆς φροντίδας, δίχως μεγαλοστομίες, μὲ ἡσυχία, μὲ προσευχή, μὲ σοφία καὶ σύνεση σὰν γενικὰ χαρακτηριστικά, χωρὶς ν’ ἀποκλείονται τὰ κατ’ ἄνθρωπον λάθη, παραχώρηση Θεοῦ γιὰ πνευματικὴ ἀσφάλεια. Γι’ αὐτὸ ὁ μακαριστός, ἄφησε πίσω του καὶ ἕναν καλὸ καὶ μονιασμένο κλῆρο. Συχνὰ μᾶς[40] ἔλεγε: «τοὺς καλύτερους παπάδες ἔχω»![41] Τὸν βλέπαμε νὰ ἐξομολογεῖ ἀσταμάτητα σὰν ἁπλὸν ἱερέα πολὺν κόσμο, ποὺ συνέρρεαν ἀπὸ κοντὰ καὶ μακριά, γιὰ νὰ ἀναπαυθοῦν στὶς σοφές συμβουλές του, ὅπου κάποιοι διαπίστωναν τὰ χαρίσματά του. Ἐκεῖνο ὅμως ποὺ ἔκανε πολυάριθμους ἀνθρώπους νὰ τὸν πλησιάζουν, ἦταν ἡ φήμη γιὰ τὴν παρρησία τῆς προσευχῆς του. Ἐξακουστὸς Γέρων ὑπογράμμιζε αὐτὴν τὴν ἀλήθεια λέγοντας μετ’ ἐπιτάσεως: «Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος, ὅ,τι ζητήσει ἀπὸ τὸ Θεὸ γίνεται»![42] Ὁ ἴδιος σχολίασε ὅτι ὁ μακαριστὸς Ἀντώνιος γιὰ τὰ πνευματικά του παιδιά, προσευχόταν τόσο πολὺ καὶ μὲ τόσην αὐταπάρνηση, «ποὺ ἔπεφτε καὶ στὴ φωτιά γιὰ νὰ τὰ σώσει»![43]
Εἶναι γνωστὴ ἡ θαυματουργὴ προσευχή του ὅταν, σὲ ἁγιορείτικη πανήγυρη[44], εὐλόγησε ἀργοπορημένα τὰ δίχτυα τῶν μοναχῶν, οἱ ὁποῖοι μέχρι τότε ματαίως κοπίαζαν, ἀλλὰ «ἐπίασαν οὐδέν», καὶ μετὰ τὴν εὐλογία τὴν ἀργοπορημένη -ἔστω- τοῦ Ἱεράρχη, ἀνέσυραν τὸ δίχτυ «μεστὸν ἰχθύων» -θὰ μποροῦσε νὰ πεῖ κάποιος- γιὰ νὰ συσχετίσει τὸ γεγονὸς μὲ τὴν εὐαγγελικὴ ἀτμόσφαιρα τοῦ ἀντιστοίχου Ἑωθινοῦ καὶ δὲν θὰ εἶχε ἄδικο. Ὁ ταπεινὸς εἶναι αὐστηρὸς στὸν ἑαυτό του καὶ ἐπιεικὴς στοὺς ἄλλους. Τὸ ἀντίθετο συμβαίνει μὲ τὸν ἀλαζόνα, ὑπερφίαλο καὶ ἀνθρωπάρεσκο. Φορτώνει φορτία δυσβάστακτα τὸν πλησίον. Προκειμένου περὶ ἐξομολογήσεως, ὁ μακαριστὸς ἦταν ἐπιεικὴς στοὺς ἁμαρτάνοντες, ἀκόμη καὶ κληρικούς ποὺ ἔρχονταν ἀπὸ μακριὰ νὰ τὸν ἰδοῦν. Στὶς περισσότερες τῶν περιπτώσεων ἡ ἐπιείκεια αὐτή, μεμιγμένη μετὰ γλυκύτητος, ἔφερνε θαυμαστὰ ἀποτελέσματα. Εἶχεν ὁ πρᾶος καὶ γλυκὺς ποιμένας ἐνεργὸ τὸ χάρισμα[45] νὰ σηκώνει τὰ βάρη τῶν ἄλλων καὶ νὰ τοὺς ἀπαλλάσσει. Βεβαίως καὶ εἶναι ἄλλο πρᾶγμα ἡ ἐπιείκεια τοῦ χαύνου καὶ ἡδυπαθοῦς γιὰ νὰ μὴ δυσαρεστηθοῦν κάποιοι κι ἄλλο ἡ ἐπιείκεια τοῦ τετηγμένου ἀπὸ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἄσκηση, πού, ὡσὰν ἄκτιστες τοῦ Θεοῦ ἐνέργειες, διαπερνοῦν τὴν καρδιὰ τοῦ καλοπροαίρετου μετανοοῦντος καὶ τὸν ἀλλοιώνουν τὴν καλὴν ἀλλοίωση. Ἐπιπλέον, ἡ ἐπιείκεια τοῦ ἀμελοῦς τὸν κάνει ἀμελέστερο, ἡ δὲ ἐπιείκεια τοῦ ταπεινοῦ τὸν ἁγιάζει ἔτι περαιτέρω.
