Ό όσιος Παίσιος από το Νεάμτς ήταν ένας από τους μεγαλύτερους στάρετς πού γνώρισε ποτέ ό Ρουμανικός μοναχισμός.
Κατά πασά πιθανότητα ήταν στην καταγωγή Μολδαβός, ίσως να καταγόταν από το γένος των Καντεμίρ. Λόγω των συχνών επιθέσεων των Οθωμανών καί Τατάρων, οί προγονοί του μετοίκησαν καί εγκατεστάθησαν στην πόλη Πολτάβα της Μικρορωσίας. Ό όσιος στάρετς Παίσιος γεννήθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 1722 στην Πολτάβα από γονείς ευλαβείς. Ό πατήρ του ήταν ιερεύς στον καθεδρικό ναό της Πολταβας. Σ’ αυτό το σπίτι υπήρχε ή ευλογία του Θεού. Ό Πέτρος (αυτό ήταν το κατά κόσμον όνομα του στάρετς) ήταν το ενδέκατο παιδί από τα δώδεκα αδέλφια. Ορφάνεψε μικρός από πατέρα, καί δόθηκε από την μητέρα του για να σπουδάσει στην Ακαδημία Μοβιλεάνα του Κιέβου το 1735. Μετά από τέσσερα χρόνια σπουδών, ή ψυχή του δεν εύρισκε ανάπαυση σ’ αυτά. Αισθανόταν το κάλεσμα για την μοναχική πολιτεία. Το φθινόπωρο του έτους 1739, όταν ήταν μόλις 17 ετών, αναχώρησε αναζητώντας ένα μοναστήρι καί έναν καλό Πνευματικό πού θα ήταν τόσο αναγκαίος για την ψυχή του. Επί επτά χρόνια περιπλανιόταν στις περισσότερες σκήτες καί μοναστήρια, μεταξύ των οποίων καί στην λαύρα Πετσέρσκα. Στο μοναστήρι Μεντβεντέσκι έγινε ρασοφόρος με το όνομα Πλάτων. Μα επειδή δε ν βρήκε ανάπαυση καί πνευματική ησυχία στα μοναστήρια της Ουκρανίας, παρακινήθηκε από το Άγιο Πνεύμα καί πέρασε στην Μολδαβία το 1745. Εδώ αγωνίζονταν πολλοί μοναχοί από την Μικρορωσία. Ό Πλάτων εγκαταστάθηκε στην σκήτη Τρεστιένι. Ύστερα επήγε στην σκήτη Κίρνουλ, κοντά στον ποταμό Μπουζάου, όπου ευρισκόταν τότε εκεί καί ό ερημίτης Ονούφριος. Το καλοκαίρι του 1746 αναχώρησε για τον Άθωνα καί έζησε λίγο καιρό στην έρημο, κοντά στην Μονή του Παντοκράτορας. Το 1750 ο στάρετς Βασίλειος έκειρε μοναχό τον ερημίτη Πλάτωνα, δίνοντας του το όνομα Παίσιος. Άπ’ αυτό το έτος ό ταπεινός Παΐσιος άρχισε να δέχεται μαθητάς στην σκήτη του αγίου Προφήτου Ήλιου (Ρωσική), όπου καί διέμενε. Έλαβε κατόπιν την ιεροσύνη καί έζησε στο Αγιον Όρος συνολικά 17 χρόνια. Το καλοκαίρι του 1763 ήλθε στην Μολδαβία με τους μαθητάς του καί κατοίκησε στο μοναστήρι Ντραγκομίρνα. Εδώ έμεινε 12 χρόνια —μέχρι τίς 14 Οκτωβρίου 1775— αφού δημιούργησε μιαν αδελφότητα από 350 μοναχούς. Το φθινόπωρο του 1775 ήλθε στο μοναστήρι του Σέκου, συνοδευόμενος από 200 μαθητάς. Πάλι το καλοκαίρι του 1779 μετώκήσε για τελευταία φορά στην μεγάλη Λαύρα της Μολδαβίας, στο μοναστήρι Νεάμτς.
Στο μοναστήρι Νεάμτς ο όσιος πέρασε τα τελευταία 15 χρόνια, πού ήταν τα πλέον καρποφόρα πνευματικά άπ’ όλη την ζωή του. Εδώ κατάρτισε ικανό αριθμό από μεταφραστές των έργων των αγίων Πατέρων, οργάνωσε την αδελφότητα κατά το αγιορείτικο τυπικό, δημιούργησε μια μεγάλη σε αριθμό συνοδεία, ή οποία πλησίαζε τους χίλιους μοναχούς, δίδαξε πολλούς μαθητάς του στην εξάσκηση της νοεράς προσευχής καί είχε πνευματικές σχέσεις με πολλά μοναστήρια, στάρετς, Πνευματικούς, ερημίτες, επισκόπους καί άρχοντας. στις 15 Νοεμβρίου 1794 ό μεγάλος στάρετς του μοναστηρίου Νεάμτς, ο επονομασθείς μέγας Βελιτσικόβσκυ, εξεδήμησε προς την μακαριά ανάπαυση, σε ηλικία 72 ετών. Ενταφιάσθηκε δίπλα στην εκκλησία, όπως φαίνεται μέχρι σήμερα.
Β) Έργα καί λόγοι διδασκαλίας
1) Τον καιρό πού ό ρασοφόρος Πλάτων ασκήτευε στην σκήτη Τρεστιένι, είχε τοποθετηθεί ως διακονητής στο μαγειρείο. Άλλα επειδή δεν ήξερε να μαγειρεύει καί ήταν καχεκτικός στο σώμα, κάποια ήμερα δεν έβρασε το φαγητό αρκετά. Καί όταν κατέβαζε το καζάνι από την φωτιά, χύθηκε από απροσεξία του όλο το φαγητό, για το όποιο έκλαψε πολύ, ζητώντας συγχώρηση. Την άλλη ημέρα επήρε εντολή να ζύμωση ψωμί στον φούρνο. Άλλα καί εδώ έπαθε τον ίδιο πειρασμό. Επειδή δεν ήξερε να φτιάξη το προζύμι καί δεν είχε την δύναμη να το ζύμωση όσο έπρεπε, το ζυμάρι δεν φούσκωσε. Ήλθε λοιπόν ένας αδελφός να τον βοηθήσει, το ζύμωσε πάλι. Μα δεν ήξερε ακόμη να κανονίσει την φωτιά στον φούρνο, με αποτέλεσμα να καούν όλα τα ψωμιά. Τότε ό ρασοφόρος Πλάτων ζητούσε γονατιστός συγχώρηση από τους πατέρας, καί έκλαιγε από την στενοχώρια του όλες εκείνες τίς ημέρες.
2./ Κάποιο φθινόπωρο ό ηγούμενος της σκήτης έβαλε τον Πλάτωνα να φυλάττει το αμπέλι με την εντολή να μη τρώγει σταφύλια, παρά μόνο μετά το φαγητό, διότι θα τον ενόχληση το στομάχι του.
Άλλα ό υποτακτικός νικήθηκε από την γαστριμαργία. όλη την ήμερα έτρωγε σταφύλια καί την ώρα του φαγητού δεν γευόταν τίποτε.
Με τον καιρό αρρώστησε, αδυνάτισε. Τότε τον κάλεσε ό ηγούμενος να τον δή. Καί ό Πλάτων, ντροπιασμένος, ομολόγησε το σφάλμα λόγω παρακοής του, καί ζήτησε με δάκρυα συγχώρηση.
4) Έλεγαν οί πατέρες της σκήτης για τον Πλάτωνα —καί αυτό αξίζει να το γνωρίσουμε— ότι μια νύκτα πού εξημέρωνε Κυριακή, Ο Πλάτων κοιμήθηκε με τόση όρεξη, ώστε δεν άκουσε καθόλου το καμπανάκι του όρθρου. όταν ξύπνησε, ή ακολουθία ευρισκόταν στην μέση. Τότε από την μεγάλη του λύπη άρχισε να κλαίει καί επέστρεψε στο κελί του. Την δεύτερη ημέρα ντρεπόταν να πάει στην Λειτουργία καί στην τράπεζα με τους αδελφούς, αλλά κάθισε στο κελί του κλαίγοντας, διότι τόσο πολύ ήταν κυριευμένος από τον φόβο του Θεού. Άπ’ αυτή την ήμερα για πολύ καιρό ό ρασοφόρος Πλάτων δεν κοιμόταν πλέον στο κρεβάτι, αλλά καθόταν σ’ ένα
σκαμνί, για να μπορεί να σηκώνεται στον όρθρο.
6) Τότε πού ό ταπεινός Πλάτων ασκήτευε στην σκήτη Κίρνου, πήγαινε συχνά στην έρημο, στον όσιο Ονούφριο, πολύ ενάρετο και χαριτωμένο άνδρα, καί του ζητούσε να του πει λόγους πνευματικούς. Κάποια φορά, αφού του είπε ό γέροντας για τα σωματικά και ψυχικά πάθη καί τον πονηρό πόλεμο των δαιμόνων, πρόσθεσε
στην συνέχεια καί αυτά:
—Εάν δεν προστατεύει ό Χριστός τον λαό του, δεν μπορεί να σωθεί κανένας από τους αγίους. Άλλα αυτός πού προσπίπτει στον Χριστό με πίστη, αγάπη, ταπείνωση καί δάκρυα, αυτός λαμβάνει ανέκφραστες ευλογίες καί χαρές, ειρήνη καί αγάπη θερμή από τον Θεό. Μάρτυρες αυτής της εργασίας είναι τα ανυπόκριτα δάκρυα πού πηγάζουν από μεγάλη αγάπη, καρδιακή συντριβή καί συνεχή ταπείνωση για τον Χριστό, Διότι μόνο με την αγάπη του Χριστού ό άνθρωπος γίνεται απαθής προς τα αγαθά αυτού του κόσμου.
7)Μετά από τέσσερα χρόνια πνευματικής ασκήσεως στην Μολδαβία, ό ρασοφόρος Πλάτων αναχώρησε για το Αγιον Όρος, για να γλιτώσει από την χειροτονία του σε ιερέα, όπως μόνος του το ομολόγησε αργότερα: «φοβήθηκα μήπως οί πατέρες της Μολδαβίας με αναγκάσουν να δεχθώ την ιεροσύνη.
8) Σαν έφτασε ό Πλάτων στο Όρος του Αθωνος, περπάτησε σ’ όλα τα μοναστήρια για να βρει έναν έμπειρο πνευματικό οδηγό. ‘Αλλά δεν βρήκε ένα Πνευματικό όπως τον ήθελε. Για αυτό αναχώρησε για την έρημο, καί ασκήθηκε μόνος του επί τέσσερα χρόνια, με
πολλή σκληραγωγία, στην προσευχή καί στην ανάγνωση των Αγίων Πατέρων, στα δάκρυα καί στην καθημερινή ολονύκτια αγρυπνία.
9) Ή άσκησης του μακαρίου Πλάτωνος ήταν στην μοναξιά αρκετά δύσκολη καί κοπιαστική. Ασχολιόταν αδιάκοπα με την ανάγνωση των Αγίων Γραφών καί την ψαλμωδία των ψαλμών. Τροφή ελάμβανε κάθε δεύτερη ήμερα, καί τότε μόνο με νερό καί παξιμάδι,
εκτός από τα Σάββατα, Κυριακές καί εορτές. Μα καί ή φτώχεια του ήταν πρωτοφανής. Ζούσε μόνο από την ελεημοσύνη. Είχε μόνο ένα ζωστικό καί ένα ράσο, καί αυτά πολύ παλαιά. Πολλές ώρες, λόγω της φτώχειας του, περπατούσε ξυπόλυτος τον χειμώνα, χωρίς υποκάμισο. ‘Αλλά ό ταπεινός Πλάτων χαιρόταν για την ένδεια του, όπως χαίρεται ό πλούσιος με τα πλούτη του. Ουδέποτε κλείδωνε την πόρτα του κελιού του, όταν έφευγε να πάει κάπου, διότι δεν είχε τίποτε μέσα, εκτός μόνο από τα βιβλία των αγίων Πατέρων πού τα είχε φέρει από το μοναστήρι.
10) Εκείνη την περίοδο, κατά θεία πρόνοια, ήλθε στο Αγιον Όρος ό μεγάλος στάρετς Βασίλειος από την Μεγάλη Ποιάνα. Παρέμεινε μερικές ημέρες στο κελί του μακαρίου Πλάτωνος. Μετά από επίμονες παρακλήσεις ό στάρετς Βασίλειος τον έκειρε μοναχό,
δίνοντας του το όνομα Παΐσιος.
Ύστερα ο γέροντας συνεβούλευσε τον μαθητή του ν’ άφήσή την ερημική ζωή καί να ακολουθήσει την βασιλική οδό, λέγοντας: Ολόκλήρη ή μοναχική ζωή διαιρείται σε τρία μέρη: πρώτον στην κοινοβιακή ζωή, δεύτερον στην ανά δύο ή τρεις διαβίωση, πού ονομάζεται βασιλική ή μέση οδός καί είναι τα πάντα κοινά, καί τρίτον στην κατά μονάς ερημική άσκηση, πού είναι κατάλληλη μόνο στους τελείους καί αγίους άνδρας.
Αυτόν τον καιρό όμως μερικοί μοναχοί ανακάλυψαν καί τέταρτο είδος ζωής στο μοναχικό πολίτευμα. Ό καθένας φτιάχνει κελί ό ίδιος, όπου του αρέσει, ζή μόνος του καί κυβερνάται κατά την θέληση του. Αυτοί δεν είναι πραγματικοί ερημίτες, αλλά αυθαίρετοι καί αυτόκλητοι, διότι εκλέγουν ένα τρόπο ζωής πού είναι στα μέτρα των δυνάμεων των, εγκαταλείποντας την κοινοβιακή υπακοή.
Μερικοί άπ’ αυτούς λέγουν: «Εγώ γι’ αυτό ζω μόνος μου, για να μη στεναχωρώ τον αδελφό μου, ούτε καί εγώ να στεναχωριέμαι από άλλους. Επίσης προφυλάγομαι από μάταιες συζητήσεις καί διάφορες κατακρίσεις». Γνωρίζεις όμως, φίλε μου, ότι αυτά τα λόγια περισσότερο σε ντροπιάζουν παρά σε δικαιώνουν; Διότι καί οί πατέρες της Εκκλησίας λέγουν ότι οί νέοι είναι ωφέλιμο για την ψυχή των να απέχουν από την υπερηφάνεια, το θέλημα των, την πονηρία καί άλλα παρόμοια ματαιόδοξα έργα ανθρωπινής αλαζονείας.
11) Πάλι έλεγε ό όσιος Βασίλειος στον μαθητή του Παίσιο:
—Καλλίτερα είναι να ζεις μαζί μ’ ένα αδελφό, να γνωρίζεις τίς αδυναμίες καί τον χαρακτήρα σου, να μετανοείς, να προσεύχεσαι ενώπιον του Κυρίου καί να αγιάζεσαι όλη την ήμερα με την Χάρι του Χριστού, παρά να αυξάνη ή αλαζονεία καί το θέλημα σου, να τα κρύβεις με πονηρία καί να τρέφεσαι πνευματικά μ’ αυτή την ιδιόρρυθμη ζωή. Διότι αυτή ή εγωιστική ζωή προκαλεί όχι λίγες πληγές από τα πάθη.
12) Πάλι πρόσθεσε ό στάρετς Βασίλειος:
Ή μοναχική κούρα πριν από τον κατάλληλο καιρό γίνεται αιτία υπερηφάνειας, όπως λέγει ό άγιος Βαρσανούφιος. Επομένως, εάν τον αδύνατο ή κούρα τον οδηγεί στην υπερηφάνεια, τότε πού να στηριχθεί αυτός πού αποτολμά αυτόν τον αγώνα με το θέλημα του; Δεν είναι άραγε καλλίτερα να βαδίζει την μέση καί βασιλική οδό, κρατώντας την σιωπή με άλλους δύο-τρεις;
13) Ή κοινοβιακή ζωή, κατά την εντολή του Κυρίου, έλεγε ό μεγάλος στάρετς, αυξάνει τον ζήλο στον μοναχό για κάθε έργο, γι’ αυτό καί πολεμείται από τον σατανά. Σ’ αυτή την ζωή δεν υπάρχει χώρος για την φιλαυτία καί την ατομικότητα, πού εξουσιάζουν συνήθως αυτούς πού ζουν με το δικό των θέλημα.
14) Αυτοί πού ζουν στην μοναξιά από την αρχή της μοναχικής ζωής των, τους φαίνεται κατόπιν δύσκολη ή ζωή του κοινοβίου. Γι’ αυτό μερικοί άπ’ αυτούς λέγουν: Ή εργασία για εμάς τους ίδιους προξενεί ζήλο καί επιμέλεια, ενώ ή εργασία για τους αδελφούς προκαλεί αμέσως οκνηρία καί γογγυσμό.
15) Έλεγε πάλι ό στάρετς Βασίλειος:
—Αυτός πού ζή στο θέλημα του, εργάζεται μόνο για τον εαυτό του, από αγάπη του εαυτού του. Ενώ αυτός πού ζή μέσα στην αδελφότητα, εργάζεται για τον Κύριο, από αγάπη για τον Κύριο. Γι’ αυτό πρέπει εμείς οί αδύνατοι να ακολουθούμε την βασιλική οδό, όπου ζουν πολλοί σ’ ένα τόπο. Μ’ αυτό το είδος της ζωής καί τους πειρασμούς θα νικήσουμε καί την φιλαυτία μας θα ξεριζώσουμε.
16) Αρχίζοντας ό μακάριος Παΐσιος να δέχεται κοντά του περισσοτέρους αδελφούς, κατά την συμβουλή του στάρετς Βασιλείου, είχε μεγάλη έλλειψη από ιερέα. Τότε οί αδελφοί παρακάλεσαν με δάκρυα τον Πάίσιο να δεχθεί την ιεροσύνη, αλλά αυτός δεν ήθελε, θεωρώντας τον εαυτό του ανάξιο. Τότε μερικοί από τους γέροντας πατέρας του Αθωνος είπαν στον όσιο:
—Πώς μπορείς να διδάσκεις τους αδελφούς να υπακούουν καί να κόβουν το θέλημα των, όταν εσύ δεν κάνεις υπακοή καί περιφρονείς τα δάκρυα τόσων ανθρώπων; Είναι φανερό ότι αγαπάς το θέλημα σου καί έχεις περισσότερη εμπιστοσύνη στα λόγια σου, παρά στα λόγια αυτών, πού είναι παλαιότεροι από εσένα καί στα χρόνια καί στην πείρα. Άραγε δεν αντιλαμβάνεσαι ότι κάνεις παρακοή; Σαν άκουσε τα λόγια αυτά ό Παίσιος, ύπήκουσε στην γνώμη των αθωνιτών πατέρων καί δέχθηκε την ιεροσύνη.
17) . Έλεγαν για την αδελφότητα του οσίου Παϊσίου στην Σκήτη του Προφήτου Ήλιου (Ρωσική) ότι είχε μεγάλη στέρηση από υλικά αγαθά, αλλά είχε σε τέλειο βαθμό την ειρήνη καί τον πνευματικό ζήλο. Έκτος από την συμμετοχή στις καθημερινές εκκλησιαστικές ακολουθίες ή αδελφότης ασχολείτο καί με τίς χειρωνακτικές εργασίες με τέλεια αγάπη, ταπείνωση καί σιωπή.
18) . Έλεγαν για τον μακάριο στάρετς ότι καί αυτός κοπίαζε την ήμερα στην κατασκευή κουταλιών, ενώ την νύκτα ασχολείτο με την ανάγνωση καί αντιγραφή πατερικών βιβλίων, θυσιάζοντας για τον ύπνο μέχρι τρεις ώρες.
Μερικές φορές τον χρόνο ό πατριάρχης Σεραφείμ, ό όποιος ησύχαζε στο μοναστήρι του Παντοκράτορας, καλούσε τον στάρετς Παΐσιο στην μονή για την τέλεση της Θείας Λειτουργίας. Καί πράγματι, ωφελούντο όλοι να βλέπουν τον Παΐσιο να ιερουργεί στα ελληνικά, χωρίς βιασύνη, με ανέκφραστη ευλάβεια, καί με το πρόσωπο βρεγμένο από δάκρυα καθ’ όλη την διάρκεια της ακολουθίας.
20) . Ό στάρετς Παΐσιος αγαπούσε πάρα πολύ την ανάγνωση των έργων των Αγίων Πατέρων. Να τι απάντησε στον στάρετς Αθανάσιο, ό όποιος τον κατηγορούσε για ώρισμένα πράγματα:
—Να μη λέγεις, πάτερ Αθανάσιε, ότι επαρκούν δύο ή τρία βιβλία για την ψυχική μας σωτηρία. Χωρίς αμφιβολία, ούτε ή μέλισσα συγκεντρώνει το μέλι από ένα μόνο λουλούδι, αλλά από πολλά. Έτσι γίνεται καί μ’ αυτόν πού διαβάζει τα Πατερικά βιβλία. Το ένα από αυτά τον διδάσκει ορθά για την πίστη, το άλλο τον διδάσκει να σιωπά καί να προσεύχεται, το άλλο του μίλα για την υπακοή, την ταπείνωση καί την υπομονή, ενώ άλλο τον συμβουλεύει για την αγάπη του Θεού καί του συνανθρώπου. Όποτε χρειάζεται να διαβάζει ό άνθρωπος πολλά Πατερικά βιβλία, για να ζή κατά τον νόμο του Ευαγγελίου.
21) Έλεγε ό όσιος Παΐσιος:
—Αυτός πού δεν θέλει να δεινοπάθηση με τον Χριστό στην κοινοβιακή ζωή, καί συγχρόνως υπερηφανεύεται ότι σηκώνει τον σταυρό του Χριστού, εκλέγοντας πρόωρα την ερημική ζωή, γίνεται ένας επαναστάτης καί όχι ένας ερημίτης.
22) Έλεγε πάλι:
Ή κοινοβιακή ζωή καί ή εξ αυτής αγία υπακοή, πού είναι ή ρίζα της μοναχικής ζωής, τοποθετεί μέσα στους κόλπους της τον ίδιο τον Σωτήρα Χριστό, πού δίνει σαν παράδειγμα στους ανθρώπους την ζωή του, με τους δώδεκα Αποστόλους, οί όποιοι υποτάχθηκαν καθ’ όλα στις θείες του εντολές.
23) Κανένα άλλο είδος μοναχικής ζωής δεν οδηγεί τον μοναχό τόσο στην πνευματική πρόοδο καί δεν τον λυτρώνει τόσο εύκολα από τα σωματικά καί ψυχικά πάθη, όσο ή κοινοβιακή ζωή με την μακαρία υπακοή. Καί αυτό οφείλεται στην ταπείνωση πού γεννάται από την υπακοή.
24) Καί για την πνευματική αγάπη έλεγε πάλι:
—Ή ζωή στο κοινόβιο ενώνει τους αδελφούς, χωρίς διακρίσεις γενεών, με την εν Χριστώ αγάπη, καί έτσι όλοι γίνονται ένα σώμα με μία μόνο κεφαλή —τον Χριστό— μία μόνο ψυχή, μία καί μοναδική θέληση καί ένα καί μοναδικό σκοπό —την διαφυλάξει των εντολών του Χριστού, με το να προτρέπει ό ένας τον άλλο στον καλόν αγώνα, να υπάκουη ό ένας στον άλλον, να μεταφέρει ό ένας το φορτίο του αλλού, να γίνη πατέρας καί μαθητής ο ένας για τον άλλον.
25) Έλεγε πάλι ό στάρετς:
—Ή αγία υπακοή σαν ρίζα καί θεμέλιο της μοναχικής ζωής, είναι άρρηκτα δεμένη με την ζωή του κοινοβίου, όπως είναι δεμένη ή ψυχή με το σώμα. Διότι δεν μπορεί να ύπάρχή το ένα χωρίς το άλλο.
26) Στο κοινόβιο μας, έλεγε ό μακάριος Παΐσιος, κανείς δεν έχει τίποτε το προσωπικό του, διότι όλα έχουν διατεθεί σε όλους, έφ’ όσον ή απληστία είναι ή οδός του προδότου Ιούδα. Οποίος έρχεται στο μοναστήρι, είναι υποχρεωμένος να εναπόθεση όλη την περιουσία του, μέχρι καί το πιο ελάχιστο αντικείμενο, στα πόδια του ηγουμένου, χαρίζοντας τον εαυτό του, την ψυχή καί το σώμα του στον Θεό μέχρι θανάτου.
27) Κατόπιν πρόσθεσε καί αυτά:
—Είναι αλήθεια ότι στο κοινόβιο μας δεν φθάνουν όλοι στα ίδια εξ ίσου μέτρα της πνευματικής ηλικίας. Οί περισσότεροι απαρνούνται όλα τα θελήματα των καί την γνώμη των, υπακούουν σε όλους τους αδελφούς καί υπομένουν με μεγάλη χαρά τίς επιπλήξεις καί τους πειρασμούς. Αυτοί είναι πάντοτε κυρίαρχοι του εαυτού των στις κατηγορίες εναντίον των καί θεωρούνται από όλους οί πλέον ανάξιοι. Οί άλλοι, πού δεν είναι καί λίγοι, πέφτουν καί πάλι σηκώνονται, σφάλλουν καί πάλι μετανοούν, με δυσκολία υπομένουν τους ελέγχους καί τους πειρασμούς, αλλά δεν παραμένουν στα πρώτα καί προσεύχονται με θερμότητα στον Θεό να τους αποστείλει βοήθεια. Υπάρχουν ακόμη λίγοι πού δεν μπορούν καθόλου να υπομείνουν τους πειρασμούς καί τίς συκοφαντίες. Αυτοί έχουν ανάγκη να τρέφονται με το γάλα της ευσπλαχνίας, της φιλανθρωπίας καί της ανοχής, μέχρι να φθάσουν στην κατάλληλη πνευματική ηλικία.
28) .Σε κάποιον από τους φίλους του, έλεγε ό όσιος Παΐσιος τα παρακάτω λόγια:
—Έχω μία ακατάπαυστη θλίψη καί πόνο στην καρδιά μου. Άραγε με τι πρόσωπο θα παρουσιασθώ εγώ μπροστά στον φοβερό Κριτή, για να απολογηθώ τόσο για τίς ψυχές των αδελφών μου πού ευρίσκονται στην υπακοή μου, όταν εγώ δεν είμαι σε θέση να αντιληφθώ το μολυσμό της ψυχής μου; ‘Αλλά, αν καί είμαι ανάξιος, έχω την ελπίδα της σωτηρίας μου στις προσευχές των αδελφών μου πού ζουν μαζί μου.
29). όταν ό στάρετς Παίσιος εξήλθε με την συνοδεία του από το Όρος του Αθωνος για το μοναστήρι Ντραγκομίρνα, επέβαλε με την ευλογία του μητροπολίτου Μολδαβίας Γαβριήλ τον παρακάτω κανονισμό για την ταξί της μοναχικής ζωής:
—Κανένας κοινοβιάτής αδελφός να μην εχη το παραμικρό αντικείμενο ιδιωτικής περιουσίας, κινητό ή ακίνητο. Ό ηγούμενος του μοναστηρίου θα εχη την φροντίδα να δίνη στον καθένα τα αναγκαία, ανάλογα με την διακονία του.
—Κάθε αδελφός ν’ αγωνίζεται ν’ απόκτηση την τελεία υπακοή, αφού απαρνηθεί όλα τα θελήματα του, τίς σκέψεις καί την ελευθερία του.
—Ό ηγούμενος να γνωρίζει καλά την Αγία Γραφή καί την διδασκαλία των Αγίων Πατέρων, ώστε να γνωρίζει πώς να κατευθύνει τους μοναχούς κατά το θέλημα του Θεού.
—Οί εκκλησιαστικές ακολουθίες καί όλη ή κοινοβιακή τάξις να τηρούνται ακριβώς κατά το τυπικό του Αγίου Όρους Αθωνος. —Ό ηγούμενος καί όλοι οί αδελφοί είναι υποχρεωμένοι να συμμετέχουν καθημερινά στις εκκλησιαστικές ακολουθίες με ράσο καί κουκούλι. Μόνο οί ασθενείς ή οί σταλμένοι σε διακόνημα μπορούν να απουσιάζουν από την εκκλησία.
—Στην τράπεζα να προσφέρεται το φαγητό κατά το εκκλησιαστικό τυπικό καί την ταξί του Αγίου Όρους.
—Σε κανέναν δεν επιτρέπεται να τρώγει στο κελί του, από τον ηγούμενο μέχρι καί τον τελευταίο δόκιμο αδελφό. Μόνο οί ασθενείς καί οί γέροντες επιτρέπεται να παίρνουν τροφές για το κελί των. —Στα κελιά οί αδελφοί είναι υποχρεωμένοι περισσότερο από ό,τιδήποτε άλλο έργο να ασκούνται στην καρδιακή προσευχή. Επίσης να διαβάζουν τους ψαλμούς, την Αγία Γραφή καί τα βιβλία των Αγίων Πατέρων. Ενώ ή έξοδος από τα κελιά καί ή διάθεσης για συζήτηση να αποφεύγονται σαν το δηλητήριο.
—Ό ηγούμενος να τοποθετεί τους αδελφούς σ’ όλα τα διακονήματα της μονής, για να συνηθίζουν στην ταπείνωση καί στην έκκοπή του θελήματος των.
—Ό ηγούμενος οφείλει να έχη προς όλους την ίδια αγάπη καί φροντίδα, καθώς καί οί αδελφοί να έχουν σ’ αυτόν αγάπη καθαρή καί ανυπόκριτη.
—Ό ηγούμενος πρέπει να υπομένει με πραότητα όλες τίς αδυναμίες των πνευματικών του τέκνων με την ελπίδα διορθώσεως των. Ενώ αυτοί πού ζουν με το να συμβουλεύονται το λογικό των καί αφήνουν την ταξί της υπακοής, μετά από μερικές συμβουλές, να απομακρύνονται από το μοναστήρι.
—Για την καλή διακυβέρνηση της μοναστηριακής περιουσίας καί της περιουσίας πού χάρισαν οί αδελφοί στο μοναστήρι, ό ηγούμενος είναι υποχρεωμένος να έχη ένα αδελφό επιτήδειο πού να μπορεί να τα διοικεί όλα καλά.
—Οί αδελφοί πού έρχονται για μοναχοί στο μοναστήρι να φορούν τα ενδύματα των λαϊκών καί να δοκιμάζονται από έξι μήνες μέχρι τρία χρόνια. Μετά να εισάγονται στον μοναχισμό ως ρασοφόροι (δόκιμοι) ή μοναχοί με μανδύα. Ενώ αυτοί πού μετά από τρία χρόνια δεν μαθαίνουν την υπακοή καί την έκκοπή των θελημάτων των, να αποστέλλονται πάλι στον κόσμο.
—Στο μοναστήρι να ύπάρχη μικρό νοσοκομείο για τους ασθενείς αδελφούς καί ένας αρμόδιος αδελφός να φροντίζει γι’ αυτούς, προσφέροντας κατάλληλη τροφή, ποτό καί ησυχία.
—Στο μοναστήρι να υπάρχουν διάφορα εργαστήρια για τα απαραίτητα της αδελφότητας, στα όποια να εργάζονται ειδικευμένοι μοναχοί, ώστε να μην ύπάρχη ανάγκη να πηγαίνουν οί μοναχοί στους λαϊκούς.
—Να υπάρχουν δύο αρχονταρίκια για τους φιλοξενουμένους• ένα μέσα στο μοναστήρι για τους ευλαβείς λαϊκούς προσκυνητές, πού έρχονται για ψυχική ανάπαυση καί το άλλο εκτός του μοναστηριού για τους επισκέπτες χάριν τουρισμού.
—Ό ηγούμενος να διορίζει τους καταλληλότερους μοναχούς για την φιλοξενία καί ψυχική ξεκούραση των ξένων. Τους πτωχούς καί ασθενείς —ασχέτως από που κατάγονται— να τους οδηγούν είτε στο αρχονταρίκι είτε στο νοσοκομείο καί να τους περιποιούνται με καλοσύνη.
—Στο μοναστήρι να είναι απαγορευμένη ή είσοδος των γυναικών, εκτός σε περίπτωση μεγάλης ανάγκης, όπως σε καιρό πολέμου ή καταδιώξεως.
—Ό ηγούμενος να εκλέγεται από την συνοδεία των μοναχών καί μόνο εξ αυτών πού ανήκουν στο μοναστήρι. Να γνωρίζει καλά την Αγία Γραφή καί την διδασκαλία των Αγίων Πατέρων καί να είναι σ’ όλους παράδειγμα αγάπης, πραότητας καί σωφροσύνης.
30) —Το μοναστήρι Ντραγκομίρνα να μην είναι ποτέ καί πουθενά υποτεταγμένο, όπως το άφησε με αυστηρή εντολή ό σεβασμιότατος εκείνος κτίτωρ, ό μητροπολίτης Αναστάσιος Κρίμκα. Ό όσιος Παΐσιος συμβούλευε τους αδελφούς να επιτελούν το καθορισμένο διακόνημα των με μεγάλη αγάπη, με τελεία σιωπή καί με την προσευχή μυστικά στην καρδιά. Συχνά εξερχόταν καί Ο ηγούμενος με τους αδελφούς στις δουλειές, καί ήταν σε πλους παράδειγμα για όλα.
31) Το καλοκαίρι πού οί πατέρες εργάζονταν στην πεδιάδα, πήγαινε μαζί των για τίς καθημερινές εκκλησιαστικές ακολουθίες καί ένας Πνευματικός, ό όποιος καί τους εξομολογούσε κάθε ήμερα.
32) . όταν ό στάρετς Παΐσιος δεν μπορούσε να παρακολουθεί επαρκώς τους εργαζομένους στην πεδιάδα αδελφούς, τους έστελνε μία επιστολή γεμάτη από πνευματικές συμβουλές. Να πώς δίδασκε τους αδελφούς σε μία άπ’ αυτές τίς επιστολές:
—Παιδιά μου, φυλαχθήτε από τον φθόνο. όπου υπάρχει ζηλοτυπία, εκεί δεν υπάρχει το Πνεύμα του Θεού.
Να κυριαρχείτε στην γλώσσα σας για να μη έξέλθη λόγος μάταιος.
Όποιος εξουσιάζει την γλώσσα του, φυλάγει την ψυχή του από την λύπη.
Από την γλώσσα πηγάζει ή ζωή καί ό θάνατος.
Σ’ όλα να έχετε ταπείνωση, αγάπη καί καλοσύνη.
Οπλιστείτε με τον φόβο του Θεού, με την μνήμη θανάτου καί των αιωνίων βασάνων, αλλά καί με τη νοερά προσευχή, την οποία να επαναλαμβάνετε ακατάπαυστα. Να προσφέρετε την θυσία στον Θεό καθαρή, άμωμη, εις οσμή ευωδιάς, κατά τίς χριστιανικές σας υποσχέσεις. Να προσφέρετε τον αγώνα καί τους ίδρωτες του αίματος σας πάντοτε σαν μία φλόγα πυρός. Ό καύσων καί το λιοπύρι της ημέρας να είναι για εσάς όπως ή υπομονή των μαρτύρων.
33) Στά κελιά ζητούσε ό στάρετς Παΐσιος από τους μοναχούς να κάμουν τρεις εργασίες: Να διαβάζουν τους λόγους των Αγίων Πατέρων, να ασκούνται στην νοερά προσευχή καί να κάνουν—ανάλογα με τίς δυνάμεις των— συχνά μετάνοιες με δάκρυα.
34) Την έξαγόρευσι των λογισμών στους Πνευματικούς θεωρούσε ό μεγάλος στάρετς θεμέλιο της πνευματικής ζωής καί ελπίδα σωτηρίας για ολους. Γι’ αυτό συνιστούσε στους αδελφούς, κυρίως όσοι ήταν αρχάριοι στα πνευματικά, να εξομολογούνται κάθε βράδυ
στον Πνευματικό των. Εάν κανείς από τους μοναχούς λόγω του πειρασμού δεν ή
θελε να συγχώρηση τον αδελφό του μέχρι το βράδυ, ο ηγούμενος
τον άπεμάκρυνε από την συνοδεία, του απαγόρευε να λέγή το «Πατερ ημών…» καί δεν τον άφηνε να σταθή οϋτε στο κατώφλι της εκκλησίας, μέχρι να ταπεινωθη καί να ζήτηση συγχώρηση.
35) .Εάν στην έκτέλεσι κάποιας εργασίας παρέβαινε μία θεία εντολή, τον διέταζε ό ηγούμενος να εγκατάλειψη την εργασία αυτή για να καταλάβη λίγο το σφάλμα του δια του θείου φωτισμού.
36) Έλεγαν για τον στάρετς Πάίσιο δτι διαρκώς ασχολείτο με την αδελφότητα καί την πόρτα του κελλιοϋ του δεν την έκλεινε μέχρι στις 9 το βράδυ. Αλλοι έβγαιναν καί άλλοι έμπαιναν. Άλλους τους παρηγορούσε καί με άλλους χαιρόταν.
37) Έλεγαν ότι ένας από τους μαθητάς του είχε είπή: «Δεκατρία χρόνια έζησα εγώ δίπλα σ’ αυτόν καί ουδέποτε τον είδα να λυπηθή για τίς υλικές ανάγκες. Τότε μόνο θλιβόταν πολύ, όταν έβλεπε να έκπίπτη κάποιος από τίς θείες εντολές καί μάλιστα με την θέληση του. Καί αύτη την ψυχή του θυσίαζε ακόμη για την πιο μικρή εντολή του Δεσπότου». Πολλές φορές έλεγε ό στάρετς: «Να χάσουμε όλα τα πράγματα μας, να χάσουμε καί το σώμα μας, αλλά να φυλάξουμε τίς εντολές του Θεού καί με αυτές θα σώσουμε τίς ψυχές μας.
38) Επί δώδεκα χρόνια, όσα δηλαδή έζησε στο μοναστήρι Νταγκομίρνα, ό στάρετς Π αίσιος ασχολείτο κυρίως με την διαποίμανσι της αδελφότητας καί την μετάφρασι πατερικών βιβλίων. Αυτό το έργο το έκαμε ό δσιος τίς περισσότερες νύκτες του χειμώνος
καί άπ’ αυτούς τους κόπους του έμοίραζε με χαρά σ’ όλη την αδελφότητα του μοναστηριού.
39) Έλεγαν για τον στάρετς Παΐσιο, ότι τον χειμώνα, όταν όλη ή αδελφότης συγκεντρωνόταν στο μοναστήρι από τα διάφορα εξωτερικά διακονήματα κάθε βράδυ εκτός Σαββάτου, τους διάβαζε λόγους των Αγίων Πατέρων. Οί αδελφοί συγκεντρώνονταν στην Τράπεζα, άναβαν τα φώτα, καθόταν ό στάρετς στην θέσι του, τους
διάβαζε λόγους διδακτικούς. Κατόπιν τους εξηγούσε, για να γίνωνται κατανοητοί άπ’ ολους.
40) Μάλιστα έλεγαν γι’ αυτόν, ότι είχε στην Ντραγκομίρνα αδελφούς από τρία έθνη: Ρουμάνους από την Μολδαβία, Σλάβουςκαί Ελληνας. Γι’ αυτό ήταν υποχρεωμένος να διαβάζή το ένα βράδυ στην ρουμανική γλώσσα, ενώ τα επόμενα στην σλαβονική καί
την ελληνική γλώσσα. Αυτές τίς αναγνώσεις από τον πατερικό θησαυρό τίς έκαναν από την αρχή της νηστείας των Χριστουγέννων μέχρι το Σάββατο του αγίου Λαζάρου, οπότε σταματούσαν.
41) Συχνά ό στάρετς συμβούλευε τους αδελφούς λέγοντας:
— Αδελφοί, πρώτα απ` όλα πρέπει με πίστη δυνατή καί θερμή αγάπη να προσέρχεσθε στον Κύριο, να άπαρνήσθε όλες τίς απολαύσεις του παρόντος αιώνος, το κακό σας θέλημα, τους πονηρούς διαλογισμούς της καρδίας σας καί να είσθε πτωχοί στο πνεύμα καί το σώμα. Μόνο τότε, με την Χάρι του Χριστού, θα άνάψη μέσα σας ό θείος πόθος.
43) Αλλη φορά έλεγε πάλι ό όσιος:
—Ανάλογα με το μέτρο των προσπαθειών σας θα αποκτήσετε συν τω χρόνω δάκρυα καί πραότητα γεμάτη από ελπίδα για την παρηγοριά της ψυχής σας. Θα άνάψη μέσα σας ό θείος έρωτας να ζήσετε κατά τίς εντολές του Κυρίου, θα αποκτήσετε ταπεΐνωσι καί υπομονή, συμπάθεια καί αγάπη προς ολους καί προπαντός στους αδικούμενους, τους ασθενείς καί τους γέροντας.
44) Κατόπιν πρόσθεσε καί αυτά τα λόγια:
—Αδελφοί, κοντά σ’ όλα αυτά πρέπει να υπομένετε καρτερικά κάθε είδους σωματικές ταλαιπωρίες όπως: αδυναμία, βαρείες ασθένειες καί περιοδικούς πόνους, τα όποια είναι ωφέλιμα για την αιώνια σωτηρία των ψυχών μας. Μόνον έτσι θα γίνετε άνδρες τέλειοι, κατά το μέτρο της ηλικίας του πληρώματος του Χριστού.