Ἀρκετὰ ἐξ’ὅσων σᾶς μετέφερα, μοῦ τὰ διηγεῖτο ὁ μακαριστὸς στὶς περιοδεῖες τοῦ Δεκαπενταυγούστου γιὰ παρακλήσεις. Μαζὶ πηγαίναμε συνήθως στὰ χωριὰ -ἀνὰ ζεύγη- Ροδοχώρι καὶ Κριμήνι, Καλλονὴ καὶ Κυπαρίσσι, τὴ γενέτειρα τοῦ νῦν ἁγίου Φλωρίνης, ὅπου ἐπέστρεφα ἐγὼ μετὰ ἀπὸ παράκληση, κήρυγμα καὶ τυχὸν ἐξομολογήσεις στὴν Καλλονή, ἐνῶ κι ἐκεῖνος εἶχε τελειώσει. Τὸ νηστήσιμο κέρασμα κάθε χρονιὰ περιλάμβανε ἀπαραιτήτως μέλι, πεπόνι καὶ καρύδια. Κάποια χρονιὰ λοιπόν, λέει στὶς κατὰ σάρκα ἀδελφὲς τοῦ ἁγίου Φλωρίνης, τότε πατρὸς Θεοκλήτου ὡς ἀρχιμανδρίτου : «ὁ Θεόκλητος εἶναι ἤδη δεσπότης, εἶναι καλὸ παιδὶ (!) καὶ γελαστό. Γλυκύς, χαρούμενος ἄνθρωπος. Θὰ τὸν βγάλουμε δεσπότη, ἀκοῦτε ποὺ σᾶς λέω! Χάσαμε τὸ γέλιο ὅλοι μας, λαϊκοὶ καὶ κληρικοί! Δὲν εἴμαστε γελαστοὶ Χριστιανοί»[46], δήλωνε, ἐνθουσιωδῶς.
Σὲ ἄλλη περιοδεία μας, στὸ ὕψος τοῦ Τσοτυλίου, τὸν βλέπω πάλι νὰ σταυροκοπιέται (συνήθως σταυροκοπιόταν στὸ μεγαλύτερο μέρος τῆς διαδρομῆς) καὶ νὰ μοῦ λέει: «ἦρθε ὁ παποὺς στὸν ὕπνο μου, μέσα σὲ πολὺ φῶς! Πώ, πώ, τὶ φῶς ἦταν ἐκεῖνο! Πολὺ φῶς»! Ἐγὼ δὲν κατάλαβα καὶ τὸν ρώτησα: «Ποιός παπούς, δεσπότη μου»; Νόμιζα πὼς θὰ μοῦ ἔλεγε γιὰ κάποιον γνωστὸ ἅγιο. Μοῦ λέει: «ὁ μακαριστὸς ἀρχιεπίσκοπος Σεραφείμ, ἦταν. Μοῦ εἶπε ὅτι μᾶς ἔχει ἔννοια στὴ Σύνοδο»[47]. Σάστισα. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι εἶχε πολὺ καλὴ σχέση μὲ τὸν μακαριστό, τὸν ὁποῖο ἐκτιμοῦσε καὶ σεβόταν ἀπεριόριστα, ἐγκωμιάζοντας τὴ λιτότητα, ἀμνησικακία καὶ πτωχεία του: «μὲ τὸ ἕνα χέρι ἔπαιρνε τὴ σύνταξη, μὲ τὸ ἄλλο τὴν ἔδινε σὲ φιλανθρωπίες. Σαρακοστές, τσάι καὶ παξιμαδάκι, τὸν εἶδα μὲ τὰ μάτια μου»[48]! Προφανῶς μιλοῦσε γιὰ τὴν ἐποχὴ ποὺ ὁ μακαριστὸς Ἀρχιεπίσκοπος ἦταν ὑγιής.
Ἐρχόμαστε ὅμως στὴν παρουσία του ἀρχιεπισκόπου Σεραφεὶμ «μέσα στὸ Φῶς», ὅπως μοῦ τὴν διηγήθηκε ὁ μακαριστός. Παραξενεύτηκα, ἐνῶ ἐκεῖνος δὲν μιλοῦσε γιὰ λίγα λεπτά. Ξαφνικὰ γυρνάει καὶ μοῦ λέει: «ξέρεις γιατὶ ἔπλεε μέσα στὸ Φῶς ὁ Σεραφείμ»; Γιατί σεβασμιώτατε; «διότι ὅταν ρωτήθηκε γιὰ τὸν Πάπα εἶπε ὅτι αὐτοὶ δὲν εἶναι Ἐκκλησία. Γι’αὐτό! Καὶ εἶχε δίκιο.Ἔτσι, χατιρικὰ τοὺς λέμε ἐκκλησίες. Ὁ Θεὸς ξέρει γι’αὐτοὺς ἀλλὰ καὶ γιὰ μᾶς»[49].Μοῦ εἶχε κάνει ἐντύπωση ἡ αἰτιολόγηση. Ἀκριβῶς τὸ ἴδιο εἶχα ἀκούσει καὶ ἀπὸ τὸν μακαριστὸ Γέροντα Γεώργιο Καψάνη, ἐν ἔτει 1986: [Παιδί μου, μία εἶναι ἡ σώζουσα Ἐκκλησία, «ἐκκλησίες» μὲ μικρὸ ε, ὑπάρχουν κι ἄλλες]. Νομίζω πήραμε ἀπάντηση, ποὺ γεμίζει εἰρήνη τὶς καρδιὲς μας. Πάντοτε, βεβαίως, ὑποτασσόταν καὶ ὑπήκουε στὴν Ἐκκλησία, ἀκόμη κι ἂν κάποτε εἶχε ἐπιφυλάξεις σὲ ὁρισμένα ζητήματα[50], ἐνῶ δὲν χαριζόταν καὶ σὲ μᾶς: «ἐφόσον ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ μᾶς τοὺς ἴδιους δὲν ἔπεσε δὲν πρόκειται νὰ πέσει ποτέ»[51]. 6 μὲ 7 μῆνες πρὶν τὴν κοίμησή του μοῦ λέει ἀπότομα κάπως, ἀλλὰ καὶ λίγο «συνωμοτικὰ» στὰ γραφεῖα τῆς Μητροπόλεως: «Ἐφραίμ, ἕνας παπᾶς, καθὼς προσευχόταν κάποτε, ἀνέβηκε ψηλά, νόμισε πὼς πέθανε. Πῆγε στὸν Κύριο καὶ ἦταν ὑπέροχα, μὴ συζητᾶς... Φαντάστηκε πὼς θὰ μείνει γιὰ πάντα ἐκεῖ καὶ χαιρόταν ἀπερίγραπτα. Ὅμως δὲν εἶχε φτάσει ἡ ὥρα του. Καὶ τοῦ λέει ὁ Κύριος (σὰ νὰ μιλοῦσε ὁ ἴδιος στὸν ἢ γιὰ τὸν ἑαυτό του): Ἐσὺ ὅμως θὰ κατέβεις κάτω πάλι, γιατὶ ἔχεις ἀκόμη λίγο ἔργο νὰ κάνεις»[52]. Μετὰ τὰ σύντομα γεγονότα τῆς βαρυτάτης ἀσθενείας του καὶ τῆς κοιμήσεώς του, τὰ λόγια του αὐτὰ -λησμονημένα μέχρι τότε- σὰν νὰ ζωντάνεψαν μέσα μου καὶ Σᾶς τὰ μεταφέρω σχεδὸν αὐτούσια.
Εἶναι γεγονὸς ἐπίσης πὼς κάποιες φορὲς τὸν βλέπαμε νὰ θυμώνει καὶ μ’ἐμᾶς πολὺ ἔντονα. Κάποιος θὰ σκανδαλιζόταν βλέποντάς τον, ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ λίγο ἦταν ἀπέναντί μας προσηνής καὶ γλυκύτατος, σημάδι πὼς δὲν ρίζωναν ἡ σύγχυση καὶ ἡ ταραχὴ μέσα του. Θύμωνε «ἀπαθῶς», θὰ λέγαμε. Θὰ μποροῦσε νὰ τιμωρήσει «ζηλωτὴ» Κληρικὸ γιὰ τὸν ἀναιδέστατο τρόπο ποὺ τοῦ μίλησε -σ’ ἕναν τέτοιον Ἱεράρχη- καὶ δὲν ἔκαμε τίποτε. Ἄλλοτε ποὺ σὰν νὰ «παραφέρθηκε» -θεώρησε ὁ ἴδιος- πάλι ἐξαιτίας ἀναιδοῦς συμπεριφορᾶς Κληρικοῦ, θορυβήθηκε καὶ ἔψαχνε μπροστά μας νὰ βρεῖ τὸν Γέροντα Στέφανο τῆς Μητροπόλεώς μας, γιὰ νὰ τοῦ διαβάσει συγχωρητικὴ εὐχή. Στὰ στενὰ χρονικὰ πλαίσια μιᾶς εἰσήγησης δὲν μποροῦμε νὰ ἀναφερθοῦμε σὲ πολλὲς εὐεργεσίες καὶ παρεμβάσεις τῆς προσευχῆς του, ὅμως Σᾶς ἀναφέρουμε «δειγματοληπτικά», ἐπιτρέψτε μου πάλι τὴ λέξη, δύο τουλάχιστον περιπτώσεις ὅπου ἐκδηλώθηκε τὸ ἰαματικό του χάρισμα στὴν μία καὶ ἐπιπλέον ἡ προόρασή του στὴν ἄλλη.