45) Έλεγε πάλι ό μεγάλος στάρετς στους μαθητάς του:
—Εάν μείνετε σταθεροί στους μοναχικούς σας κόπους, θα ευλόγηση καί θα μεγαλύνη την αδελφότητα σας ό Θεός. Ενώ εάν παρεκκλίνετε από την πνευματική ζωή καί την ανάγνωση των πατερικών βιβλίων, τότε θα εκπέσετε από την ειρήνη του Χριστού, από την αγάπη Του καί την έκπλήρωσι των εντολών του. Τότε θα έλθη μέσα σας ή ακαταστασία, ή ματαιοδοξία, ή αταξία, ή ψυχική ταραχή, ή αμφιβολία, ή απελπισία, ό γογγυσμός καί ή κατηγορία του ενός κατά του αλλού. Τότε θα διαλυθή ή συνοδεία σας πρώτα πνευματικά καί υστέρα σωματικά.
46) Έδιηγοΰντο οί μαθηταί του στάρετς Παϊσίου ότι είχε σε τόσο μεγάλο βαθμό το χάρισμα της πειθούς, ώστε μπορούσε να παρηγόρηση καί ειρήνευση με τα λόγια του τους πολύ βαρεία λυπημένους καί να εμψύχωση καί ενδυνάμωση τους άπαγοητευμένους. όπου
χρειαζόταν έπέπληττε, προσευχόταν, άπεμάκρυνε, μακροθυμοϋσε καί όταν δεν κατώρθωνε τίποτε, τους έδιωχνε από κοντά του.
Μόνο τους υπερβολικά κακοήθεις καί σκληροτράχηλους τους έλεγχε φοβερίζοντας τους με την οργή του Θεού. Ενώπιον των έδειχνε σαν σκληρός δικαστής καί όργίλος, μέχρις οτου ταπεινωθούν καί μετανοήσουν. Τους μάλωνε με δάκρυα καί κατόπιν τους παρηγορούσε.
47) Μία φορά κάποιος από τους αδελφούς του είπε:
—Γέροντα, μου λέγει ο λογισμός ότι με μισείς, επειδή με ελέγχεις συχνά με οργή ενώπιον των αδελφών.
—Αγαπητό μου παιδί, του απάντησε ο όσιος, εάν το Ιερό Ευαγγέλιο προστάζει να αγαπάμε καί τους εχθρούς μας καί να τους κάνουμε το καλό, τότε πώς εγώ μπορώ να σε μισήσω, πού είσαι πνευματικό μου παιδί; Εάν σας επιπλήξω με αληθινή οργή, τότε θα μεταδώση ό Κύριος καί σε σας αυτό το είδος της οργής. Για αυτό είμαι αναγκασμένος να άντιστέκωμαι στον χαρακτήρα του καθενός. Σέ μερικούς δηλαδή να δείχνω ότι είμαι ώργισμένος, ενώ σε άλλους μπροστά να κλαίω, ώστε καί τον ένα καί τον άλλο να σας οδηγήσω στην ψυχική ωφέλεια.
48) Μερικές φορές έλεγε στους μαθητάς του τα εξής:
—Αδελφοί, δεν θέλω να με φοβάσθε σαν τρομερό εξουσιαστή, αλλά να με αγαπάτε σαν πατέρα, όπως καί εγώ σας αγαπώ ολους σαν πνευματικά μου παιδιά.
49) Έλεγαν πάλι για τον μεγάλο στάρετς Πάίσιο ότι, όταν συνέβαινε στην συνοδεία σύγχυσις καί δυσαρέσκεια από κάποιον αδελφό καί εκείνος πήγαινε στον γέροντα να του ειπή την στενοχώρια του, αμέσως ό ηγούμενος τον ευλογούσε, τον έπαιρνε κοντά
του, μη αφήνοντας έτσι τους αδελφούς να σχολιάζουν εναντίον του.
Ετσι λοιπόν, με τα γλυκά καί παρηγορητικά λόγια του οδηγούσε την σκέψι του αδελφού μακριά από την στενοχώρια πού τον διακατείχε. Επίσης στα λόγια του ελάμβανε ύπ’ οψιν του καί τον χαρακτήρα των καί έτσι τοποθετούσε πνευματικά τον καθένα. Σ’ αυτούς πού καταλάβαιναν τους έλεγε λόγια με πολύ πνευματικό βάθος από την Αγία Γραφή, κατάλληλα στην πνευματική των κατάστασι. Ενώ στους απλούστερους έλεγε λόγια είτε από την πείρα του είτε από
την αγία υπακοή, μέχρις οτου οί αδελφοί λησμονήσουν την ψυχική ταραχή καί εξέλθουν από το κελί του ηγουμένου χαρούμενοι και ευχαριστώντας τον Θεό.
50) Αλλοτε έλεγε ό στάρετς καί αυτά:
—όταν βλέπω τα πνευματικά μου παιδιά να άγωνίζωνται καί να κοπιάζουν να εφαρμόσουν τίς εντολές του Θεού με υπακοή καί ταπείνωση, έχω στην ψυχή μου τόση πνευματική χαρά, ώστε οΰτε στην Βασιλεία των ουρανών δεν νομίζω να έχω μεγαλύτερη χαρά
άπ’ αυτή. Ενώ όταν βλέπω μερικούς ράθυμους στις εντολές του Θεού, να κάνουν το θέλημα των καί εξωτερικά μόνο την αγία υπακοή, να μεμψιμοιρούν καί να ζουν με τεμπελιά καί φιλαυτία, τότε καταλαμβάνομαι από τόση ψυχική στενοχώρια, πού μεγαλύτερη δεν μπορεί να ύπάρχή, μέχρις δτου τους ιδώ να μετανοήσουν ειλικρινά.
51) Έδιηγοϋντο για τον στάρετς Πάίσιο ότι δίδασκε αδιάκοπα τους αδελφούς καί τους αφύπνιζε για μεγαλύτερο ζήλο με τα έξης:
—Παιδιά μου, μη σταματάτε να κάνετε’ έμπόριο πνευματικό. Διότι τώρα είναι καιρός ευπρόσδεκτος, τώρα είναι ήμερα σωτηρίας, καθώς λέγει ό άγιος Παύλος.
52) Κάποτε ήλθε στον στάρετς ένας αδελφός καί του λέγει:
—Πάτερ, έχω δυνατό πόλεμο από τους λογισμούς. Καί ό στάρετς του είπε χαμογελώντας:
—Γιατί κάνετε σαν μικρά παιδιά; Να κάνετε καί εσείς ότι κάνω καί εγώ. Εγώ όλη την ημέρα ομιλώ με εσάς, με μερικούς κλαίω μαζί των καί με άλλους χαίρομαι. Καί όταν φεύγετε ολοι από το κελλί μου, συγχρόνως με εσάς φεύγουν καί από εμένα ολοι οί λογισμοί πού μου είπατε. Κατόπιν παίρνω στα χέρια μου ένα βιβλίο καί είμαι σαν να βρίσκομαι στην έρημο του Ιορδανού.
53) Για την πρόοδο στην πνευματική ζωή της αδελφότητας του οσίου Παϊσίου έγραψε αργότερα ό μαθητής του Πλάτων τα παρακάτω λόγια:
—Μπορούσες να βλέπης τότε στο μοναστήρι Ντραγκομίρνα να άνθίζή ή πνευματική ζωή σαν ένα πρωτοφανές θαϋμα. Διότι οί άνθρωποι πού κατοικούσαν εκεί για την αγάπη του Θεού είχαν νεκρωθή με την θέληση των ως προς τα κοσμικά πράγματα. Καί θα μπορούσα να είπώ γενικά ότι ή μυστική των εργασία ήταν ή εξής: Ή συντριβή της καρδιάς, ή βαθειά ταπείνωσις, ό φόβος του Θεού, ή προσοχή, ή ειρήνη των λογισμών καί ή διάχυτη από καρδίας αδιάλειπτη προσευχή, με ανέκφραστη καί θερμή αγάπη για τον Θεό καί τον πλησίον. Στούς περισσότερους άπ’ αυτούς έτρεχαν ακατάπαυστα τα δάκρυα, όχι μόνο στο κελί των, αλλά καί στην εκκλησία, καί την ώρα του διακονήματος, της αναγνώσεως καί της ακροάσεως των πνευματικών λόγων. Ηταν ό καρπός του Αγίου Πνεύματος. Είναι αλήθεια λοιπόν ότι εδώ πραγματοποιούνται οί λόγοι του αγίου Ισαάκ του Σύρου, ό όποιος έλεγε: «Ή σύναξις των ταπεινών είναι αρεστή στον Θεό, όπως καί ή σύναξις των Σεραφείμ».
54) όσο για την ύπεράσπισι της νοεράς προσευχής, την οποίαν όλοι οί μαθηταί του στάρετς Παϊσίου εξασκούσαν, ο όσιος έγραψε μία επιστολή με έξι κεφάλαια, με την οποία καταπολεμά αυτούς πού την δυσφημούν. Να πώς άρχιζε ή επιστολή του:
—Εφθασε μέχρις εδώ ή είδησις ότι μερικά πρόσωπα από τον μοναχικό χώρο έχουν εμπιστοσύνη στη γήϊνη σοφία των, ώστε τολμούν να κατηγορούν την ίερά προσευχή του Ιησού, ή οποία τελειοποιείται με την αγία εργασία της βυθίσεως του νου στην καρδιά. Αυτούς τους καταπολεμά ό νοητός εχθρός με την γλώσσα των καί με διάφορα αλλά όπλα, για να εγκαταλείψουν αυτή την θεία εργασία καί με την τύφλωσι του νου να σκοτισθή ή καρδιά των.
56) Καί προς το τέλος πρόσθεσε:
—Είναι γνωστό ότι αύτη ή ίερά εργασία ήταν ή παντοτεινή απασχόλήσις των δούλων του Θεού, των παλαιών πατέρων μας, πού διέλαμψαν σε πολλούς έρημους τόπους καί στα κοινοβιακά μοναστήρια, στο Όρος Σινά, στις Αιγυπτιακές σκήτες, στο όρος της Νιτρίας, στην Ιερουσαλήμ, στο Αγιον «Όρος του Αθωνος καί σ’ ολόκληρη την Ανατολή. Μ’ αυτή την νοερά εργασία πολλοί μεταξύ των εραστών του Θεού, των αγίων πατέρων μας, διακαείς από το σεραφειμικό πυρ της αγάπης του Θεού καί του πλησίον, έγιναν οί φλογερώτεροι έργάται των εντολών του Θεού καί αξιώθηκαν να γίνουν εκλεκτά δοχεία του Αγίου Πνεύματος.
56) Στήν συνέχεια έγραφε ό στάρετς Παΐσιος:
—Κανείς μεταξύ των ορθοδόξων δεν τόλμησε να προφέρη βλασφημία εναντίον αυτής της νοερας εργασίας πού διαφυλάττει την καρδιά από κάθε κακία. ‘Αλλά όλοι άντίκρυζαν αυτήν με .μεγάλο σεβασμό καί ευλάβεια, διότι είναι μία εργασία γεμάτη από μεγάλη πνευματική ωφέλεια.
57) Καί προς τους συκοφάντας του απηύθυνε ό όσιος τα έξης λόγια:
—Προσέχετε, φίλοι μου, εσείς πού τολμάτε να κατήγορήτε την καρδιακή προσευχή, μη γίνετε συνεργοί του αιρετικού Βαρλαάμ του Καλαβροϋ καί των μαθητών του. Δεν συγκλονίζεται άραγε ή ψυχή σας, μήπως καταδικασθήτε όπως αυτοί σε ανάθεμα της Εκκλησίας καί χωρισθήτε από τον Θεό; Σάς φαίνεται άραγε ανώφελο να έπικαλήσθε το όνομα του Ιησού; ‘Αλλά καί οσον άφορα την σωτηρία σας, δεν θα σωθήτε με κανένα άλλο τρόπο παρά με το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
58) Κατόπιν πρόσθεσε λέγοντας:
—Εάν ή έπίκλησις του ονόματος του Ίησο είναι σωτήριος, καί ό νους καί ή καρδιά του ανθρώπου είναι έργα των χεριών του Θεού, τότε πώς είναι δυνατόν να άμαρτήση ό άνθρωπος, ό όποιος από το βάθος της καρδιάς του υψώνει με τον νου την προσευχή του στον γλυκύτατο Ιησού καί ζητά άπ’ Αυτόν το έλεος Του;
59) Σ’ αυτούς πού ήθελαν να αποκτήσουν την καρδιακή προσευχή ό στάρετς Παΐσιος έλεγε:
—Εάν κάποιος τολμήση να κάνη αυτή την εργασία με τον δικό του τρόπο, χωρίς να ρωτήση καί συμβουλευθή τους πεπειραμένους, σύμφωνα με την ταξί των Αγίων Πατέρων, ενώ είναι ακόμη υπερήφανος, εμπαθής καί αδύνατος, χωρίς διακόνημα καί υπακοή, έστω κι αν ζή στην έρημο καί στην ησυχία, αυτός στ’ αλήθεια —το λέγω καί εγώ— εύκολα θα πέσή σ’ όλες τίς παγίδες του διαβόλου.
60) Κατόπιν είπε καί αυτά ό όσιος:
—Τέχνη ονομάζουν αύτη την εργασία οί Αγιοι Πατέρες, διότι όπως την τέχνη δεν μπορούν να την διδαχθούν μόνοι των οί άνθρωποι χωρίς την βοήθεια ενός διδασκάλου, έτσι δεν είναι δυνατή ή άπόκτησις της νοερας προσευχής χωρίς ένα ειδικευμένο οδηγό.
61) Καί γι’ αυτούς πού δεν ευρίσκουν εύκολα έμπειρους πνευματικούς οδηγούς, έλεγε ό μεγάλος στάρετς:
—Εάν κάποιος ζήση με υπακοή, αλλά δεν ευρίσκει στους πνευματικούς του πατέρας ένα έμπειρο οδηγό με έργα καί πείρα γι’ αυτήν την θεία εργασία —διότι πράγματι στην σημερινή εποχή υπάρχει μεγάλη έλλειψις από αληθινούς διδασκάλους της προσευχής— να μην άπελπισθή. ‘Αλλά να παραμείνή στην υπακοή κοντά στον πνευματικό του πατέρα, να τρέξη στην διδασκαλία των Αγίων Πατέρων καί άπ’ αυτούς να σπουδάσει αυτή την προσευχή.
62) Καί πάλι έλεγε:
—Μόνο ένας δεν θα αίσθανθή θερμή αγάπη για την άπόκτησι της νοερας προσευχής, αυτός ό όποιος έχει αιχμαλωτισθή από τους εμπαθείς λογισμούς της ζωής αυτής καί είναι δεμένος με τα δεσμά των σωματικών φροντίδων, οί όποιες απομακρύνουν πολλούς από την Βασιλεία του Θεού.
63) Ύστερα πρόσθεσε καί αυτά:
—Οποιος θέλει να είναι ενωμένος ερωτικά με τον γλυκύτατο Ίησοϋ, αφού άρνηθή ολες τίς ώραιότητες καί απολαύσεις αυτού του κόσμου, καθώς καί την σωματική ανάπαυση, να μην έπιθυμήση να εχη τίποτε άλλο σ» αυτή την ζωή, παρά να άσχοληται αδιάκοπα μ’ αυτό το έργο της παραδείσιας προσευχής.
64) Ό ηγούμενος Παίσιος ήταν πολύ ελεήμων. Στήν περίοδο εισβολής εχθρικού στρατού στην Μπουκοβίνα, χιλιάδες οικογένειες χωρικών κατέφυγαν στα δάση γύρω από το μοναστήρι Ντραγκομίρνα. Τον χειμώνα ό όσιος μετέφερε τους μοναχούς στο μισό τμήμα
του μοναστηρίου, ενώ το υπόλοιπο το έθεσε στην διάθεσι των πτωχών λαϊκών, των υπερηλίκων καί των μητέρων με τα παιδιά των. Ή μεγάλη καί ζεστή τράπεζα προσφερόταν παράλληλα καί για τον δυστυχισμένο λαό. Κατόπιν ό όσιος έδινε εντολή στον αποθηκάριο,
στον φούρναρη, στον μάγειρα να δώσουν σε όλους τρόφιμα, όσα ζητοϋσάν. Εφτιαχναν φαγητό καί ζύμωναν ψωμί συνεχώς. Έτσι λοιπόν ό όσιος Παΐσιος έγινε ό πατέρας όλων με τη διάσωσι πολλών ανθρώπων από τον θάνατο.
65) Μετά την έγκατάστασι του στάρετς Παϊσίου στο μοναστήρι του Σέκου, έγραφε ό ιδιος συχνά λόγους πνευματικής διδασκαλίας στους μαθητάς του πού έμεναν στην Ντραγκομίρνα. Να πώς συμβούλευε τα πνευματικά του παιδιά:
—Παιδιά μου, πάντοτε να γρηγορήτε καί κάθε ήμερα να κάνετε αρχή μετανοίας. Να αποφεύγετε τους περιττούς λόγους πού θανατώνουν την ψυχή, μη πηγαίνετε από κελί σε κελί χωρίς την άδεια του Πνευματικού σας, να έξομολογήσθε τακτικά τους λογισμούς σας καί έτσι θα διαλύονται όλοι οί διαβολικοί πειρασμοί. Ύστερα να διαβάζετε τα συγγράμματα των Αγίων Πατέρων, με τα όποια φωτίζεται ό νους του ανθρώπου καί αυξάνεται ό πόθος για την έκπλήρωσι των εντολών του Θεού. Διότι μόνο ή πίστις, χωρίς τα έργα, δεν οδηγεί ποτέ στην σωτηρία.
Κάθε ένας, ανάλογα με τίς δυνάμεις του, να εργάζεται στις δουλειές του κοινοβίου καί να μη κάνη συνάξεις στην πύλη του μοναστηρίου για μάταιες συζητήσεις. όπου υπάρχει φιλοπονία, εκεί λάμπει το φως, εκεί φυτεύεται ή ειρήνη, εκεί ό σατανάς δεν ευρίσκει τόπο καί από έκεϊ φυγαδεύονται τα πάθη. Ενώ όπου δεν υπάρχει ζήλος, όλα έρχονται ανάποδα: Στόν καλό τόπο γίνεται το κακό, στον τόπο του φωτός ξεχύνεται το σκοτάδι, στον τόπο του Χριστού μπαίνει καί κατοικεί ό διάβολος.
66) Έλεγαν για τον στάρετς Παΐσιο ότι καθημερινά δεχόταν στο κελί του τους μοναχούς οποιαδήποτε ώρα, καί μάθαινε τους πνευματικούς καί σωματικούς των αγώνας. Μ’ αυτή την ευκαιρία ό στάρετς τους έλεγε:
—Εάν κάποιος από σας κάνη κάποια πνευματική ή σωματική ασκήσι καί εξ αιτίας αυτής κυριεύεται από λογισμούς, στενοχωρείται, καί παρ’ όλα αυτά δεν έρχεται σε μένα να έξομολογηθή, εγώ γι’ αυτήν την άσκηση καί ανοησία του δεν έχω να δώσω καμία απολογία ενώπιον του Θεού.
67) Έδιηγοϋντο πάλι για τον μεγάλο στάρετς, ότι στο μοναστήρι Νεάμτς οί πνευματικές καί θεολογικές συγγραφικές ασχολίες του είχαν φθάσει σε μεγάλη ανθησι. Εδώ έθεμελίωσε μία ολόκληρη σχολή για την κατάρτισι διορθωτών καί μεταφραστών των βιβλίων.
Τα πάτερικά χειρόγραφα γέμισαν την βιβλιοθήκη του μοναστηρίου Νεάμτς καί διαδόθηκαν σε αρκετά μοναστήρια της χώρας, μέχρι καί τα σύνορα. Ετσι το Νεάμτς έγινε κέντρο καί λαμπάδα του ορθοδόξου μοναχισμού, φροντιστήριο της ήσυχαστικής ζωής καί έδρασε πνευματικά σ’ όλη την ορθόδοξο Ανατολή.
68) Ιδιαίτερη φροντίδα είχε ό όσιος για τους ασθενείς. Στο μοναστήρι Νεάμτς ‘ίδρυσε νοσοκομείο καί ξενώνα για τους έπισκέπτας. Τους υπερήλικας καί ασθενείς τους έβαλε στο νοσοκομείο καί τους εμπιστεύθηκε στον αδελφό Όνώσιο, πού ήταν νοσοκόμος
της μονής. Παράλληλα ζητούσε από τους δΐάκονήτάς να φροντίζουν τους ασθενείς σαν να ήταν ό ίδιος ό Χριστός, να τους δίνουν τις καλλίτερες τροφές, λευκό ψωμί, κρασί, να τους πλένουν κάθε εβδομάδα καί να τους υπηρετούν γενικά με υποδειγματική καθαριότητα
στο νοσοκομείο. Ό στάρετς δεχόταν στο νοσοκομείο καί λαϊκούς αδελφούς πού υπέφεραν από διάφορες ασθένειες καί δεν είχαν που να κλίνουν την κεφαλή. Αυτοί έμεναν σε απομακρυσμένα δωμάτια, έτρωγαν από το κοινό φαγητό καί ζούσαν εκεί όσο καιρό ήθελαν, μερικοί μάλιστα μέχρι θανάτου.