 Τὰ ἰατρικὰ περιστατικὰ ἀφοροῦσαν τὸ ἕνα σὲ κερατόκωνο ἐπιδεινούμενο πρὸς μεταμόσχευση, ἡ ὁποία ἀπεφεύχθη τελικὰ λόγῳ μὴ ἐπιδείνωσής του, ἀντίθετα πρὸς τὴν πρόβλεψη τῶν ἰατρῶν καὶ ὁ ὁποῖος παραμένει ἀμετάβλητος ἐδῶ καὶ 20 περίπου χρόνια[53] χωρὶς νὰ προξενεῖ προβλήματα ὅρασης καὶ τὸ ἄλλο περαστικὸ σὲ νεφρωσικὸ σύνδρομο κακῆς πρόγνωσης, τὸ ὁποῖο, προτοῦ ἀρχίσει ἡ θεραπεία του, εἶχε ἀναγγελθεῖ ἀπὸ τὸ μακαριστὸ Ἱεράρχη ὡς ἤδη θεραπευμένο, ὅπερ καὶ ἐγένετο[54]. Στὴν μὲν πρώτη περίπτωση, τὴν ὥρα τῆς ἐξομολόγησης, ἡ πρώτη ἀσθενὴς βλέπει ξαφνικὰ τὸ μακαριστὸ Γέροντα νὰ βρίσκεται «ἀλλοῦ» καὶ νὰ θρηνεῖ ὑπερβολικά, κάτι ποὺ δὲν δικαιολογεῖτο ἀπὸ τὰ λεγόμενά της -ἁπλῶς τοῦ ἐξέφρασε τὴν ἀγωνία της- στὴ δὲ δεύτερη περίπτωση, ὅπου ἦταν καθησυχαστικὸς «μὲ ἐξουσία», εἶπε στὴν ἀσθενή: «ὅπως θὰ πᾶς ἔτσι καὶ θὰ ἔρθεις. Μὴν ἀνησυχεῖς, ὅλα θὰ πᾶνε καλά».
Ἄλλοτε προεῖπε μὲ ἀκρίβεια τὴν εἰς Ἐπίσκοπον προαγωγὴ, Κληρικοῦ ποὺ ὑπηρετεῖ στὴν Εὐρώπη, κατὰ μαρτυρία αὐτοῦ τοῦ ἰδίου: «ἄντε καὶ τὴν ἄλλη φορά, ἀλλοιῶς, μὲ μίτρα»![55].
Ὑπάρχουν ἐπίσης περιστατικά, ὅπου ὁ μακαριστὸς ἐμφανιζόταν ἀγγελοπρεπῶς καθ’ ὕπνους σὲ κληρικοὺς καὶ λαϊκούς, καὶ διόρθωνε κακοὺς λογισμούς. Μάλιστα κάποτε ἐμφανίστηκε κατ’ ὄναρ μὲ ἐνδύματα «λαϊκοῦ» ἐλέγχοντας κάποιον γιὰ λογισμοὺς κατάκρισης: ἡ θεία Χάρη πληροφόρησε ἔτσι τὸν κατακρίναντα ὅτι «ἀπογύμνωσε» τὸν Ἱεράρχη ἀπὸ τὴν Ἀρχιερωσύνη του[56]! «Μᾶς διορθώνει μὲ ἀγγέλους ὁ Θεός, τὸ θέμα εἶναι ἂν ὄντως μετανοοῦμε» ἀναρωτιόταν κάποιος Πνευματικὸς[57] ποὺ ἄκουσε τὸ γεγονός. Μαρτυρίες ἐπίσης ἔχουμε ὅτι συνέβαινε κάποτε στὴ διάρκεια τῆς θείας Λειτουργίας νὰ βυθίζεται σὲ πνευματικὴ ἔκσταση, πρᾶγμα ποὺ ἀντιλαμβάνονταν οἱ γύρω ἀπ’ αὐτὸν συλλειτουργοῦντες Κληρικοί.[58]
Ἄλλοτε πάλι, διαβάζοντας μία δαιμονισμένη ποὺ ὠρυόταν στὴ μονὴ τοῦ ὁσίου Δαβίδ, δήλωσε σὲ κάποιον αὐτόπτη μάρτυρα: «πολλὰ δαιμόνια βγῆκαν, ἀλλὰ καὶ πολλὰ ἔμειναν μέσα της. Χρειάζεται νὰ ἀγωνιστεῖ πολὺ αὐτὴ ἡ ψυχή»[59]. Ἀξιωθήκαμε νὰ τὸν διακονήσουμε στὴν ἄρση τοῦ σταυροῦ τῆς ἀσθενείας του ἀρκετοὶ ἱερομόναχοι, μοναχοὶ καὶ μοναχές. Μᾶς ἀποκαλοῦσε «ἀδέλφια» του. Ὑπῆρχαν διαστήματα ποὺ ἦταν εὔθυμος καὶ στὸ κρεββάτι τοῦ πόνου μᾶς ἔκαμε κήρυγμα. Μποροῦσε νὰ διακρίνει κανεὶς στὰ προτελεύτια αὐτὰ κηρύγματα ἕνα χλωμὸ -πλέον- ἀπείκασμα τῆς ἐνθουσιώδους διὰ βίου ἱεραποστολῆς του ποὺ βαθμηδὸν φυλλορροοῦσε πρὸ τοῦ ἀναπόφευκτου τέλους ποὺ πλησίαζε σὲ ἀπόσταση ἀναπνοῆς.
Στὶς 17 Δεκεμβρίου 2005, λίγο πρὶν ἐκμετρήσει τὸ ζῆν στὴ ΜΕΘ τοῦ Μποδοσάκειου Νοσοκομείου Πτολεμαΐδος κατὰ τὶς 8.45, ἦταν συνδεδεμένος στὰ μηχανήματα. Ὁ ἱερομόναχος τῆς Μητροπόλεώς μας[60] ποὺ τὸν παράστεκε, μᾶς διηγήθηκε ὅτι ἐνῶ αὐτὸς ὁ ἴδιος ἔπιανε τὸν ἀναχωροῦντα Ἀρχιερέα ἀπὸ τὸ χέρι, ξαφνικὰ ἡ ἐντατικολόγος ἦλθε ἐμφανῶς συγκινημένη καὶ τὸν ρώτησε: «Πάτερ, τί τοῦ λέτε»; Ὁ πατὴρ ξαφνιάστηκε: ἁπλῶς ἔλεγε τὴν εὐχή. Ἡ ἐντατικολόγος ἔνιωσε πρωτόγνωρη ἔκπληξη, διότι τὰ μηχανήματα γιὰ λίγα λεπτὰ ἔδειξαν τιμὲς φυσιολογικοῦ ἀνθρώπου, κάτι ποὺ ποτὲ ἄλλοτε δὲν τῆς εἶχε συμβεῖ, ἐνῶ ἡ κατάσταση τοῦ Ἱεράρχη ἦταν ἀσύμβατη μὲ τὴ ζωή. Ὕστερα, τὸ τέλος σήμανε καὶ στὶς ἐνδείξεις τῶν μηχανημάτων. Ὅταν λίγη ὥρα ἀργότερα ἀντικρύσαμε τὸ γυμνό, παραιτημένο, κάτισχνο, ἀσκητικὸ σκῆνος του νὰ παραδίνεται ταπεινὰ στὶς ἐπικήδειες φροντίδες τῶν Κληρικῶν του, ἐνδυόμενο τὰ ἀρχιερατικά του ἄμφια, «κατάστικτον τοῖς μώλωψι»,[61] μὲ τὰ χέρια διάτρητα ἀπὸ τοὺς ὀρούς, μὲ τοὺς «ὡραίους πόδας» του ποὺ εὐαγγελίζονταν τὴν εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ ταλαιπωρημένους καὶ γεμάτους οἰδήματα καὶ μὲ ἐμφανὴ τὴν τομὴ τῆς δεύτερης ἐπεμβάσεως στὴν δεξιά του πλευρά, τὸ μυαλό μας πῆγε ἄλλων στὸ «ὥσπερ πελεκὰν τετρωμένος τὴν πλευρὰν»[62] ποὺ ὁ ζωτικὸς κρουνός της θρέφει τὰ ἀναιμικὰ παιδιά του, ἄλλων πάλι σὲ προσκομιζόμενο πρόσφορο λογχισμένο καὶ ἕτοιμο γιὰ τὴν ἀναίμακτη ἱερουργία.
Στὴ διάρκεια τῆς ἀσθένειας, τὰ μάτια του μᾶς κοίταζαν ἀγαπητικὰ καὶ αὐστηρά, «ἀνακρίνοντάς» μας μὲ τὸν τρόπο τους. Εἴμαστε «πλέον ἢ βέβαιοι»[63], κατὰ τὴν προσφιλή του ἔκφραση, ὅτι μέσα στὸ Φῶς τοῦ Χριστοῦ μὲ ἐκεῖνα, τὰ ἴδια μάτια, «ἐν ἑτέρα μορφῇ»,[64] μᾶς «βυθομετρεῖ» καὶ μᾶς περιπτύσσεται ἀγαπητικῶς. Σᾶς εὐχαριστῶ, εὔχεσθε, Χριστὸς Ἀνέστη!