69) Κάποτε ό στάρετς, δταν έμπαινε για το μοναστήρι, είδε ένα αδελφό να δίνη με τα χεριά ελεημοσύνη καί να κοιτάζή εδώ καί έκεΐ. Τότε ο όσιος κάλεσε τον Πνευματικό του αδελφού καί του είπε:
—Αυτά διδάσκεις στους μαθητάς σου; Κοίταξε πώς παραβαίνεις τον μοναχικό κανονισμό καί σκανδαλίζεις τους αδελφούς! Κατόπιν έδωσε καί στους δύο κανόνα (έπιτίμιο) να κάνουν επί τρεις ήμερες μετάνοιες την ώρα του φαγητού στην τράπεζα, για να διδαχθούν καί ολοι οΐ άλλοι από το σφάλμα των.
70) Έλεγαν οί μαθηταί του ότι συχνά έβλεπαν τον όσιο να ξενυκτά με καρδιακό πόνο δίπλα στα κρεβάτια των αδελφών πού ήταν άρρωστοι. Συνέπασχε, συστέναζε, τους έδινε παρηγοριά με την ελπίδα της θεραπείας των. Ετσι δεν ήταν λίγη ή άνακούφισις πού αισθάνονταν οι ασθενείς στην σκληρή των δοκιμασία.
71) Έλεγαν πάλι για τον οσιο Παΐσιο ότι μία φορά τον χρόνο, στην Εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, έπήγαινε στο μοναστήρι του Σέκου, όπου αγωνίζονταν έκεϊ εκατό περίπου αδελφοί. Έμενε δύο εβδομάδες, κήρυττε διδακτικούς λόγους στην εκκλησία, παρηγορούσε τους αδελφούς καί μετά την εορτή της Απότομης της κεφαλής του Τιμίου Προδρόμου τους ευλογούσε ολους καί επέστρεφε πάλι στο Νεάμτς, οπού τον περίμενε όλη ή συνοδεία.
72) Να τί έγραφε για την πνευματική ζωή του μοναστηριού Νεάμτς ένας προσκυνητής μοναχός ονόματι Θεοφάνης:
—Ή εκούσια άκτημοσύνη των είχε φθάσει σε τέλειο βαθμό. Στά κελιά, εκτός από εικόνες, βιβλία καί εργαλεία για τα εργόχειρα δεν υπήρχε τίποτε άλλο. Οί μοναχοί διακρίνονταν προπαντός για την ταπείνωση των καί αποστρέφονταν με βδελυγμία την υπερηφάνεια. Μίσος καί φθόνο δεν γνώριζαν. Εάν συνέβαινε σε κάποιον από έξαψι ή καταφρόνησι να προσβάλη κάποιον, αμέσως έσπευδε να συμφιλιωθή. Αυτός πού δεν ήθελε να συγχώρηση τον αδελφό πού του έφταιξε, απομακρυνόταν από το μοναστήρι. Το βάδισμα των μοναχών ήταν σεμνό. όταν συναντούσε ό ένας τον άλλο, καθένας έβαζε πρόθυμα εδαφιαία προσκύνησι (μετάνοια). Στήν εκκλησία καθένας στεκόταν σε ένα καθορισμένο τόπο. Ή ματαιολογία είχε τελείως έξαφανισθή, τόσο στην εκκλησία καί στα κελιά όσο καί εκτός.
73) Αυτός ό ίδιος ό προσκυνητής Θεοφάνης έγραψε καί για τα διακονήματα των μοναχών του μοναστηρίου Νεάμτς.
—Στο κοινόβιο του οσίου Παϊσίου ζούσαν 800 αδελφοί και όταν πήγαιναν στις μεγάλες δουλειές (παγκοινιές) από εκατό έως πεντακόσιοι αδελφοί, τότε ό ένας άπ’ αυτούς διάβαζε ψυχωφελείς λόγους από ένα διδακτικό βιβλίο ή έλεγε λόγια εποικοδομητικά της ψυχής. Εάν κανείς άρχιζε την φλυαρία, αμέσως τον σταματούσαν.
74) Ακολούθως, για την ζωή των μοναχών στα κελιά ό ίδιος Ο Θεοφάνης έγραφε:
—Στά κελιά μερικοί έγραφαν βιβλία, άλλοι έπλεκαν, άλλοι ύφαιναν λινά, άλλοι έκοβαν καλυμμαύχια καί σκουφιά, έφτιαχναν κομποσχοίνια, ύφαιναν ύφασμα για ράσα καί μανδύες, σκάλιζαν σταυρούς καί κουτάλια ή άσχολοϋντο με άλλες χειρωνακτικές εργασίες. Ολοι ήταν κάτω από την πνευματική έπαγρύπνισι των Πνευματικών των, στους οποίους έξομολογοΰντο τους λογισμούς καί τα αμαρτήματα των δύο φορές την ήμερα. Το πρωΐ έλεγαν αυτά πού τους συνέβαιναν από τον πόλεμο του σατανά την νύκτα, ενώ το βράδυ αυτά πού τους συνέβαιναν την ημέρα. Χωρίς την ευλογία των Πνευματικών δεν τολμούσε κανείς να κάνη κάτι, ούτε καν ένα φρούτο να φάη.
75) Ηταν συνήθεια κατά την εορτή του μοναστηρίου Νεάμτς, της Αναλήψεως του Χριστού, να συγκεντρώνεται πολύς κόσμος από την Μολδαβία, Βλαχία καί από άλλες περιοχές. Τότε ό όσιος Παίσιος δεν είχε καιρό για ανάπαυση επί τέσσαρες ήμερες. Από το
πρωί μέχρι το βράδυ οί πόρτες ήταν ανοικτές για ολους, καί τους πλουσίους καί τους πτωχούς. Προς ολους τους προσκυνητάς έξεδήλωνε μία πρωτοφανή αγάπη σαν δεύτερος Αβραάμ, τους αποχαιρετούσε με αγάπη καί τους ευχαριστούσε για την υπομονή πού είχαν
να υποβληθούν σε τόσο κόπο καί σε τέτοια όδοιπορία. Μετά τουςευχόταν να τους βοηθεΐ ό Κύριος καί ή Θεοτόκος ψυχικά καί σωματικά καί τους έστελνε στον ξενώνα των προσκυνητών.
76) Έλεγαν για τον οσιο Παΐσιο ότι κοπίαζε πάρα πολύ για την μετάφρασι Πατερικών βιβλίων από την αρχαία ελληνική γλώσσα στην σερβική καί την ρουμανική, προκειμένου να βοηθήσει και να ώφελήση ψυχικά αυτούς πού θα επιθυμήσουν να διδαχθούν τίς διδασκαλίες των θεραπόντων του Θεού, των αγίων πατέρων μας.
77) Ηταν άξιο θαυμασμού, έλεγε ό μαθητής του Πλάτων, το πώς μπορούσε να γραφή τόσα βιβλία. Διότι ήταν υπερβολικά αδύνατος καί σ’ δλη την δεξιά πλευρά είχε πληγές. Καί το κρεββάτι όπου κοιμόταν, ήταν περικυκλωμένο από βιβλία, αρκετά λεξικά, την
Βίβλο στα ελληνικά καί σλαβονικά, γραμματική ελληνική καί σλαβονική, βιβλία πού μετέφραζε καί στο μέσον αυτών το φως της λάμπας. Ενώ αυτός σαν ένα μικρό βρέφος καθόταν σκυφτός σχεδόν όλη την νύκτα, λησμονώντας την σωματική του αδυναμία καί το βάρος των πόνων καί κακοπαθειών του.
78) Ύστερα πρόσθεσε ό μαθητής του:
—»Ω απαθέστατε καί άγιε Γέροντα! «Ω ψυχή καθαρά καί με τον Θεό ενωμένη! Όλοσχερώς ενωμένος με τον Θεό, καί πλημμυρισμένος κυριολεκτικά από αγάπη για τον πλησίον. Ό λόγος του δυνατός, ικανός να πείση, πλήρης χάριτος. Είχε την δύναμη να ξερριζώνη τα πάθη καί να φυτεύη τίς αρετές στις ψυχές αυτών πού του έκαναν υπακοή με εμπιστοσύνη καί αγάπη.
79) Έλεγαν οί μαθηταί του στάρετς Παϊσίου ότι αυτός μετέφρασε στα ρουμανικά λίγα βιβλία, όπως τους λόγους του αγίου Νείλου του Σόρσκυ, επειδή ήταν περισσότεροι οί μολδαβοί μοναχοί πού μετέφραζαν από τα ελληνικά παρά οί σλάβοι. Στήν σλαβονική γλώσσα μετέφραζαν μόνο ό όσιος Παΐσιος μαζί με τον μαθητή του ιερομόναχο Δωρόθεο. Ενώ στην ρουμανική γλώσσα μετέφρασαν πάρα πολλοί ελληνομαθείς μολδαβοί, όπως:
1) Ό αρχιμανδρίτης Μακάριος, μεγάλος πρωτοψάλτης, μετέφρασε τίς ομιλίες του αγίου Μακαρίου, τους λόγους του αγίου Ισαάκ του Σύρου καί αλλά.
2) Ό Ιερομόναχος Ίλαρίων μετέφρασε τους λόγους του αγίου Καλλίστου Καταφυγιώτου, την Εξαήμερο του Μεγάλου Βασιλείου καί αλλά.
3) Ό όσιος μοναχός Γερόντιος μετέφρασε πολλά βιβλία, όπως:
α) Την Μικρή συλλογή Κανόνων.
β) Το Κυριακοδρόμιο, με λόγους των Ευαγγελίων ολων των Κυριακών του έτους, τυπωμένο στο Βουκουρέστι.
γ) Την ερμηνεία των Ευαγγελίων του αγίου Θεοφύλακτου, τυπωμένο στο Ιάσιο.
δ) Το Θεολογικόν (Δογματική) του αγίου Ιωάννου του Δαμάσκηνου, τυπωμένο στο Ιάσιο.
ε) Το Κεκραγάριον του αγίου Αυγουστίνου (μονόλογοι), τυπωμένο στο μοναστήρι Νεάμτς καί αλλά.
4) Ό όσιος ιεροδιάκονος Στέφανος μετέφρασε την ζωή των αγίων ολου του έτους από την σλαβονική γλώσσα, τυπωμένο στο μοναστήρι Νεάμτς κατά τα έτη 1807-1815.
5) Ό όσιος μεγαλόσχημος μοναχός Ισαάκ ό διδάσκαλος, μετέφρασε από την ελληνική γλώσσα:
Α) Το βιβλίο του αγίου Ιωάννου της Κλίμάκος καί β) Την Παράκλήσι της Θεοτόκου, ή οποία τυπώθηκε στο μοναστήρι Νεάμτς, ενώ από τα σλαβονικά μετέφρασε το τυπικό του αγίου Σάββα, το όποιο τυπώθηκε στο Ιάσιο το έτος 1816.
Β) Ό μητροπολίτης Γρηγόριος ό διδάσκαλος, μαθητής του στάρετς Παϊσίου από το μοναστήρι Νεάμτς, μετέφρασε καί αυτός Ικανό αριθμό βιβλίων από την ελληνική γλώσσα, όπως το Γεροντικό καί αλλά, τα όποια τυπώθηκαν στο Βουκουρέστι, όταν έγινε μητροπολίτης της Ρουμανικής Χώρας (1823-1834).
80) Ενας έλληνας προσκυνητής του μοναστηρίου Νεάμτς, ονόματι Κωνσταντίνος Καράγιας, περιέγραφε ως έξης το πλήρες αγίου Πνεύματος πρόσωπο του μεγάλου στάρετς Παϊσίου:
—Για πρώτη φορά στην ζωή μου είδα με τα μάτια μου ζωντανή καί ανυπόκριτη αγιότητα. Με κατέπληξε το ωχρό καί φωτεινό πρόσωπο του, χωρίς σταγόνα αίμα, μία μεγάλη καί λευκή γενειάδα πού έλαμπε σαν ασήμι καί μία ασυνήθιστη καθαριότητα στα ρούχα καί στο κελί του. Ό λόγος του ήρεμος καί ειλικρινής. Μου άρεσε αυτός ό άνθρωπος, διότι ήταν ολοκληρωτικά χωρισμένος από τα γήινα.
81) Ό μαθητής του Πλάτων έλεγε τα έξης για τον οσιο Παισιο:
—Αυτός ό ηγούμενος είχε φλογερή αγάπη, διότι από την νεότητα του αγάπησε τον Θεό με όλη την ψυχή του. Ολους τους άγαποϋσε καί τους θέρμαινε με την αγάπη καί την στοργή του. Για τον καθένα αισθανόταν πόνο. Συνάμα τα πνευματικά του παιδιά τα αγκάλιαζε με πνευματική αγάπη περισσότερο από την ψυχή του. Κάθε άνθρωπος πού ερχόταν σ’ αυτόν για ψυχική ή πνευματική βοήθεια δεν έφευγε με αδειανά τα χέρια. Ουδέποτε στράφηκε εναντίον κάποιου ή λύπήσε κανέναν.
82) Ό ίδιος ό μαθητής του συνέχιζε:
—Ηταν σ’ αυτόν ενωμένες ή παντοτεινή υπομονή καί ή πραότητα, ενώ το μίσος καί ή οργή δεν εκδηλώνονταν σ’ αυτόν, παρά μονό στην παράβασι των θείων εντολών. Ηλεγχε καί εξέταζε με πραότητα, έπέπλήττε καί δίδασκε με αγάπη, εύσπλαχνιζόταν καί μακροθυμοΰσε με την ελπίδα βελτιώσεως.
42) Επίσης καί αυτά τα φυσικά χαρακτηριστικά του ήταν καταστόλιστα με την Θεία Χάρι, συνέχιζε ό μαθητής του. Το πρόσωπο του λευκό, θείο καί αγγελικό, ή ματιά του γλυκεία, ό λόγος του ταπεινός, άπαρρήσίαστος, ξεχειλισμένος από ευσπλαχνία, καί ολους
τους τραβούσε κοντά του. Ό νους του διαρκώς ενωμένος με τον Θεό δια της αγάπης. Άπόδειξις τρανή τα πολλά του δάκρυα.
43) Έλεγε ένας από τους μαθήτάς του οσίου Παϊσίου ότι τόσο είχε αποκτήσει το δώρο της καθαράς προσευχής, ώστε το πρόσωπο του έλαμπε, τα μάτια του έτρεχαν δάκρυα από τον φόβο του Θεοΰ πού είχε φυτευθή στην καρδιά του. Κάποτε, πρόσθεσε ό μαθητής, όταν εϊμασταν στην Ντραγκομίρνα, ήλθα στον ηγούμενο καί βλέποντας την πόρτα ανοικτή, κτύπησα καί μπήκα μέσα. Το πρόσωπο του έλαμπε σαν φλόγα. Είπα τον χαιρετισμό: Ευλόγησαν Γέροντα! Δεν μου απάντησε. Επανέλαβα το ίδιο δεύτερη φορά. Καμία άπάντησις. Τότε κυριεύθηκα από φόβο. Κατάλαβα ότι είχε αρπαγή κατά την ώρα της προσευχής. Περίμενα ακόμη λίγο καί μετά βγήκα από το κελί του.
85) Ό όσιος Πάίσιος είχε καί το προορατικό χάρισμα. Πολλές φορές έβλεπε στο ονειρό του ένα σπαθί κρεμασμένο από μία κλωστή πάνω από το κεφάλι του Μολδαβοϋ ήγεμόνος Γρηγορίου Γκίκα. Μετά από λίγες ημέρες οι τούρκοι του έκοψαν το κεφάλι του κατ’ έντολήν του Σουλτάνου. Πολύ πικράθηκε ό ηγούμενος Παίσιος γι’ αυτό.
86) «Έλεγαν πάλι ότι συχνά στέναζε καί θρηνούσε ό στάρετς για κάποιον αδελφό της αδελφότητας του, τον όποιο συμβούλευε να διορθωθή, αλλά ό αδελφός δεν άκουγε. Ύστερα από τρεις ημέρες Ο αδελφός αυτός άπαγχονίσθηκε.
87) Για ένα άλλον αδελφό προσευχόταν πάλι ό στάρετς να μη αναχώρηση από το μοναστήρι.
—Αδελφέ, του έλεγε, άκουσε με, διότι δεν θα δής τον τόπο αυτό πού θέλής να μεταβής. Πράγματι, ό αδελφός δεν τον άκουσε καί μετά από τέσσαρες ήμερες απέθανε.
88) Αναρίθμητες καί θεοφώτιστες ήταν οι επιστολές του στάρετς Παϊσίου προς διαφόρους φίλους του, λαϊκούς, ιερείς, μοναχούς καί ηγουμένους. Να τί γράφει προς τους μοναχούς της Σκήτης Ρομπάϊα του νομού Αρντζες, οί όποιοι του ζητούσαν ένα Ιερέα.
—Στήν επιθυμία σας να σας στείλουμε ένα ιερέα για να διοργάνωση την κοινοβιακή ζωή σας, δεν γνωρίζουμε τί να σας απαντήσουμε. Καί εμείς οί ίδιοι είμεθα στην αρχή καί έχουμε ανάγκη από συμβουλές. Το μόνον πού μπορώ να ειπώ είναι ότι κατά την ταξί των Αγίων Πατέρων μπορείτε μόνοι σας να διοργανώσετε την πνευματική σας ζωή. Κατ’ αρχήν απαιτείται ό ηγούμενος να γνωρίζή την Αγία Γραφή, για να γνωρίζή να διδάσκή καί τους μαθητάς του. Να εχη προς αυτούς αληθινή καί ανυπόκριτη αγάπη, να είναι πράος, ταπεινός, υπομονετικός, άνεξίκακος, άφιλοχρήματος, απαλλαγμένος από την υπερηφάνεια, την λαιμαργία καί από όλα τα άλλα πάθη. Συνάμα οί μαθηταί του να είναι στα χέρια του ηγουμένου όπως ό πηλός στα χέρια του άγγειοπλάστου. Να μη κάνουν τίποτε χωρίς την ευλογία του, να μη έχουν κάτι το ιδιαίτερο, αλλά τα πάντα, καί τα βιβλία καί το κρεβάτι καί όλα τα αλλά να έχουν δοθή με την ευλογία του ηγουμένου. Κατόπιν ή σκήτη σας, οπουδήποτε βρίσκεται, να μην εξαρτάται από άλλο μοναστήρι, αλλά να κυβερνάται μόνη της, ώστε οί αδελφοί να σωθοϋν από τον γέροντα των, ενώ ό ηγούμενος από τον Κύριο.
89). Επίσης προς τους μοναχούς της σκήτης Μεγάλη Ποϊάνα έγραφε:
—Μη ταράζεσθε για την ακακία καί ταπείνωση του πατρός Αλεξίου, του νέου ηγουμένου σας. Διότι κατά τους αγίους Πατέρας, ό ηγούμενος πρέπει να είναι προς τους αδελφούς ταπεινός, ειρηνικός, πράος, άκακος, σε θέσι να ύποφέρη ολους τους πειρασμούς καί να μπορεί να δίνη στους αδελφούς το παράδειγμα της υπομονής. Μην άνησυχήτε, διότι αυτός είναι αδύνατος στο σώμα, πλην όμως είναι υγιής στο πνεύμα καί συνετός στο νου. Άλλα έσεϊς πού γνωρίζετε την αδυναμία της φύσεως του, μη ζητάτε άπ’ αυτόν σωματικές κακοπάθειες υπεράνω των δυνάμεων του. Άλλα να τον συμπονάτε, για να μη χαθή πριν από την κανονική του ώρα καί ζημιωθούν οί αδελφοί. Είναι αρκετό σ’ αυτόν να παραμένή στο κελί του, να προστατεύει την υγεία του, να διαβάζη ψυχωφελή βιβλία, για να είναι έτοιμος στον κατάλληλο καιρό να δώση στους αδελφούς τίς ωφέλιμες συμβουλές για την σωτηρία των. Να ταπεινώνεσθε ό ένας ενώπιον του άλλου καί να υπακούετε ό ένας στον άλλον, να έχετε την αγάπη του Θεού μεταξύ σας καί να είσθε μία ψυχή, μία καρδιά, με την Χάρι του Θεοΰ.
90) Κάποιος ιερεύς ερώτησε τον δσιο Πάίσιο:
—Μπορεί άραγε ό ιερεύς να συγχώρηση κάποιον πού μετανοεί με αληθινή μετάνοια καί να του δώση τα άγια Μυστήρια χωρίς επιτίμιο (κανόνα) λόγω αδυναμίας του;
—Εάν ή ασθένεια του είναι σωματικής φύσεως, απάντησε ό όσιος, καί πλησιάζη προς τον θάνατο, καί δεν έχει καιρό να κάνη κανόνα, τότε, καί αν ακόμη έχει κάνει μεγάλες αμαρτίες καί μετανοήση, ό ιερεύς πρέπει να τον συγχωρή καί να του δίνη τα αγία Μυστήρια. Εάν όμως μπορεί να κάνη κανόνα, ό ιερεύς να μη τον λύνη, μέχρι να τελείωση τον κανόνα του διότι ό κανόνας είναι το ένα τρίτο της μετανοίας.