[1] Προσωπικὴ μαρτυρία [2] Μαρτυρία πατρὸς Στεφάνου Ἀναγνωστοπούλου [3] Ἡ ἐκλογή, χειροτονία καὶ ἐνθρόνισις τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Σισανίου καὶ Σιατίστης κ. Ἀντωνίου, Σιάτιστα 1993, σελ. 10, 21. [4]Προσωπικὴ μαρτυρία [5]Αὐτόπτης καὶ αὐτήκοος μάρτυρας. Πρόκειται γιὰ τὶς κυρίες Ἄννα Δούβρη καὶ Μελίτα Ἀντωνιάδου μὲ τὰ τέκνα της ἐξ’Ἀθηνῶν. [6] π. Ἡλίας Μάνδαλος [7] Κάπνιζε ὁ παπούλης! [8] Προσωπικὴ μαρτυρία [9] Προσωπικὴ μαρτυρία [10] Προσωπική μαρτυρία [11] Ἡ ἐκλογή, χειροτονία...., σελ. 13, 24, 37 [12] ὅ π σελ. 10 [13] ὅ π σελ. 27, 37 [14] ὅ π σελ. 28 [15] ὅ π σελ. 28 [16] ὅ π σελ. 28, 36 [17] ὅ π σελ. 13, 24 [18] Die Antike Kunstprosa, Leipzig, 1898 [19] Ἡ ἐκλογή..., σελ. 15, 29 [20] ὅ π σελ. 15, 29 [21] αὐγὸ ραπτικῆς! [22] Προσωπικὴ μαρτυρία [23] Προσωπικὴ μαρτυρία [24] Προσωπικὴ μαρτυρία [25] Κατὰ τὴν περίοδο τῆς ἀρχιερατείας του στὴν Κόρινθο (1939-1949). [26] Προσωπικὴ μαρτυρία [27] Προσωπικὴ μαρτυρία [28] Προσωπικὴ μαρτυρία [29] Προσωπικὴ μαρτυρία [30] Προσωπικὴ μαρτυρία [31]Σεργκέι Χάκελ, Μαρία Σκομπτσόβα- μιὰ διὰ Χριστὸν σαλὴ στοὺς μοντέρνους καιρούς, μετάφραση Νίκης Τσιρώνη, ἐκδ. ΑΚΡΙΤΑΣ [32] Προσωπικὴ μαρτυρία [33] Προσωπικὴ μαρτυρία [34] Προσωπικὴ μαρτυρία [35] Δικά του λόγια. [36] Δικά του λόγια. [37] Δικά του λόγια. [38] Δικά του λόγια. [39] Δικά του λόγια. [40] ἀρχιμ. Στέφανος Λαμπρόπουλος [41] Μαρτυρία δική μου καὶ τοῦ ἀρχιμ. Στεφάνου Λαμπροπούλου [42] Μαρτυρία πατρὸς Στεφάνου Ἀναγνωστοπούλου γιὰ τὸν Γέροντα Ἐφραὶμ τὸν Φιλοθεΐτη. [43] Γέρων Ἐφραὶμ Φιλοθεΐτης [44] Μᾶλλον τῆς μονῆς ὁσίου Γρηγορίου, δὲν ἔχουμε ἐξακριβώσει. [45] «ποὺ μόνο στὸν Ἐπίσκοπο ὁ Θεὸς τὸ δίδει καθ’ὁλοκληρίαν», κατὰ τὸν Γέροντα Ἐφραὶμ τὸν Ἀριζονίτη [46] Δικά του λόγια. [47] Προσωπικὴ μαρτυρία [48] Προσωπικὴ μαρτυρία [49] Προσωπικὴ μαρτυρία [50]Συλλογὴ ὑπογραφῶν καὶ συλλαλητήρια ἐπὶ ἀρχιεπισκόπου Χριστοδούλου καὶ ἐπίσκεψη τοῦ Πάπα στὴν Ἑλλάδα. [51] Προσωπικὴ μαρτυρία [52] Προσωπικὴ μαρτυρία [53] Κυρία Σουζάννα Πραμπρόμη [54] Κυρία Ἑλένη Χαλαμούτη [55] ὁ ἅγιος Ἀριανζοῦ [56] Προσωπικὴ μαρτυρία [57] ἐπισήμανση πατρὸς Στεφάνου Ἀναγνωστοπούλου [58] Μαρτυρίες πατρὸς Στεφάνου Ἀναγνωστοπούλου (ἁγ. Γλυκερία Γαλατσίου, ἅγ. Μᾶρκος Πατησίων) [59] Μαρτυρία κυρίου Δημητρίου Λίτσιου ἐξ Ἄργους Ὀρεστικοῦ. [60] Ἀρχ. Ἀντώνιος Πανταζῆς [61] Ἀπὸ τὸν κανόνα τοῦ ὄρθρου τοῦ Μεγάλου Σαββάτου. [62] Βλ. «Τὰ ἐγκώμια τῆς μεγ. Παρασκευῆς», στάση β΄ [63] Προσφιλὴς ἔκφραση τοῦ μακαριστοῦ [64] Μρκ ιστ΄ 12