91) Κατόπιν πρόσθεσε καί αυτά τα λόγια:
—Σας λέγω καί αυτό: εγώ ανεζήτησα με πόθο να βρω στον εαυτό μου κάποιο έπιτίμιο ανεκτέλεστο, πού θα με απομάκρυνε από την Θεία Κοινωνία, αλλά δεν μπόρεσα να βρω. Είναι όμως φοβερά τρομακτική καί φρικιαστική ή καταδίκη των ιερέων πού τολμούν να κοινωνούν αυτούς πού εμποδίζονται με έπιτίμιο. Καί τους δύο ή Εκκλησία τους παρομοιάζει με τον Ιούδα τον προδότη.
92) Έλεγε πάλι ό μεγάλος στάρετς:
—Μιμηθήτε την πραότητα του Χριστού, για να αντιστέκεστε μέχρις αίματος στο πάθος του μίσους καί να ειρηνεύετε με ολους. Αυτό είναι το πλέον απαραίτητο, όπως ό ίδιος ό Χριστός λέγει στους μαθητάς του «Ειρήνη ύμΐν». «Είρήνην την έμήν δίδωμι ύμΐν». όπου υπάρχει ή ειρήνη του Χριστού, έκεϊ κατοικεί ό Χριστός. Ενώ στην ψυχή πού δεν υπάρχει ή ειρήνη του Χριστού, ούτε ό Χριστός εκεί υπάρχει.
93) Καί πάλι έλεγε:
—Ή υπομονή είναι καί αυτή τόσο απαραίτητη για την σωτηρία μας, ώστε ό Χριστός έλεγε: «Εν τη υπομονή υμών κτήσασθε τάς ψυχάς υμών». Καί το κέρδος της ψυχής δεν είναι τίποτε άλλο παρά ή σωτηρία της. Υπομονή ακόμη πρέπει να έχετε όχι μόνο για ένα ώρισμένο χρονικό διάστημα, αλλά μέχρι θανάτου, διότι «ό ύπομείνας εις τέλος, ούτος σωθήσεται».
94) Οσον αφορά την ταπείνωση έλεγε ό όσιος Πάίσιος:
44) —Ή ταπείνωσις είναι το θεμέλιο όλων των ευαγγελικών αρετών. Είναι τόσο αναγκαία για την σωτηρία όσο ή αναπνοή για την ζωή των ανθρώπων. Ολοι οι άγιοι με πολλούς κόπους καί τρόπους σώθηκαν, αλλά χωρίς ταπείνωση κανείς δεν σώζεται καί δεν μπορεί να σώση τους άλλους. Γι’ αυτό καθένας πού θέλει να σωθεί, πρέπει ολόψυχα καί απέναντι του Θεοΰ να αισθάνεται πώς για ό,τιδήποτε συμβαίνει στους άλλους ανθρώπους καί για οποιαδήποτε αμαρτία, είναι ένοχος μόνον ό εαυτός του καί όχι οί άλλοι
Κατά πασά πιθανότητα ήταν στην καταγωγή Μολδαβός, ίσως να καταγόταν από το γένος των Καντεμίρ. Λόγω των συχνών επιθέσεων των Οθωμανών καί Τατάρων, οί προγονοί του μετοίκησαν καί εγκατεστάθησαν στην πόλη Πολτάβα της Μικρορωσίας. Ό όσιος στάρετς Παίσιος γεννήθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 1722 στην Πολτάβα από γονείς ευλαβείς. Ό πατήρ του ήταν ιερεύς στον καθεδρικό ναό της Πολταβας. Σ’ αυτό το σπίτι υπήρχε ή ευλογία του Θεού. Ό Πέτρος (αυτό ήταν το κατά κόσμον όνομα του στάρετς) ήταν το ενδέκατο παιδί από τα δώδεκα αδέλφια. Ορφάνεψε μικρός από πατέρα, καί δόθηκε από την μητέρα του για να σπουδάσει στην Ακαδημία Μοβιλεάνα του Κιέβου το 1735. Μετά από τέσσερα χρόνια σπουδών, ή ψυχή του δεν εύρισκε ανάπαυση σ’ αυτά. Αισθανόταν το κάλεσμα για την μοναχική πολιτεία. Το φθινόπωρο του έτους 1739, όταν ήταν μόλις 17 ετών, αναχώρησε αναζητώντας ένα μοναστήρι καί έναν καλό Πνευματικό πού θα ήταν τόσο αναγκαίος για την ψυχή του. Επί επτά χρόνια περιπλανιόταν στις περισσότερες σκήτες καί μοναστήρια, μεταξύ των οποίων καί στην λαύρα Πετσέρσκα. Στο μοναστήρι Μεντβεντέσκι έγινε ρασοφόρος με το όνομα Πλάτων. Μα επειδή δε ν βρήκε ανάπαυση καί πνευματική ησυχία στα μοναστήρια της Ουκρανίας, παρακινήθηκε από το Άγιο Πνεύμα καί πέρασε στην Μολδαβία το 1745. Εδώ αγωνίζονταν πολλοί μοναχοί από την Μικρορωσία. Ό Πλάτων εγκαταστάθηκε στην σκήτη Τρεστιένι. Ύστερα επήγε στην σκήτη Κίρνουλ, κοντά στον ποταμό Μπουζάου, όπου ευρισκόταν τότε εκεί καί ό ερημίτης Ονούφριος. Το καλοκαίρι του 1746 αναχώρησε για τον Άθωνα καί έζησε λίγο καιρό στην έρημο, κοντά στην Μονή του Παντοκράτορας. Το 1750 ο στάρετς Βασίλειος έκειρε μοναχό τον ερημίτη Πλάτωνα, δίνοντας του το όνομα Παίσιος. Άπ’ αυτό το έτος ό ταπεινός Παΐσιος άρχισε να δέχεται μαθητάς στην σκήτη του αγίου Προφήτου Ήλιου (Ρωσική), όπου καί διέμενε. Έλαβε κατόπιν την ιεροσύνη καί έζησε στο Αγιον Όρος συνολικά 17 χρόνια. Το καλοκαίρι του 1763 ήλθε στην Μολδαβία με τους μαθητάς του καί κατοίκησε στο μοναστήρι Ντραγκομίρνα. Εδώ έμεινε 12 χρόνια —μέχρι τίς 14 Οκτωβρίου 1775— αφού δημιούργησε μιαν αδελφότητα από 350 μοναχούς. Το φθινόπωρο του 1775 ήλθε στο μοναστήρι του Σέκου, συνοδευόμενος από 200 μαθητάς. Πάλι το καλοκαίρι του 1779 μετώκήσε για τελευταία φορά στην μεγάλη Λαύρα της Μολδαβίας, στο μοναστήρι Νεάμτς.
Στο μοναστήρι Νεάμτς ο όσιος πέρασε τα τελευταία 15 χρόνια, πού ήταν τα πλέον καρποφόρα πνευματικά άπ’ όλη την ζωή του. Εδώ κατάρτισε ικανό αριθμό από μεταφραστές των έργων των αγίων Πατέρων, οργάνωσε την αδελφότητα κατά το αγιορείτικο τυπικό, δημιούργησε μια μεγάλη σε αριθμό συνοδεία, ή οποία πλησίαζε τους χίλιους μοναχούς, δίδαξε πολλούς μαθητάς του στην εξάσκηση της νοεράς προσευχής καί είχε πνευματικές σχέσεις με πολλά μοναστήρια, στάρετς, Πνευματικούς, ερημίτες, επισκόπους καί άρχοντας. στις 15 Νοεμβρίου 1794 ό μεγάλος στάρετς του μοναστηρίου Νεάμτς, ο επονομασθείς μέγας Βελιτσικόβσκυ, εξεδήμησε προς την μακαριά ανάπαυση, σε ηλικία 72 ετών. Ενταφιάσθηκε δίπλα στην εκκλησία, όπως φαίνεται μέχρι σήμερα.
Β) Έργα καί λόγοι διδασκαλίας
1) Τον καιρό πού ό ρασοφόρος Πλάτων ασκήτευε στην σκήτη Τρεστιένι, είχε τοποθετηθεί ως διακονητής στο μαγειρείο. Άλλα επειδή δεν ήξερε να μαγειρεύει καί ήταν καχεκτικός στο σώμα, κάποια ήμερα δεν έβρασε το φαγητό αρκετά. Καί όταν κατέβαζε το καζάνι από την φωτιά, χύθηκε από απροσεξία του όλο το φαγητό, για το όποιο έκλαψε πολύ, ζητώντας συγχώρηση. Την άλλη ημέρα επήρε εντολή να ζύμωση ψωμί στον φούρνο. Άλλα καί εδώ έπαθε τον ίδιο πειρασμό. Επειδή δεν ήξερε να φτιάξη το προζύμι καί δεν είχε την δύναμη να το ζύμωση όσο έπρεπε, το ζυμάρι δεν φούσκωσε. Ήλθε λοιπόν ένας αδελφός να τον βοηθήσει, το ζύμωσε πάλι. Μα δεν ήξερε ακόμη να κανονίσει την φωτιά στον φούρνο, με αποτέλεσμα να καούν όλα τα ψωμιά. Τότε ό ρασοφόρος Πλάτων ζητούσε γονατιστός συγχώρηση από τους πατέρας, καί έκλαιγε από την στενοχώρια του όλες εκείνες τίς ημέρες.
2./ Κάποιο φθινόπωρο ό ηγούμενος της σκήτης έβαλε τον Πλάτωνα να φυλάττει το αμπέλι με την εντολή να μη τρώγει σταφύλια, παρά μόνο μετά το φαγητό, διότι θα τον ενόχληση το στομάχι του.
Άλλα ό υποτακτικός νικήθηκε από την γαστριμαργία. όλη την ήμερα έτρωγε σταφύλια καί την ώρα του φαγητού δεν γευόταν τίποτε.
Με τον καιρό αρρώστησε, αδυνάτισε. Τότε τον κάλεσε ό ηγούμενος να τον δή. Καί ό Πλάτων, ντροπιασμένος, ομολόγησε το σφάλμα λόγω παρακοής του, καί ζήτησε με δάκρυα συγχώρηση.
4) Έλεγαν οί πατέρες της σκήτης για τον Πλάτωνα —καί αυτό αξίζει να το γνωρίσουμε— ότι μια νύκτα πού εξημέρωνε Κυριακή, Ο Πλάτων κοιμήθηκε με τόση όρεξη, ώστε δεν άκουσε καθόλου το καμπανάκι του όρθρου. όταν ξύπνησε, ή ακολουθία ευρισκόταν στην μέση. Τότε από την μεγάλη του λύπη άρχισε να κλαίει καί επέστρεψε στο κελί του. Την δεύτερη ημέρα ντρεπόταν να πάει στην Λειτουργία καί στην τράπεζα με τους αδελφούς, αλλά κάθισε στο κελί του κλαίγοντας, διότι τόσο πολύ ήταν κυριευμένος από τον φόβο του Θεού. Άπ’ αυτή την ήμερα για πολύ καιρό ό ρασοφόρος Πλάτων δεν κοιμόταν πλέον στο κρεβάτι, αλλά καθόταν σ’ ένα
σκαμνί, για να μπορεί να σηκώνεται στον όρθρο.
6) Τότε πού ό ταπεινός Πλάτων ασκήτευε στην σκήτη Κίρνου, πήγαινε συχνά στην έρημο, στον όσιο Ονούφριο, πολύ ενάρετο και χαριτωμένο άνδρα, καί του ζητούσε να του πει λόγους πνευματικούς. Κάποια φορά, αφού του είπε ό γέροντας για τα σωματικά και ψυχικά πάθη καί τον πονηρό πόλεμο των δαιμόνων, πρόσθεσε
στην συνέχεια καί αυτά:
—Εάν δεν προστατεύει ό Χριστός τον λαό του, δεν μπορεί να σωθεί κανένας από τους αγίους. Άλλα αυτός πού προσπίπτει στον Χριστό με πίστη, αγάπη, ταπείνωση καί δάκρυα, αυτός λαμβάνει ανέκφραστες ευλογίες καί χαρές, ειρήνη καί αγάπη θερμή από τον Θεό. Μάρτυρες αυτής της εργασίας είναι τα ανυπόκριτα δάκρυα πού πηγάζουν από μεγάλη αγάπη, καρδιακή συντριβή καί συνεχή ταπείνωση για τον Χριστό, Διότι μόνο με την αγάπη του Χριστού ό άνθρωπος γίνεται απαθής προς τα αγαθά αυτού του κόσμου.
7)Μετά από τέσσερα χρόνια πνευματικής ασκήσεως στην Μολδαβία, ό ρασοφόρος Πλάτων αναχώρησε για το Αγιον Όρος, για να γλιτώσει από την χειροτονία του σε ιερέα, όπως μόνος του το ομολόγησε αργότερα: «φοβήθηκα μήπως οί πατέρες της Μολδαβίας με αναγκάσουν να δεχθώ την ιεροσύνη.
8) Σαν έφτασε ό Πλάτων στο Όρος του Αθωνος, περπάτησε σ’ όλα τα μοναστήρια για να βρει έναν έμπειρο πνευματικό οδηγό. ‘Αλλά δεν βρήκε ένα Πνευματικό όπως τον ήθελε. Για αυτό αναχώρησε για την έρημο, καί ασκήθηκε μόνος του επί τέσσερα χρόνια, με
πολλή σκληραγωγία, στην προσευχή καί στην ανάγνωση των Αγίων Πατέρων, στα δάκρυα καί στην καθημερινή ολονύκτια αγρυπνία.
9) Ή άσκησης του μακαρίου Πλάτωνος ήταν στην μοναξιά αρκετά δύσκολη καί κοπιαστική. Ασχολιόταν αδιάκοπα με την ανάγνωση των Αγίων Γραφών καί την ψαλμωδία των ψαλμών. Τροφή ελάμβανε κάθε δεύτερη ήμερα, καί τότε μόνο με νερό καί παξιμάδι,
εκτός από τα Σάββατα, Κυριακές καί εορτές. Μα καί ή φτώχεια του ήταν πρωτοφανής. Ζούσε μόνο από την ελεημοσύνη. Είχε μόνο ένα ζωστικό καί ένα ράσο, καί αυτά πολύ παλαιά. Πολλές ώρες, λόγω της φτώχειας του, περπατούσε ξυπόλυτος τον χειμώνα, χωρίς υποκάμισο. ‘Αλλά ό ταπεινός Πλάτων χαιρόταν για την ένδεια του, όπως χαίρεται ό πλούσιος με τα πλούτη του. Ουδέποτε κλείδωνε την πόρτα του κελιού του, όταν έφευγε να πάει κάπου, διότι δεν είχε τίποτε μέσα, εκτός μόνο από τα βιβλία των αγίων Πατέρων πού τα είχε φέρει από το μοναστήρι.
10) Εκείνη την περίοδο, κατά θεία πρόνοια, ήλθε στο Αγιον Όρος ό μεγάλος στάρετς Βασίλειος από την Μεγάλη Ποιάνα. Παρέμεινε μερικές ημέρες στο κελί του μακαρίου Πλάτωνος. Μετά από επίμονες παρακλήσεις ό στάρετς Βασίλειος τον έκειρε μοναχό,
δίνοντας του το όνομα Παΐσιος.
Ύστερα ο γέροντας συνεβούλευσε τον μαθητή του ν’ άφήσή την ερημική ζωή καί να ακολουθήσει την βασιλική οδό, λέγοντας: Ολόκλήρη ή μοναχική ζωή διαιρείται σε τρία μέρη: πρώτον στην κοινοβιακή ζωή, δεύτερον στην ανά δύο ή τρεις διαβίωση, πού ονομάζεται βασιλική ή μέση οδός καί είναι τα πάντα κοινά, καί τρίτον στην κατά μονάς ερημική άσκηση, πού είναι κατάλληλη μόνο στους τελείους καί αγίους άνδρας.
Αυτόν τον καιρό όμως μερικοί μοναχοί ανακάλυψαν καί τέταρτο είδος ζωής στο μοναχικό πολίτευμα. Ό καθένας φτιάχνει κελί ό ίδιος, όπου του αρέσει, ζή μόνος του καί κυβερνάται κατά την θέληση του. Αυτοί δεν είναι πραγματικοί ερημίτες, αλλά αυθαίρετοι καί αυτόκλητοι, διότι εκλέγουν ένα τρόπο ζωής πού είναι στα μέτρα των δυνάμεων των, εγκαταλείποντας την κοινοβιακή υπακοή.
Μερικοί άπ’ αυτούς λέγουν: «Εγώ γι’ αυτό ζω μόνος μου, για να μη στεναχωρώ τον αδελφό μου, ούτε καί εγώ να στεναχωριέμαι από άλλους. Επίσης προφυλάγομαι από μάταιες συζητήσεις καί διάφορες κατακρίσεις». Γνωρίζεις όμως, φίλε μου, ότι αυτά τα λόγια περισσότερο σε ντροπιάζουν παρά σε δικαιώνουν; Διότι καί οί πατέρες της Εκκλησίας λέγουν ότι οί νέοι είναι ωφέλιμο για την ψυχή των να απέχουν από την υπερηφάνεια, το θέλημα των, την πονηρία καί άλλα παρόμοια ματαιόδοξα έργα ανθρωπινής αλαζονείας.
11) Πάλι έλεγε ό όσιος Βασίλειος στον μαθητή του Παίσιο:
—Καλλίτερα είναι να ζεις μαζί μ’ ένα αδελφό, να γνωρίζεις τίς αδυναμίες καί τον χαρακτήρα σου, να μετανοείς, να προσεύχεσαι ενώπιον του Κυρίου καί να αγιάζεσαι όλη την ήμερα με την Χάρι του Χριστού, παρά να αυξάνη ή αλαζονεία καί το θέλημα σου, να τα κρύβεις με πονηρία καί να τρέφεσαι πνευματικά μ’ αυτή την ιδιόρρυθμη ζωή. Διότι αυτή ή εγωιστική ζωή προκαλεί όχι λίγες πληγές από τα πάθη.
12) Πάλι πρόσθεσε ό στάρετς Βασίλειος:
Ή μοναχική κούρα πριν από τον κατάλληλο καιρό γίνεται αιτία υπερηφάνειας, όπως λέγει ό άγιος Βαρσανούφιος. Επομένως, εάν τον αδύνατο ή κούρα τον οδηγεί στην υπερηφάνεια, τότε πού να στηριχθεί αυτός πού αποτολμά αυτόν τον αγώνα με το θέλημα του; Δεν είναι άραγε καλλίτερα να βαδίζει την μέση καί βασιλική οδό, κρατώντας την σιωπή με άλλους δύο-τρεις;
13) Ή κοινοβιακή ζωή, κατά την εντολή του Κυρίου, έλεγε ό μεγάλος στάρετς, αυξάνει τον ζήλο στον μοναχό για κάθε έργο, γι’ αυτό καί πολεμείται από τον σατανά. Σ’ αυτή την ζωή δεν υπάρχει χώρος για την φιλαυτία καί την ατομικότητα, πού εξουσιάζουν συνήθως αυτούς πού ζουν με το δικό των θέλημα.
14) Αυτοί πού ζουν στην μοναξιά από την αρχή της μοναχικής ζωής των, τους φαίνεται κατόπιν δύσκολη ή ζωή του κοινοβίου. Γι’ αυτό μερικοί άπ’ αυτούς λέγουν: Ή εργασία για εμάς τους ίδιους προξενεί ζήλο καί επιμέλεια, ενώ ή εργασία για τους αδελφούς προκαλεί αμέσως οκνηρία καί γογγυσμό.
15) Έλεγε πάλι ό στάρετς Βασίλειος:
—Αυτός πού ζή στο θέλημα του, εργάζεται μόνο για τον εαυτό του, από αγάπη του εαυτού του. Ενώ αυτός πού ζή μέσα στην αδελφότητα, εργάζεται για τον Κύριο, από αγάπη για τον Κύριο. Γι’ αυτό πρέπει εμείς οί αδύνατοι να ακολουθούμε την βασιλική οδό, όπου ζουν πολλοί σ’ ένα τόπο. Μ’ αυτό το είδος της ζωής καί τους πειρασμούς θα νικήσουμε καί την φιλαυτία μας θα ξεριζώσουμε.