* Πρωτοσυγκέλλου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Σισανίου καὶ Σιατίστης, Δρος Θεολογίας ΑΠΘ.
Ημερίδα αφιερωμένη στη μνήμη του αοιδίμου Μητροπολίτη Σιατίστης Αντωνίου με θέμα: «Ο άνθρωπος του Θεού». Δευτέρα 22 Μαΐου 2017 στο Συνεδριακό Κέντρο Διακονία, τελούσε υπό την αιγίδα του Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κ. Ανθίμου και συνδιοργανώθηκε από τον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου Πανοράματος Θεσσαλονίκης και Πτυχιούχους της Θεολογικής Σχολής και άλλων Σχολών του Α.Π.Θ.

πηγή: Aντίφωνο/αντιγραφή

Από την υμνολογία του Οσίου πατρός ημών Δαβίδ του εν Θεσσαλονίκη


Αποτέλεσμα εικόνας για sfantul david tessalonic
 Ο άγιος υμνογράφος Ιωσήφ αξιοποιεί στο έπακρο και την επιλογή του οσίου Δαυίδ να ζήσει σε καλύβα πάνω σε μία αμυγδαλιά.

 Κατά τον υμνογράφο ο όσιος πρώτον έγινε σαν καλλικέλαδο πουλί, που ζει κι αυτό πάνω στα δέντρα, οπότε από εκεί έλαβε χρυσά φτερά για να ανεβεί στην απάθεια και την τελειότητα και να κατασκηνώσει τελικά στο ύψος του ουρανού. 