16) Αρχίζοντας ό μακάριος Παΐσιος να δέχεται κοντά του περισσοτέρους αδελφούς, κατά την συμβουλή του στάρετς Βασιλείου, είχε μεγάλη έλλειψη από ιερέα. Τότε οί αδελφοί παρακάλεσαν με δάκρυα τον Πάίσιο να δεχθεί την ιεροσύνη, αλλά αυτός δεν ήθελε, θεωρώντας τον εαυτό του ανάξιο. Τότε μερικοί από τους γέροντας πατέρας του Αθωνος είπαν στον όσιο:
—Πώς μπορείς να διδάσκεις τους αδελφούς να υπακούουν καί να κόβουν το θέλημα των, όταν εσύ δεν κάνεις υπακοή καί περιφρονείς τα δάκρυα τόσων ανθρώπων; Είναι φανερό ότι αγαπάς το θέλημα σου καί έχεις περισσότερη εμπιστοσύνη στα λόγια σου, παρά στα λόγια αυτών, πού είναι παλαιότεροι από εσένα καί στα χρόνια καί στην πείρα. Άραγε δεν αντιλαμβάνεσαι ότι κάνεις παρακοή; Σαν άκουσε τα λόγια αυτά ό Παίσιος, ύπήκουσε στην γνώμη των αθωνιτών πατέρων καί δέχθηκε την ιεροσύνη.
17) . Έλεγαν για την αδελφότητα του οσίου Παϊσίου στην Σκήτη του Προφήτου Ήλιου (Ρωσική) ότι είχε μεγάλη στέρηση από υλικά αγαθά, αλλά είχε σε τέλειο βαθμό την ειρήνη καί τον πνευματικό ζήλο. Έκτος από την συμμετοχή στις καθημερινές εκκλησιαστικές ακολουθίες ή αδελφότης ασχολείτο καί με τίς χειρωνακτικές εργασίες με τέλεια αγάπη, ταπείνωση καί σιωπή.
18) . Έλεγαν για τον μακάριο στάρετς ότι καί αυτός κοπίαζε την ήμερα στην κατασκευή κουταλιών, ενώ την νύκτα ασχολείτο με την ανάγνωση καί αντιγραφή πατερικών βιβλίων, θυσιάζοντας για τον ύπνο μέχρι τρεις ώρες.
Μερικές φορές τον χρόνο ό πατριάρχης Σεραφείμ, ό όποιος ησύχαζε στο μοναστήρι του Παντοκράτορας, καλούσε τον στάρετς Παΐσιο στην μονή για την τέλεση της Θείας Λειτουργίας. Καί πράγματι, ωφελούντο όλοι να βλέπουν τον Παΐσιο να ιερουργεί στα ελληνικά, χωρίς βιασύνη, με ανέκφραστη ευλάβεια, καί με το πρόσωπο βρεγμένο από δάκρυα καθ’ όλη την διάρκεια της ακολουθίας.
20) . Ό στάρετς Παΐσιος αγαπούσε πάρα πολύ την ανάγνωση των έργων των Αγίων Πατέρων. Να τι απάντησε στον στάρετς Αθανάσιο, ό όποιος τον κατηγορούσε για ώρισμένα πράγματα:
—Να μη λέγεις, πάτερ Αθανάσιε, ότι επαρκούν δύο ή τρία βιβλία για την ψυχική μας σωτηρία. Χωρίς αμφιβολία, ούτε ή μέλισσα συγκεντρώνει το μέλι από ένα μόνο λουλούδι, αλλά από πολλά. Έτσι γίνεται καί μ’ αυτόν πού διαβάζει τα Πατερικά βιβλία. Το ένα από αυτά τον διδάσκει ορθά για την πίστη, το άλλο τον διδάσκει να σιωπά καί να προσεύχεται, το άλλο του μίλα για την υπακοή, την ταπείνωση καί την υπομονή, ενώ άλλο τον συμβουλεύει για την αγάπη του Θεού καί του συνανθρώπου. Όποτε χρειάζεται να διαβάζει ό άνθρωπος πολλά Πατερικά βιβλία, για να ζή κατά τον νόμο του Ευαγγελίου.
21) Έλεγε ό όσιος Παΐσιος:
—Αυτός πού δεν θέλει να δεινοπάθηση με τον Χριστό στην κοινοβιακή ζωή, καί συγχρόνως υπερηφανεύεται ότι σηκώνει τον σταυρό του Χριστού, εκλέγοντας πρόωρα την ερημική ζωή, γίνεται ένας επαναστάτης καί όχι ένας ερημίτης.
22) Έλεγε πάλι:
Ή κοινοβιακή ζωή καί ή εξ αυτής αγία υπακοή, πού είναι ή ρίζα της μοναχικής ζωής, τοποθετεί μέσα στους κόλπους της τον ίδιο τον Σωτήρα Χριστό, πού δίνει σαν παράδειγμα στους ανθρώπους την ζωή του, με τους δώδεκα Αποστόλους, οί όποιοι υποτάχθηκαν καθ’ όλα στις θείες του εντολές.
23) Κανένα άλλο είδος μοναχικής ζωής δεν οδηγεί τον μοναχό τόσο στην πνευματική πρόοδο καί δεν τον λυτρώνει τόσο εύκολα από τα σωματικά καί ψυχικά πάθη, όσο ή κοινοβιακή ζωή με την μακαρία υπακοή. Καί αυτό οφείλεται στην ταπείνωση πού γεννάται από την υπακοή.
24) Καί για την πνευματική αγάπη έλεγε πάλι:
—Ή ζωή στο κοινόβιο ενώνει τους αδελφούς, χωρίς διακρίσεις γενεών, με την εν Χριστώ αγάπη, καί έτσι όλοι γίνονται ένα σώμα με μία μόνο κεφαλή —τον Χριστό— μία μόνο ψυχή, μία καί μοναδική θέληση καί ένα καί μοναδικό σκοπό —την διαφυλάξει των εντολών του Χριστού, με το να προτρέπει ό ένας τον άλλο στον καλόν αγώνα, να υπάκουη ό ένας στον άλλον, να μεταφέρει ό ένας το φορτίο του αλλού, να γίνη πατέρας καί μαθητής ο ένας για τον άλλον.
25) Έλεγε πάλι ό στάρετς:
—Ή αγία υπακοή σαν ρίζα καί θεμέλιο της μοναχικής ζωής, είναι άρρηκτα δεμένη με την ζωή του κοινοβίου, όπως είναι δεμένη ή ψυχή με το σώμα. Διότι δεν μπορεί να ύπάρχή το ένα χωρίς το άλλο.
26) Στο κοινόβιο μας, έλεγε ό μακάριος Παΐσιος, κανείς δεν έχει τίποτε το προσωπικό του, διότι όλα έχουν διατεθεί σε όλους, έφ’ όσον ή απληστία είναι ή οδός του προδότου Ιούδα. Οποίος έρχεται στο μοναστήρι, είναι υποχρεωμένος να εναπόθεση όλη την περιουσία του, μέχρι καί το πιο ελάχιστο αντικείμενο, στα πόδια του ηγουμένου, χαρίζοντας τον εαυτό του, την ψυχή καί το σώμα του στον Θεό μέχρι θανάτου.
27) Κατόπιν πρόσθεσε καί αυτά:
—Είναι αλήθεια ότι στο κοινόβιο μας δεν φθάνουν όλοι στα ίδια εξ ίσου μέτρα της πνευματικής ηλικίας. Οί περισσότεροι απαρνούνται όλα τα θελήματα των καί την γνώμη των, υπακούουν σε όλους τους αδελφούς καί υπομένουν με μεγάλη χαρά τίς επιπλήξεις καί τους πειρασμούς. Αυτοί είναι πάντοτε κυρίαρχοι του εαυτού των στις κατηγορίες εναντίον των καί θεωρούνται από όλους οί πλέον ανάξιοι. Οί άλλοι, πού δεν είναι καί λίγοι, πέφτουν καί πάλι σηκώνονται, σφάλλουν καί πάλι μετανοούν, με δυσκολία υπομένουν τους ελέγχους καί τους πειρασμούς, αλλά δεν παραμένουν στα πρώτα καί προσεύχονται με θερμότητα στον Θεό να τους αποστείλει βοήθεια. Υπάρχουν ακόμη λίγοι πού δεν μπορούν καθόλου να υπομείνουν τους πειρασμούς καί τίς συκοφαντίες. Αυτοί έχουν ανάγκη να τρέφονται με το γάλα της ευσπλαχνίας, της φιλανθρωπίας καί της ανοχής, μέχρι να φθάσουν στην κατάλληλη πνευματική ηλικία.
28) .Σε κάποιον από τους φίλους του, έλεγε ό όσιος Παΐσιος τα παρακάτω λόγια:
—Έχω μία ακατάπαυστη θλίψη καί πόνο στην καρδιά μου. Άραγε με τι πρόσωπο θα παρουσιασθώ εγώ μπροστά στον φοβερό Κριτή, για να απολογηθώ τόσο για τίς ψυχές των αδελφών μου πού ευρίσκονται στην υπακοή μου, όταν εγώ δεν είμαι σε θέση να αντιληφθώ το μολυσμό της ψυχής μου; ‘Αλλά, αν καί είμαι ανάξιος, έχω την ελπίδα της σωτηρίας μου στις προσευχές των αδελφών μου πού ζουν μαζί μου.
29). όταν ό στάρετς Παίσιος εξήλθε με την συνοδεία του από το Όρος του Αθωνος για το μοναστήρι Ντραγκομίρνα, επέβαλε με την ευλογία του μητροπολίτου Μολδαβίας Γαβριήλ τον παρακάτω κανονισμό για την ταξί της μοναχικής ζωής:
—Κανένας κοινοβιάτής αδελφός να μην εχη το παραμικρό αντικείμενο ιδιωτικής περιουσίας, κινητό ή ακίνητο. Ό ηγούμενος του μοναστηρίου θα εχη την φροντίδα να δίνη στον καθένα τα αναγκαία, ανάλογα με την διακονία του.
—Κάθε αδελφός ν’ αγωνίζεται ν’ απόκτηση την τελεία υπακοή, αφού απαρνηθεί όλα τα θελήματα του, τίς σκέψεις καί την ελευθερία του.
—Ό ηγούμενος να γνωρίζει καλά την Αγία Γραφή καί την διδασκαλία των Αγίων Πατέρων, ώστε να γνωρίζει πώς να κατευθύνει τους μοναχούς κατά το θέλημα του Θεού.
—Οί εκκλησιαστικές ακολουθίες καί όλη ή κοινοβιακή τάξις να τηρούνται ακριβώς κατά το τυπικό του Αγίου Όρους Αθωνος. —Ό ηγούμενος καί όλοι οί αδελφοί είναι υποχρεωμένοι να συμμετέχουν καθημερινά στις εκκλησιαστικές ακολουθίες με ράσο καί κουκούλι. Μόνο οί ασθενείς ή οί σταλμένοι σε διακόνημα μπορούν να απουσιάζουν από την εκκλησία.
—Στην τράπεζα να προσφέρεται το φαγητό κατά το εκκλησιαστικό τυπικό καί την ταξί του Αγίου Όρους.
—Σε κανέναν δεν επιτρέπεται να τρώγει στο κελί του, από τον ηγούμενο μέχρι καί τον τελευταίο δόκιμο αδελφό. Μόνο οί ασθενείς καί οί γέροντες επιτρέπεται να παίρνουν τροφές για το κελί των. —Στα κελιά οί αδελφοί είναι υποχρεωμένοι περισσότερο από ό,τιδήποτε άλλο έργο να ασκούνται στην καρδιακή προσευχή. Επίσης να διαβάζουν τους ψαλμούς, την Αγία Γραφή καί τα βιβλία των Αγίων Πατέρων. Ενώ ή έξοδος από τα κελιά καί ή διάθεσης για συζήτηση να αποφεύγονται σαν το δηλητήριο.
—Ό ηγούμενος να τοποθετεί τους αδελφούς σ’ όλα τα διακονήματα της μονής, για να συνηθίζουν στην ταπείνωση καί στην έκκοπή του θελήματος των.
—Ό ηγούμενος οφείλει να έχη προς όλους την ίδια αγάπη καί φροντίδα, καθώς καί οί αδελφοί να έχουν σ’ αυτόν αγάπη καθαρή καί ανυπόκριτη.
—Ό ηγούμενος πρέπει να υπομένει με πραότητα όλες τίς αδυναμίες των πνευματικών του τέκνων με την ελπίδα διορθώσεως των. Ενώ αυτοί πού ζουν με το να συμβουλεύονται το λογικό των καί αφήνουν την ταξί της υπακοής, μετά από μερικές συμβουλές, να απομακρύνονται από το μοναστήρι.
—Για την καλή διακυβέρνηση της μοναστηριακής περιουσίας καί της περιουσίας πού χάρισαν οί αδελφοί στο μοναστήρι, ό ηγούμενος είναι υποχρεωμένος να έχη ένα αδελφό επιτήδειο πού να μπορεί να τα διοικεί όλα καλά.
—Οί αδελφοί πού έρχονται για μοναχοί στο μοναστήρι να φορούν τα ενδύματα των λαϊκών καί να δοκιμάζονται από έξι μήνες μέχρι τρία χρόνια. Μετά να εισάγονται στον μοναχισμό ως ρασοφόροι (δόκιμοι) ή μοναχοί με μανδύα. Ενώ αυτοί πού μετά από τρία χρόνια δεν μαθαίνουν την υπακοή καί την έκκοπή των θελημάτων των, να αποστέλλονται πάλι στον κόσμο.
—Στο μοναστήρι να ύπάρχη μικρό νοσοκομείο για τους ασθενείς αδελφούς καί ένας αρμόδιος αδελφός να φροντίζει γι’ αυτούς, προσφέροντας κατάλληλη τροφή, ποτό καί ησυχία.
—Στο μοναστήρι να υπάρχουν διάφορα εργαστήρια για τα απαραίτητα της αδελφότητας, στα όποια να εργάζονται ειδικευμένοι μοναχοί, ώστε να μην ύπάρχη ανάγκη να πηγαίνουν οί μοναχοί στους λαϊκούς.
—Να υπάρχουν δύο αρχονταρίκια για τους φιλοξενουμένους• ένα μέσα στο μοναστήρι για τους ευλαβείς λαϊκούς προσκυνητές, πού έρχονται για ψυχική ανάπαυση καί το άλλο εκτός του μοναστηριού για τους επισκέπτες χάριν τουρισμού.
—Ό ηγούμενος να διορίζει τους καταλληλότερους μοναχούς για την φιλοξενία καί ψυχική ξεκούραση των ξένων. Τους πτωχούς καί ασθενείς —ασχέτως από που κατάγονται— να τους οδηγούν είτε στο αρχονταρίκι είτε στο νοσοκομείο καί να τους περιποιούνται με καλοσύνη.
—Στο μοναστήρι να είναι απαγορευμένη ή είσοδος των γυναικών, εκτός σε περίπτωση μεγάλης ανάγκης, όπως σε καιρό πολέμου ή καταδιώξεως.
—Ό ηγούμενος να εκλέγεται από την συνοδεία των μοναχών καί μόνο εξ αυτών πού ανήκουν στο μοναστήρι. Να γνωρίζει καλά την Αγία Γραφή καί την διδασκαλία των Αγίων Πατέρων καί να είναι σ’ όλους παράδειγμα αγάπης, πραότητας καί σωφροσύνης.
30) —Το μοναστήρι Ντραγκομίρνα να μην είναι ποτέ καί πουθενά υποτεταγμένο, όπως το άφησε με αυστηρή εντολή ό σεβασμιότατος εκείνος κτίτωρ, ό μητροπολίτης Αναστάσιος Κρίμκα. Ό όσιος Παΐσιος συμβούλευε τους αδελφούς να επιτελούν το καθορισμένο διακόνημα των με μεγάλη αγάπη, με τελεία σιωπή καί με την προσευχή μυστικά στην καρδιά. Συχνά εξερχόταν καί Ο ηγούμενος με τους αδελφούς στις δουλειές, καί ήταν σε πλους παράδειγμα για όλα.
31) Το καλοκαίρι πού οί πατέρες εργάζονταν στην πεδιάδα, πήγαινε μαζί των για τίς καθημερινές εκκλησιαστικές ακολουθίες καί ένας Πνευματικός, ό όποιος καί τους εξομολογούσε κάθε ήμερα.
32) . όταν ό στάρετς Παΐσιος δεν μπορούσε να παρακολουθεί επαρκώς τους εργαζομένους στην πεδιάδα αδελφούς, τους έστελνε μία επιστολή γεμάτη από πνευματικές συμβουλές. Να πώς δίδασκε τους αδελφούς σε μία άπ’ αυτές τίς επιστολές:
—Παιδιά μου, φυλαχθήτε από τον φθόνο. όπου υπάρχει ζηλοτυπία, εκεί δεν υπάρχει το Πνεύμα του Θεού.
Να κυριαρχείτε στην γλώσσα σας για να μη έξέλθη λόγος μάταιος.
Όποιος εξουσιάζει την γλώσσα του, φυλάγει την ψυχή του από την λύπη.
Από την γλώσσα πηγάζει ή ζωή καί ό θάνατος.
Σ’ όλα να έχετε ταπείνωση, αγάπη καί καλοσύνη.
Οπλιστείτε με τον φόβο του Θεού, με την μνήμη θανάτου καί των αιωνίων βασάνων, αλλά καί με τη νοερά προσευχή, την οποία να επαναλαμβάνετε ακατάπαυστα. Να προσφέρετε την θυσία στον Θεό καθαρή, άμωμη, εις οσμή ευωδιάς, κατά τίς χριστιανικές σας υποσχέσεις. Να προσφέρετε τον αγώνα καί τους ίδρωτες του αίματος σας πάντοτε σαν μία φλόγα πυρός. Ό καύσων καί το λιοπύρι της ημέρας να είναι για εσάς όπως ή υπομονή των μαρτύρων.
33) Στά κελιά ζητούσε ό στάρετς Παΐσιος από τους μοναχούς να κάμουν τρεις εργασίες: Να διαβάζουν τους λόγους των Αγίων Πατέρων, να ασκούνται στην νοερά προσευχή καί να κάνουν—ανάλογα με τίς δυνάμεις των— συχνά μετάνοιες με δάκρυα.
34) Την έξαγόρευσι των λογισμών στους Πνευματικούς θεωρούσε ό μεγάλος στάρετς θεμέλιο της πνευματικής ζωής καί ελπίδα σωτηρίας για ολους. Γι’ αυτό συνιστούσε στους αδελφούς, κυρίως όσοι ήταν αρχάριοι στα πνευματικά, να εξομολογούνται κάθε βράδυ
στον Πνευματικό των. Εάν κανείς από τους μοναχούς λόγω του πειρασμού δεν ή
θελε να συγχώρηση τον αδελφό του μέχρι το βράδυ, ο ηγούμενος
τον άπεμάκρυνε από την συνοδεία, του απαγόρευε να λέγή το «Πατερ ημών…» καί δεν τον άφηνε να σταθή οϋτε στο κατώφλι της εκκλησίας, μέχρι να ταπεινωθη καί να ζήτηση συγχώρηση.
35) .Εάν στην έκτέλεσι κάποιας εργασίας παρέβαινε μία θεία εντολή, τον διέταζε ό ηγούμενος να εγκατάλειψη την εργασία αυτή για να καταλάβη λίγο το σφάλμα του δια του θείου φωτισμού.
36) Έλεγαν για τον στάρετς Πάίσιο δτι διαρκώς ασχολείτο με την αδελφότητα καί την πόρτα του κελλιοϋ του δεν την έκλεινε μέχρι στις 9 το βράδυ. Αλλοι έβγαιναν καί άλλοι έμπαιναν. Άλλους τους παρηγορούσε καί με άλλους χαιρόταν.
37) Έλεγαν ότι ένας από τους μαθητάς του είχε είπή: «Δεκατρία χρόνια έζησα εγώ δίπλα σ’ αυτόν καί ουδέποτε τον είδα να λυπηθή για τίς υλικές ανάγκες. Τότε μόνο θλιβόταν πολύ, όταν έβλεπε να έκπίπτη κάποιος από τίς θείες εντολές καί μάλιστα με την θέληση του. Καί αύτη την ψυχή του θυσίαζε ακόμη για την πιο μικρή εντολή του Δεσπότου». Πολλές φορές έλεγε ό στάρετς: «Να χάσουμε όλα τα πράγματα μας, να χάσουμε καί το σώμα μας, αλλά να φυλάξουμε τίς εντολές του Θεού καί με αυτές θα σώσουμε τίς ψυχές μας.
38) Επί δώδεκα χρόνια, όσα δηλαδή έζησε στο μοναστήρι Νταγκομίρνα, ό στάρετς Π αίσιος ασχολείτο κυρίως με την διαποίμανσι της αδελφότητας καί την μετάφρασι πατερικών βιβλίων. Αυτό το έργο το έκαμε ό δσιος τίς περισσότερες νύκτες του χειμώνος
καί άπ’ αυτούς τους κόπους του έμοίραζε με χαρά σ’ όλη την αδελφότητα του μοναστηριού.
39) Έλεγαν για τον στάρετς Παΐσιο, ότι τον χειμώνα, όταν όλη ή αδελφότης συγκεντρωνόταν στο μοναστήρι από τα διάφορα εξωτερικά διακονήματα κάθε βράδυ εκτός Σαββάτου, τους διάβαζε λόγους των Αγίων Πατέρων. Οί αδελφοί συγκεντρώνονταν στην Τράπεζα, άναβαν τα φώτα, καθόταν ό στάρετς στην θέσι του, τους
διάβαζε λόγους διδακτικούς. Κατόπιν τους εξηγούσε, για να γίνωνται κατανοητοί άπ’ ολους.
40) Μάλιστα έλεγαν γι’ αυτόν, ότι είχε στην Ντραγκομίρνα αδελφούς από τρία έθνη: Ρουμάνους από την Μολδαβία, Σλάβουςκαί Ελληνας. Γι’ αυτό ήταν υποχρεωμένος να διαβάζή το ένα βράδυ στην ρουμανική γλώσσα, ενώ τα επόμενα στην σλαβονική καί
την ελληνική γλώσσα. Αυτές τίς αναγνώσεις από τον πατερικό θησαυρό τίς έκαναν από την αρχή της νηστείας των Χριστουγέννων μέχρι το Σάββατο του αγίου Λαζάρου, οπότε σταματούσαν.
41) Συχνά ό στάρετς συμβούλευε τους αδελφούς λέγοντας:
— Αδελφοί, πρώτα απ` όλα πρέπει με πίστη δυνατή καί θερμή αγάπη να προσέρχεσθε στον Κύριο, να άπαρνήσθε όλες τίς απολαύσεις του παρόντος αιώνος, το κακό σας θέλημα, τους πονηρούς διαλογισμούς της καρδίας σας καί να είσθε πτωχοί στο πνεύμα καί το σώμα. Μόνο τότε, με την Χάρι του Χριστού, θα άνάψη μέσα σας ό θείος πόθος.
43) Αλλη φορά έλεγε πάλι ό όσιος:
—Ανάλογα με το μέτρο των προσπαθειών σας θα αποκτήσετε συν τω χρόνω δάκρυα καί πραότητα γεμάτη από ελπίδα για την παρηγοριά της ψυχής σας. Θα άνάψη μέσα σας ό θείος έρωτας να ζήσετε κατά τίς εντολές του Κυρίου, θα αποκτήσετε ταπεΐνωσι καί υπομονή, συμπάθεια καί αγάπη προς ολους καί προπαντός στους αδικούμενους, τους ασθενείς καί τους γέροντας.
44) Κατόπιν πρόσθεσε καί αυτά τα λόγια:
—Αδελφοί, κοντά σ’ όλα αυτά πρέπει να υπομένετε καρτερικά κάθε είδους σωματικές ταλαιπωρίες όπως: αδυναμία, βαρείες ασθένειες καί περιοδικούς πόνους, τα όποια είναι ωφέλιμα για την αιώνια σωτηρία των ψυχών μας. Μόνον έτσι θα γίνετε άνδρες τέλειοι, κατά το μέτρο της ηλικίας του πληρώματος του Χριστού.
45) Έλεγε πάλι ό μεγάλος στάρετς στους μαθητάς του:
—Εάν μείνετε σταθεροί στους μοναχικούς σας κόπους, θα ευλόγηση καί θα μεγαλύνη την αδελφότητα σας ό Θεός. Ενώ εάν παρεκκλίνετε από την πνευματική ζωή καί την ανάγνωση των πατερικών βιβλίων, τότε θα εκπέσετε από την ειρήνη του Χριστού, από την αγάπη Του καί την έκπλήρωσι των εντολών του. Τότε θα έλθη μέσα σας ή ακαταστασία, ή ματαιοδοξία, ή αταξία, ή ψυχική ταραχή, ή αμφιβολία, ή απελπισία, ό γογγυσμός καί ή κατηγορία του ενός κατά του αλλού. Τότε θα διαλυθή ή συνοδεία σας πρώτα πνευματικά καί υστέρα σωματικά.
46) Έδιηγοΰντο οί μαθηταί του στάρετς Παϊσίου ότι είχε σε τόσο μεγάλο βαθμό το χάρισμα της πειθούς, ώστε μπορούσε να παρηγόρηση καί ειρήνευση με τα λόγια του τους πολύ βαρεία λυπημένους καί να εμψύχωση καί ενδυνάμωση τους άπαγοητευμένους. όπου
χρειαζόταν έπέπληττε, προσευχόταν, άπεμάκρυνε, μακροθυμοϋσε καί όταν δεν κατώρθωνε τίποτε, τους έδιωχνε από κοντά του.
Μόνο τους υπερβολικά κακοήθεις καί σκληροτράχηλους τους έλεγχε φοβερίζοντας τους με την οργή του Θεού. Ενώπιον των έδειχνε σαν σκληρός δικαστής καί όργίλος, μέχρις οτου ταπεινωθούν καί μετανοήσουν. Τους μάλωνε με δάκρυα καί κατόπιν τους παρηγορούσε.
47) Μία φορά κάποιος από τους αδελφούς του είπε:
—Γέροντα, μου λέγει ο λογισμός ότι με μισείς, επειδή με ελέγχεις συχνά με οργή ενώπιον των αδελφών.
—Αγαπητό μου παιδί, του απάντησε ο όσιος, εάν το Ιερό Ευαγγέλιο προστάζει να αγαπάμε καί τους εχθρούς μας καί να τους κάνουμε το καλό, τότε πώς εγώ μπορώ να σε μισήσω, πού είσαι πνευματικό μου παιδί; Εάν σας επιπλήξω με αληθινή οργή, τότε θα μεταδώση ό Κύριος καί σε σας αυτό το είδος της οργής. Για αυτό είμαι αναγκασμένος να άντιστέκωμαι στον χαρακτήρα του καθενός. Σέ μερικούς δηλαδή να δείχνω ότι είμαι ώργισμένος, ενώ σε άλλους μπροστά να κλαίω, ώστε καί τον ένα καί τον άλλο να σας οδηγήσω στην ψυχική ωφέλεια.
48) Μερικές φορές έλεγε στους μαθητάς του τα εξής:
—Αδελφοί, δεν θέλω να με φοβάσθε σαν τρομερό εξουσιαστή, αλλά να με αγαπάτε σαν πατέρα, όπως καί εγώ σας αγαπώ ολους σαν πνευματικά μου παιδιά.
49) Έλεγαν πάλι για τον μεγάλο στάρετς Πάίσιο ότι, όταν συνέβαινε στην συνοδεία σύγχυσις καί δυσαρέσκεια από κάποιον αδελφό καί εκείνος πήγαινε στον γέροντα να του ειπή την στενοχώρια του, αμέσως ό ηγούμενος τον ευλογούσε, τον έπαιρνε κοντά
του, μη αφήνοντας έτσι τους αδελφούς να σχολιάζουν εναντίον του.
Ετσι λοιπόν, με τα γλυκά καί παρηγορητικά λόγια του οδηγούσε την σκέψι του αδελφού μακριά από την στενοχώρια πού τον διακατείχε. Επίσης στα λόγια του ελάμβανε ύπ’ οψιν του καί τον χαρακτήρα των καί έτσι τοποθετούσε πνευματικά τον καθένα. Σ’ αυτούς πού καταλάβαιναν τους έλεγε λόγια με πολύ πνευματικό βάθος από την Αγία Γραφή, κατάλληλα στην πνευματική των κατάστασι. Ενώ στους απλούστερους έλεγε λόγια είτε από την πείρα του είτε από
την αγία υπακοή, μέχρις οτου οί αδελφοί λησμονήσουν την ψυχική ταραχή καί εξέλθουν από το κελί του ηγουμένου χαρούμενοι και ευχαριστώντας τον Θεό.
50) Αλλοτε έλεγε ό στάρετς καί αυτά:
—όταν βλέπω τα πνευματικά μου παιδιά να άγωνίζωνται καί να κοπιάζουν να εφαρμόσουν τίς εντολές του Θεού με υπακοή καί ταπείνωση, έχω στην ψυχή μου τόση πνευματική χαρά, ώστε οΰτε στην Βασιλεία των ουρανών δεν νομίζω να έχω μεγαλύτερη χαρά
άπ’ αυτή. Ενώ όταν βλέπω μερικούς ράθυμους στις εντολές του Θεού, να κάνουν το θέλημα των καί εξωτερικά μόνο την αγία υπακοή, να μεμψιμοιρούν καί να ζουν με τεμπελιά καί φιλαυτία, τότε καταλαμβάνομαι από τόση ψυχική στενοχώρια, πού μεγαλύτερη δεν μπορεί να ύπάρχή, μέχρις δτου τους ιδώ να μετανοήσουν ειλικρινά.
51) Έδιηγοϋντο για τον στάρετς Πάίσιο ότι δίδασκε αδιάκοπα τους αδελφούς καί τους αφύπνιζε για μεγαλύτερο ζήλο με τα έξης:
—Παιδιά μου, μη σταματάτε να κάνετε’ έμπόριο πνευματικό. Διότι τώρα είναι καιρός ευπρόσδεκτος, τώρα είναι ήμερα σωτηρίας, καθώς λέγει ό άγιος Παύλος.
52) Κάποτε ήλθε στον στάρετς ένας αδελφός καί του λέγει:
—Πάτερ, έχω δυνατό πόλεμο από τους λογισμούς. Καί ό στάρετς του είπε χαμογελώντας:
—Γιατί κάνετε σαν μικρά παιδιά; Να κάνετε καί εσείς ότι κάνω καί εγώ. Εγώ όλη την ημέρα ομιλώ με εσάς, με μερικούς κλαίω μαζί των καί με άλλους χαίρομαι. Καί όταν φεύγετε ολοι από το κελλί μου, συγχρόνως με εσάς φεύγουν καί από εμένα ολοι οί λογισμοί πού μου είπατε. Κατόπιν παίρνω στα χέρια μου ένα βιβλίο καί είμαι σαν να βρίσκομαι στην έρημο του Ιορδανού.
53) Για την πρόοδο στην πνευματική ζωή της αδελφότητας του οσίου Παϊσίου έγραψε αργότερα ό μαθητής του Πλάτων τα παρακάτω λόγια:
—Μπορούσες να βλέπης τότε στο μοναστήρι Ντραγκομίρνα να άνθίζή ή πνευματική ζωή σαν ένα πρωτοφανές θαϋμα. Διότι οί άνθρωποι πού κατοικούσαν εκεί για την αγάπη του Θεού είχαν νεκρωθή με την θέληση των ως προς τα κοσμικά πράγματα. Καί θα μπορούσα να είπώ γενικά ότι ή μυστική των εργασία ήταν ή εξής: Ή συντριβή της καρδιάς, ή βαθειά ταπείνωσις, ό φόβος του Θεού, ή προσοχή, ή ειρήνη των λογισμών καί ή διάχυτη από καρδίας αδιάλειπτη προσευχή, με ανέκφραστη καί θερμή αγάπη για τον Θεό καί τον πλησίον. Στούς περισσότερους άπ’ αυτούς έτρεχαν ακατάπαυστα τα δάκρυα, όχι μόνο στο κελί των, αλλά καί στην εκκλησία, καί την ώρα του διακονήματος, της αναγνώσεως καί της ακροάσεως των πνευματικών λόγων. Ηταν ό καρπός του Αγίου Πνεύματος. Είναι αλήθεια λοιπόν ότι εδώ πραγματοποιούνται οί λόγοι του αγίου Ισαάκ του Σύρου, ό όποιος έλεγε: «Ή σύναξις των ταπεινών είναι αρεστή στον Θεό, όπως καί ή σύναξις των Σεραφείμ».
54) όσο για την ύπεράσπισι της νοεράς προσευχής, την οποίαν όλοι οί μαθηταί του στάρετς Παϊσίου εξασκούσαν, ο όσιος έγραψε μία επιστολή με έξι κεφάλαια, με την οποία καταπολεμά αυτούς πού την δυσφημούν. Να πώς άρχιζε ή επιστολή του:
—Εφθασε μέχρις εδώ ή είδησις ότι μερικά πρόσωπα από τον μοναχικό χώρο έχουν εμπιστοσύνη στη γήϊνη σοφία των, ώστε τολμούν να κατηγορούν την ίερά προσευχή του Ιησού, ή οποία τελειοποιείται με την αγία εργασία της βυθίσεως του νου στην καρδιά. Αυτούς τους καταπολεμά ό νοητός εχθρός με την γλώσσα των καί με διάφορα αλλά όπλα, για να εγκαταλείψουν αυτή την θεία εργασία καί με την τύφλωσι του νου να σκοτισθή ή καρδιά των.
56) Καί προς το τέλος πρόσθεσε:
—Είναι γνωστό ότι αύτη ή ίερά εργασία ήταν ή παντοτεινή απασχόλήσις των δούλων του Θεού, των παλαιών πατέρων μας, πού διέλαμψαν σε πολλούς έρημους τόπους καί στα κοινοβιακά μοναστήρια, στο Όρος Σινά, στις Αιγυπτιακές σκήτες, στο όρος της Νιτρίας, στην Ιερουσαλήμ, στο Αγιον «Όρος του Αθωνος καί σ’ ολόκληρη την Ανατολή. Μ’ αυτή την νοερά εργασία πολλοί μεταξύ των εραστών του Θεού, των αγίων πατέρων μας, διακαείς από το σεραφειμικό πυρ της αγάπης του Θεού καί του πλησίον, έγιναν οί φλογερώτεροι έργάται των εντολών του Θεού καί αξιώθηκαν να γίνουν εκλεκτά δοχεία του Αγίου Πνεύματος.
56) Στήν συνέχεια έγραφε ό στάρετς Παΐσιος:
—Κανείς μεταξύ των ορθοδόξων δεν τόλμησε να προφέρη βλασφημία εναντίον αυτής της νοερας εργασίας πού διαφυλάττει την καρδιά από κάθε κακία. ‘Αλλά όλοι άντίκρυζαν αυτήν με .μεγάλο σεβασμό καί ευλάβεια, διότι είναι μία εργασία γεμάτη από μεγάλη πνευματική ωφέλεια.
57) Καί προς τους συκοφάντας του απηύθυνε ό όσιος τα έξης λόγια:
—Προσέχετε, φίλοι μου, εσείς πού τολμάτε να κατήγορήτε την καρδιακή προσευχή, μη γίνετε συνεργοί του αιρετικού Βαρλαάμ του Καλαβροϋ καί των μαθητών του. Δεν συγκλονίζεται άραγε ή ψυχή σας, μήπως καταδικασθήτε όπως αυτοί σε ανάθεμα της Εκκλησίας καί χωρισθήτε από τον Θεό; Σάς φαίνεται άραγε ανώφελο να έπικαλήσθε το όνομα του Ιησού; ‘Αλλά καί οσον άφορα την σωτηρία σας, δεν θα σωθήτε με κανένα άλλο τρόπο παρά με το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
58) Κατόπιν πρόσθεσε λέγοντας:
—Εάν ή έπίκλησις του ονόματος του Ίησο είναι σωτήριος, καί ό νους καί ή καρδιά του ανθρώπου είναι έργα των χεριών του Θεού, τότε πώς είναι δυνατόν να άμαρτήση ό άνθρωπος, ό όποιος από το βάθος της καρδιάς του υψώνει με τον νου την προσευχή του στον γλυκύτατο Ιησού καί ζητά άπ’ Αυτόν το έλεος Του;
59) Σ’ αυτούς πού ήθελαν να αποκτήσουν την καρδιακή προσευχή ό στάρετς Παΐσιος έλεγε:
—Εάν κάποιος τολμήση να κάνη αυτή την εργασία με τον δικό του τρόπο, χωρίς να ρωτήση καί συμβουλευθή τους πεπειραμένους, σύμφωνα με την ταξί των Αγίων Πατέρων, ενώ είναι ακόμη υπερήφανος, εμπαθής καί αδύνατος, χωρίς διακόνημα καί υπακοή, έστω κι αν ζή στην έρημο καί στην ησυχία, αυτός στ’ αλήθεια —το λέγω καί εγώ— εύκολα θα πέσή σ’ όλες τίς παγίδες του διαβόλου.
60) Κατόπιν είπε καί αυτά ό όσιος:
—Τέχνη ονομάζουν αύτη την εργασία οί Αγιοι Πατέρες, διότι όπως την τέχνη δεν μπορούν να την διδαχθούν μόνοι των οί άνθρωποι χωρίς την βοήθεια ενός διδασκάλου, έτσι δεν είναι δυνατή ή άπόκτησις της νοερας προσευχής χωρίς ένα ειδικευμένο οδηγό.
61) Καί γι’ αυτούς πού δεν ευρίσκουν εύκολα έμπειρους πνευματικούς οδηγούς, έλεγε ό μεγάλος στάρετς:
—Εάν κάποιος ζήση με υπακοή, αλλά δεν ευρίσκει στους πνευματικούς του πατέρας ένα έμπειρο οδηγό με έργα καί πείρα γι’ αυτήν την θεία εργασία —διότι πράγματι στην σημερινή εποχή υπάρχει μεγάλη έλλειψις από αληθινούς διδασκάλους της προσευχής— να μην άπελπισθή. ‘Αλλά να παραμείνή στην υπακοή κοντά στον πνευματικό του πατέρα, να τρέξη στην διδασκαλία των Αγίων Πατέρων καί άπ’ αυτούς να σπουδάσει αυτή την προσευχή.
62) Καί πάλι έλεγε:
—Μόνο ένας δεν θα αίσθανθή θερμή αγάπη για την άπόκτησι της νοερας προσευχής, αυτός ό όποιος έχει αιχμαλωτισθή από τους εμπαθείς λογισμούς της ζωής αυτής καί είναι δεμένος με τα δεσμά των σωματικών φροντίδων, οί όποιες απομακρύνουν πολλούς από την Βασιλεία του Θεού.
63) Ύστερα πρόσθεσε καί αυτά:
—Οποιος θέλει να είναι ενωμένος ερωτικά με τον γλυκύτατο Ίησοϋ, αφού άρνηθή ολες τίς ώραιότητες καί απολαύσεις αυτού του κόσμου, καθώς καί την σωματική ανάπαυση, να μην έπιθυμήση να εχη τίποτε άλλο σ» αυτή την ζωή, παρά να άσχοληται αδιάκοπα μ’ αυτό το έργο της παραδείσιας προσευχής.
64) Ό ηγούμενος Παίσιος ήταν πολύ ελεήμων. Στήν περίοδο εισβολής εχθρικού στρατού στην Μπουκοβίνα, χιλιάδες οικογένειες χωρικών κατέφυγαν στα δάση γύρω από το μοναστήρι Ντραγκομίρνα. Τον χειμώνα ό όσιος μετέφερε τους μοναχούς στο μισό τμήμα
του μοναστηρίου, ενώ το υπόλοιπο το έθεσε στην διάθεσι των πτωχών λαϊκών, των υπερηλίκων καί των μητέρων με τα παιδιά των. Ή μεγάλη καί ζεστή τράπεζα προσφερόταν παράλληλα καί για τον δυστυχισμένο λαό. Κατόπιν ό όσιος έδινε εντολή στον αποθηκάριο,
στον φούρναρη, στον μάγειρα να δώσουν σε όλους τρόφιμα, όσα ζητοϋσάν. Εφτιαχναν φαγητό καί ζύμωναν ψωμί συνεχώς. Έτσι λοιπόν ό όσιος Παΐσιος έγινε ό πατέρας όλων με τη διάσωσι πολλών ανθρώπων από τον θάνατο.
65) Μετά την έγκατάστασι του στάρετς Παϊσίου στο μοναστήρι του Σέκου, έγραφε ό ιδιος συχνά λόγους πνευματικής διδασκαλίας στους μαθητάς του πού έμεναν στην Ντραγκομίρνα. Να πώς συμβούλευε τα πνευματικά του παιδιά:
—Παιδιά μου, πάντοτε να γρηγορήτε καί κάθε ήμερα να κάνετε αρχή μετανοίας. Να αποφεύγετε τους περιττούς λόγους πού θανατώνουν την ψυχή, μη πηγαίνετε από κελί σε κελί χωρίς την άδεια του Πνευματικού σας, να έξομολογήσθε τακτικά τους λογισμούς σας καί έτσι θα διαλύονται όλοι οί διαβολικοί πειρασμοί. Ύστερα να διαβάζετε τα συγγράμματα των Αγίων Πατέρων, με τα όποια φωτίζεται ό νους του ανθρώπου καί αυξάνεται ό πόθος για την έκπλήρωσι των εντολών του Θεού. Διότι μόνο ή πίστις, χωρίς τα έργα, δεν οδηγεί ποτέ στην σωτηρία.