«Σαν ευκέλαδο πουλί με την ανάβασή σου στο δέντρο κατασκεύασες καλύβα, πάτερ, παγώνοντας τον χειμώνα και φλεγόμενος το καλοκαίρι. Από εδώ απέκτησες χρυσά φτερά της απάθειας και της τελειότητας και κατασκήνωσες προς το ουράνιο ύψος» (῾Καθάπερ όρνις ευκέλαδος εν αναβάσει φυτού, καλιάν, Πάτερ, έπηξας, τω κρύει πηγνύμενος και τω θέρει φλεγόμενος. Χρυσάς εντεύθεν έλαβες πτέρυγας της απαθείας και της τελειότητος, και προς ουράνιον ύψος κατεσκήνωσας᾽) (στιχηρό εσπερινού κ.α.) 

Και: ευρισκόμενος στο δέντρο έγινες σαν τον αετό από πλευράς πνευματικής: απέκτησες δυνατά φτερά για να πετάξεις στα ουράνια. ῾Φυτώ πηξάμενος, ως αετός, πάτερ, καλιάν,προς τα ουράνια τας σας φρένας εξεπέτασας᾽) (ωδή θ´).

 Δεύτερον ζώντας πάνω σε ξύλο δέντρου έκανε υπομονή, γιατί είχε διαρκώς τα όμματα της ψυχής του προς τον εν ξύλω σταυρωθέντα Κύριο. «Έχοντας τα όμματά σου και τα νοήματα διαρκώς προς τον αναρτηθέντα στο ξύλο, έμεινες καρτερικά πάνω στο φυτό, πάτερ» (῾Τείνας σου τα όμματα και τα νοήματα προς τον εν ξύλω αναρτηθέντα, φυτώ ενεκαρτέρησας, Πάτερ᾽) (ωδή ε´).

 Τρίτον σαν κλαδί κι αυτός του δέντρου έπρεπε να ποτιστεί, για να παραμείνει εκεί. Και το πότισμά του ήταν τα ποτάμια των δακρύων του. ῾Ίστασο ακλόνητος φυτού κλώνοις, όσιε,αρδείαις δακρύων σου συχνώς ποτιζόμενος᾽ (ωδή ζ´).

Ο Θεός είναι κοντά μας και δεν Τον νοιώθουμε...


Σχετική εικόνα
Βλέπουμε μια πετρούλα, και σε αυτήν είναι ο Θεός, αλλά εμείς νομίζομε πως είναι απλή πέτρα. Όπως η Μαρία η Μαγδαληνή νόμιζε πως ο Χριστός είναι ο κηπουρός και τον ρώτησε πολύ φυσικά μήπως είδε τον Κύριο, το ίδιο παθαίνομε και εμείς και δεν βλέπομε τον Κύριο στην ζωή μας.

Γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης

Αν καταλάβη κανείς τα μυστικά της πνευματικής ζωής και τον μυστικό τρόπο με τον οποίο εργάζεται ο Θεός...



Αν καταλάβη κανείς τα μυστικά της πνευματικής ζωής και τον μυστικό τρόπο με τον οποίο εργάζεται ο Θεός, παύει να στεναχωριέται για ό,τι του συμβαίνει, γιατί δέχεται με χαρά τα πικρά φάρμακα που του δίνει ο Θεός για την υγεία της ψυχής του. 

Όλα τα θεωρεί αποτελέσματα της προσευχής του, αφού ζητάει συνέχεια από τον Θεό να του λευκάνη την ψυχή. Όταν όμως οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν τις δοκιμασίες κοσμικά, βασανίζονται. Αφού ο Θεός όλους μας παρακολουθεί, πρέπει να παραδίνεται κανείς εν λευκώ σ’ Αυτόν. Αλλιώς είναι βάσανο· ζητάει να του έρθουν όλα, όπως εκείνος θέλει, αλλά δεν του έρχονται όλα όπως τα θέλει, και ανάπαυση δε βρίσκει.

Είτε χορτάτος είναι κανείς είτε νηστικός, είτε τον επαινούν, είτε τον αδικούν, πρέπει να χαίρεται και να τα αντιμετωπίζη όλα ταπεινά και με υπομονή. Τότε ο Θεός συνέχεια θα του δίνη ευλογίες, ώσπου να φθάση η ψυχή του σε σημείο να μη χωράη, να μην αντέχη την καλωσύνη του Θεού. Και, όσο θα προχωράη πνευματικά, τόσο θα βλέπη την αγάπη του Θεού σε μεγαλύτερο βαθμό και θα λειώνη από την αγάπη Του.

 Aπό το βιβλίο “Λόγοι Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου-Δ' Οικογενειακή ζωή”