Κάθε ένας, ανάλογα με τίς δυνάμεις του, να εργάζεται στις δουλειές του κοινοβίου καί να μη κάνη συνάξεις στην πύλη του μοναστηρίου για μάταιες συζητήσεις. όπου υπάρχει φιλοπονία, εκεί λάμπει το φως, εκεί φυτεύεται ή ειρήνη, εκεί ό σατανάς δεν ευρίσκει τόπο καί από έκεϊ φυγαδεύονται τα πάθη. Ενώ όπου δεν υπάρχει ζήλος, όλα έρχονται ανάποδα: Στόν καλό τόπο γίνεται το κακό, στον τόπο του φωτός ξεχύνεται το σκοτάδι, στον τόπο του Χριστού μπαίνει καί κατοικεί ό διάβολος.
66) Έλεγαν για τον στάρετς Παΐσιο ότι καθημερινά δεχόταν στο κελί του τους μοναχούς οποιαδήποτε ώρα, καί μάθαινε τους πνευματικούς καί σωματικούς των αγώνας. Μ’ αυτή την ευκαιρία ό στάρετς τους έλεγε:
—Εάν κάποιος από σας κάνη κάποια πνευματική ή σωματική ασκήσι καί εξ αιτίας αυτής κυριεύεται από λογισμούς, στενοχωρείται, καί παρ’ όλα αυτά δεν έρχεται σε μένα να έξομολογηθή, εγώ γι’ αυτήν την άσκηση καί ανοησία του δεν έχω να δώσω καμία απολογία ενώπιον του Θεού.
67) Έδιηγοϋντο πάλι για τον μεγάλο στάρετς, ότι στο μοναστήρι Νεάμτς οί πνευματικές καί θεολογικές συγγραφικές ασχολίες του είχαν φθάσει σε μεγάλη ανθησι. Εδώ έθεμελίωσε μία ολόκληρη σχολή για την κατάρτισι διορθωτών καί μεταφραστών των βιβλίων.
Τα πάτερικά χειρόγραφα γέμισαν την βιβλιοθήκη του μοναστηρίου Νεάμτς καί διαδόθηκαν σε αρκετά μοναστήρια της χώρας, μέχρι καί τα σύνορα. Ετσι το Νεάμτς έγινε κέντρο καί λαμπάδα του ορθοδόξου μοναχισμού, φροντιστήριο της ήσυχαστικής ζωής καί έδρασε πνευματικά σ’ όλη την ορθόδοξο Ανατολή.
68) Ιδιαίτερη φροντίδα είχε ό όσιος για τους ασθενείς. Στο μοναστήρι Νεάμτς ‘ίδρυσε νοσοκομείο καί ξενώνα για τους έπισκέπτας. Τους υπερήλικας καί ασθενείς τους έβαλε στο νοσοκομείο καί τους εμπιστεύθηκε στον αδελφό Όνώσιο, πού ήταν νοσοκόμος
της μονής. Παράλληλα ζητούσε από τους δΐάκονήτάς να φροντίζουν τους ασθενείς σαν να ήταν ό ίδιος ό Χριστός, να τους δίνουν τις καλλίτερες τροφές, λευκό ψωμί, κρασί, να τους πλένουν κάθε εβδομάδα καί να τους υπηρετούν γενικά με υποδειγματική καθαριότητα
στο νοσοκομείο. Ό στάρετς δεχόταν στο νοσοκομείο καί λαϊκούς αδελφούς πού υπέφεραν από διάφορες ασθένειες καί δεν είχαν που να κλίνουν την κεφαλή. Αυτοί έμεναν σε απομακρυσμένα δωμάτια, έτρωγαν από το κοινό φαγητό καί ζούσαν εκεί όσο καιρό ήθελαν, μερικοί μάλιστα μέχρι θανάτου.
69) Κάποτε ό στάρετς, δταν έμπαινε για το μοναστήρι, είδε ένα αδελφό να δίνη με τα χεριά ελεημοσύνη καί να κοιτάζή εδώ καί έκεΐ. Τότε ο όσιος κάλεσε τον Πνευματικό του αδελφού καί του είπε:
—Αυτά διδάσκεις στους μαθητάς σου; Κοίταξε πώς παραβαίνεις τον μοναχικό κανονισμό καί σκανδαλίζεις τους αδελφούς! Κατόπιν έδωσε καί στους δύο κανόνα (έπιτίμιο) να κάνουν επί τρεις ήμερες μετάνοιες την ώρα του φαγητού στην τράπεζα, για να διδαχθούν καί ολοι οΐ άλλοι από το σφάλμα των.
70) Έλεγαν οί μαθηταί του ότι συχνά έβλεπαν τον όσιο να ξενυκτά με καρδιακό πόνο δίπλα στα κρεβάτια των αδελφών πού ήταν άρρωστοι. Συνέπασχε, συστέναζε, τους έδινε παρηγοριά με την ελπίδα της θεραπείας των. Ετσι δεν ήταν λίγη ή άνακούφισις πού αισθάνονταν οι ασθενείς στην σκληρή των δοκιμασία.
71) Έλεγαν πάλι για τον οσιο Παΐσιο ότι μία φορά τον χρόνο, στην Εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, έπήγαινε στο μοναστήρι του Σέκου, όπου αγωνίζονταν έκεϊ εκατό περίπου αδελφοί. Έμενε δύο εβδομάδες, κήρυττε διδακτικούς λόγους στην εκκλησία, παρηγορούσε τους αδελφούς καί μετά την εορτή της Απότομης της κεφαλής του Τιμίου Προδρόμου τους ευλογούσε ολους καί επέστρεφε πάλι στο Νεάμτς, οπού τον περίμενε όλη ή συνοδεία.
72) Να τί έγραφε για την πνευματική ζωή του μοναστηριού Νεάμτς ένας προσκυνητής μοναχός ονόματι Θεοφάνης:
—Ή εκούσια άκτημοσύνη των είχε φθάσει σε τέλειο βαθμό. Στά κελιά, εκτός από εικόνες, βιβλία καί εργαλεία για τα εργόχειρα δεν υπήρχε τίποτε άλλο. Οί μοναχοί διακρίνονταν προπαντός για την ταπείνωση των καί αποστρέφονταν με βδελυγμία την υπερηφάνεια. Μίσος καί φθόνο δεν γνώριζαν. Εάν συνέβαινε σε κάποιον από έξαψι ή καταφρόνησι να προσβάλη κάποιον, αμέσως έσπευδε να συμφιλιωθή. Αυτός πού δεν ήθελε να συγχώρηση τον αδελφό πού του έφταιξε, απομακρυνόταν από το μοναστήρι. Το βάδισμα των μοναχών ήταν σεμνό. όταν συναντούσε ό ένας τον άλλο, καθένας έβαζε πρόθυμα εδαφιαία προσκύνησι (μετάνοια). Στήν εκκλησία καθένας στεκόταν σε ένα καθορισμένο τόπο. Ή ματαιολογία είχε τελείως έξαφανισθή, τόσο στην εκκλησία καί στα κελιά όσο καί εκτός.
73) Αυτός ό ίδιος ό προσκυνητής Θεοφάνης έγραψε καί για τα διακονήματα των μοναχών του μοναστηρίου Νεάμτς.
—Στο κοινόβιο του οσίου Παϊσίου ζούσαν 800 αδελφοί και όταν πήγαιναν στις μεγάλες δουλειές (παγκοινιές) από εκατό έως πεντακόσιοι αδελφοί, τότε ό ένας άπ’ αυτούς διάβαζε ψυχωφελείς λόγους από ένα διδακτικό βιβλίο ή έλεγε λόγια εποικοδομητικά της ψυχής. Εάν κανείς άρχιζε την φλυαρία, αμέσως τον σταματούσαν.
74) Ακολούθως, για την ζωή των μοναχών στα κελιά ό ίδιος Ο Θεοφάνης έγραφε:
—Στά κελιά μερικοί έγραφαν βιβλία, άλλοι έπλεκαν, άλλοι ύφαιναν λινά, άλλοι έκοβαν καλυμμαύχια καί σκουφιά, έφτιαχναν κομποσχοίνια, ύφαιναν ύφασμα για ράσα καί μανδύες, σκάλιζαν σταυρούς καί κουτάλια ή άσχολοϋντο με άλλες χειρωνακτικές εργασίες. Ολοι ήταν κάτω από την πνευματική έπαγρύπνισι των Πνευματικών των, στους οποίους έξομολογοΰντο τους λογισμούς καί τα αμαρτήματα των δύο φορές την ήμερα. Το πρωΐ έλεγαν αυτά πού τους συνέβαιναν από τον πόλεμο του σατανά την νύκτα, ενώ το βράδυ αυτά πού τους συνέβαιναν την ημέρα. Χωρίς την ευλογία των Πνευματικών δεν τολμούσε κανείς να κάνη κάτι, ούτε καν ένα φρούτο να φάη.
75) Ηταν συνήθεια κατά την εορτή του μοναστηρίου Νεάμτς, της Αναλήψεως του Χριστού, να συγκεντρώνεται πολύς κόσμος από την Μολδαβία, Βλαχία καί από άλλες περιοχές. Τότε ό όσιος Παίσιος δεν είχε καιρό για ανάπαυση επί τέσσαρες ήμερες. Από το
πρωί μέχρι το βράδυ οί πόρτες ήταν ανοικτές για ολους, καί τους πλουσίους καί τους πτωχούς. Προς ολους τους προσκυνητάς έξεδήλωνε μία πρωτοφανή αγάπη σαν δεύτερος Αβραάμ, τους αποχαιρετούσε με αγάπη καί τους ευχαριστούσε για την υπομονή πού είχαν
να υποβληθούν σε τόσο κόπο καί σε τέτοια όδοιπορία. Μετά τουςευχόταν να τους βοηθεΐ ό Κύριος καί ή Θεοτόκος ψυχικά καί σωματικά καί τους έστελνε στον ξενώνα των προσκυνητών.
76) Έλεγαν για τον οσιο Παΐσιο ότι κοπίαζε πάρα πολύ για την μετάφρασι Πατερικών βιβλίων από την αρχαία ελληνική γλώσσα στην σερβική καί την ρουμανική, προκειμένου να βοηθήσει και να ώφελήση ψυχικά αυτούς πού θα επιθυμήσουν να διδαχθούν τίς διδασκαλίες των θεραπόντων του Θεού, των αγίων πατέρων μας.
77) Ηταν άξιο θαυμασμού, έλεγε ό μαθητής του Πλάτων, το πώς μπορούσε να γραφή τόσα βιβλία. Διότι ήταν υπερβολικά αδύνατος καί σ’ δλη την δεξιά πλευρά είχε πληγές. Καί το κρεββάτι όπου κοιμόταν, ήταν περικυκλωμένο από βιβλία, αρκετά λεξικά, την
Βίβλο στα ελληνικά καί σλαβονικά, γραμματική ελληνική καί σλαβονική, βιβλία πού μετέφραζε καί στο μέσον αυτών το φως της λάμπας. Ενώ αυτός σαν ένα μικρό βρέφος καθόταν σκυφτός σχεδόν όλη την νύκτα, λησμονώντας την σωματική του αδυναμία καί το βάρος των πόνων καί κακοπαθειών του.
78) Ύστερα πρόσθεσε ό μαθητής του:
—»Ω απαθέστατε καί άγιε Γέροντα! «Ω ψυχή καθαρά καί με τον Θεό ενωμένη! Όλοσχερώς ενωμένος με τον Θεό, καί πλημμυρισμένος κυριολεκτικά από αγάπη για τον πλησίον. Ό λόγος του δυνατός, ικανός να πείση, πλήρης χάριτος. Είχε την δύναμη να ξερριζώνη τα πάθη καί να φυτεύη τίς αρετές στις ψυχές αυτών πού του έκαναν υπακοή με εμπιστοσύνη καί αγάπη.
79) Έλεγαν οί μαθηταί του στάρετς Παϊσίου ότι αυτός μετέφρασε στα ρουμανικά λίγα βιβλία, όπως τους λόγους του αγίου Νείλου του Σόρσκυ, επειδή ήταν περισσότεροι οί μολδαβοί μοναχοί πού μετέφραζαν από τα ελληνικά παρά οί σλάβοι. Στήν σλαβονική γλώσσα μετέφραζαν μόνο ό όσιος Παΐσιος μαζί με τον μαθητή του ιερομόναχο Δωρόθεο. Ενώ στην ρουμανική γλώσσα μετέφρασαν πάρα πολλοί ελληνομαθείς μολδαβοί, όπως:
1) Ό αρχιμανδρίτης Μακάριος, μεγάλος πρωτοψάλτης, μετέφρασε τίς ομιλίες του αγίου Μακαρίου, τους λόγους του αγίου Ισαάκ του Σύρου καί αλλά.
2) Ό Ιερομόναχος Ίλαρίων μετέφρασε τους λόγους του αγίου Καλλίστου Καταφυγιώτου, την Εξαήμερο του Μεγάλου Βασιλείου καί αλλά.
3) Ό όσιος μοναχός Γερόντιος μετέφρασε πολλά βιβλία, όπως:
α) Την Μικρή συλλογή Κανόνων.
β) Το Κυριακοδρόμιο, με λόγους των Ευαγγελίων ολων των Κυριακών του έτους, τυπωμένο στο Βουκουρέστι.
γ) Την ερμηνεία των Ευαγγελίων του αγίου Θεοφύλακτου, τυπωμένο στο Ιάσιο.
δ) Το Θεολογικόν (Δογματική) του αγίου Ιωάννου του Δαμάσκηνου, τυπωμένο στο Ιάσιο.
ε) Το Κεκραγάριον του αγίου Αυγουστίνου (μονόλογοι), τυπωμένο στο μοναστήρι Νεάμτς καί αλλά.
4) Ό όσιος ιεροδιάκονος Στέφανος μετέφρασε την ζωή των αγίων ολου του έτους από την σλαβονική γλώσσα, τυπωμένο στο μοναστήρι Νεάμτς κατά τα έτη 1807-1815.
5) Ό όσιος μεγαλόσχημος μοναχός Ισαάκ ό διδάσκαλος, μετέφρασε από την ελληνική γλώσσα:
Α) Το βιβλίο του αγίου Ιωάννου της Κλίμάκος καί β) Την Παράκλήσι της Θεοτόκου, ή οποία τυπώθηκε στο μοναστήρι Νεάμτς, ενώ από τα σλαβονικά μετέφρασε το τυπικό του αγίου Σάββα, το όποιο τυπώθηκε στο Ιάσιο το έτος 1816.
Β) Ό μητροπολίτης Γρηγόριος ό διδάσκαλος, μαθητής του στάρετς Παϊσίου από το μοναστήρι Νεάμτς, μετέφρασε καί αυτός Ικανό αριθμό βιβλίων από την ελληνική γλώσσα, όπως το Γεροντικό καί αλλά, τα όποια τυπώθηκαν στο Βουκουρέστι, όταν έγινε μητροπολίτης της Ρουμανικής Χώρας (1823-1834).
80) Ενας έλληνας προσκυνητής του μοναστηρίου Νεάμτς, ονόματι Κωνσταντίνος Καράγιας, περιέγραφε ως έξης το πλήρες αγίου Πνεύματος πρόσωπο του μεγάλου στάρετς Παϊσίου:
—Για πρώτη φορά στην ζωή μου είδα με τα μάτια μου ζωντανή καί ανυπόκριτη αγιότητα. Με κατέπληξε το ωχρό καί φωτεινό πρόσωπο του, χωρίς σταγόνα αίμα, μία μεγάλη καί λευκή γενειάδα πού έλαμπε σαν ασήμι καί μία ασυνήθιστη καθαριότητα στα ρούχα καί στο κελί του. Ό λόγος του ήρεμος καί ειλικρινής. Μου άρεσε αυτός ό άνθρωπος, διότι ήταν ολοκληρωτικά χωρισμένος από τα γήινα.
81) Ό μαθητής του Πλάτων έλεγε τα έξης για τον οσιο Παισιο:
—Αυτός ό ηγούμενος είχε φλογερή αγάπη, διότι από την νεότητα του αγάπησε τον Θεό με όλη την ψυχή του. Ολους τους άγαποϋσε καί τους θέρμαινε με την αγάπη καί την στοργή του. Για τον καθένα αισθανόταν πόνο. Συνάμα τα πνευματικά του παιδιά τα αγκάλιαζε με πνευματική αγάπη περισσότερο από την ψυχή του. Κάθε άνθρωπος πού ερχόταν σ’ αυτόν για ψυχική ή πνευματική βοήθεια δεν έφευγε με αδειανά τα χέρια. Ουδέποτε στράφηκε εναντίον κάποιου ή λύπήσε κανέναν.
82) Ό ίδιος ό μαθητής του συνέχιζε:
—Ηταν σ’ αυτόν ενωμένες ή παντοτεινή υπομονή καί ή πραότητα, ενώ το μίσος καί ή οργή δεν εκδηλώνονταν σ’ αυτόν, παρά μονό στην παράβασι των θείων εντολών. Ηλεγχε καί εξέταζε με πραότητα, έπέπλήττε καί δίδασκε με αγάπη, εύσπλαχνιζόταν καί μακροθυμοΰσε με την ελπίδα βελτιώσεως.
42) Επίσης καί αυτά τα φυσικά χαρακτηριστικά του ήταν καταστόλιστα με την Θεία Χάρι, συνέχιζε ό μαθητής του. Το πρόσωπο του λευκό, θείο καί αγγελικό, ή ματιά του γλυκεία, ό λόγος του ταπεινός, άπαρρήσίαστος, ξεχειλισμένος από ευσπλαχνία, καί ολους
τους τραβούσε κοντά του. Ό νους του διαρκώς ενωμένος με τον Θεό δια της αγάπης. Άπόδειξις τρανή τα πολλά του δάκρυα.
43) Έλεγε ένας από τους μαθήτάς του οσίου Παϊσίου ότι τόσο είχε αποκτήσει το δώρο της καθαράς προσευχής, ώστε το πρόσωπο του έλαμπε, τα μάτια του έτρεχαν δάκρυα από τον φόβο του Θεοΰ πού είχε φυτευθή στην καρδιά του. Κάποτε, πρόσθεσε ό μαθητής, όταν εϊμασταν στην Ντραγκομίρνα, ήλθα στον ηγούμενο καί βλέποντας την πόρτα ανοικτή, κτύπησα καί μπήκα μέσα. Το πρόσωπο του έλαμπε σαν φλόγα. Είπα τον χαιρετισμό: Ευλόγησαν Γέροντα! Δεν μου απάντησε. Επανέλαβα το ίδιο δεύτερη φορά. Καμία άπάντησις. Τότε κυριεύθηκα από φόβο. Κατάλαβα ότι είχε αρπαγή κατά την ώρα της προσευχής. Περίμενα ακόμη λίγο καί μετά βγήκα από το κελί του.
85) Ό όσιος Πάίσιος είχε καί το προορατικό χάρισμα. Πολλές φορές έβλεπε στο ονειρό του ένα σπαθί κρεμασμένο από μία κλωστή πάνω από το κεφάλι του Μολδαβοϋ ήγεμόνος Γρηγορίου Γκίκα. Μετά από λίγες ημέρες οι τούρκοι του έκοψαν το κεφάλι του κατ’ έντολήν του Σουλτάνου. Πολύ πικράθηκε ό ηγούμενος Παίσιος γι’ αυτό.
86) «Έλεγαν πάλι ότι συχνά στέναζε καί θρηνούσε ό στάρετς για κάποιον αδελφό της αδελφότητας του, τον όποιο συμβούλευε να διορθωθή, αλλά ό αδελφός δεν άκουγε. Ύστερα από τρεις ημέρες Ο αδελφός αυτός άπαγχονίσθηκε.
87) Για ένα άλλον αδελφό προσευχόταν πάλι ό στάρετς να μη αναχώρηση από το μοναστήρι.
—Αδελφέ, του έλεγε, άκουσε με, διότι δεν θα δής τον τόπο αυτό πού θέλής να μεταβής. Πράγματι, ό αδελφός δεν τον άκουσε καί μετά από τέσσαρες ήμερες απέθανε.
88) Αναρίθμητες καί θεοφώτιστες ήταν οι επιστολές του στάρετς Παϊσίου προς διαφόρους φίλους του, λαϊκούς, ιερείς, μοναχούς καί ηγουμένους. Να τί γράφει προς τους μοναχούς της Σκήτης Ρομπάϊα του νομού Αρντζες, οί όποιοι του ζητούσαν ένα Ιερέα.
—Στήν επιθυμία σας να σας στείλουμε ένα ιερέα για να διοργάνωση την κοινοβιακή ζωή σας, δεν γνωρίζουμε τί να σας απαντήσουμε. Καί εμείς οί ίδιοι είμεθα στην αρχή καί έχουμε ανάγκη από συμβουλές. Το μόνον πού μπορώ να ειπώ είναι ότι κατά την ταξί των Αγίων Πατέρων μπορείτε μόνοι σας να διοργανώσετε την πνευματική σας ζωή. Κατ’ αρχήν απαιτείται ό ηγούμενος να γνωρίζή την Αγία Γραφή, για να γνωρίζή να διδάσκή καί τους μαθητάς του. Να εχη προς αυτούς αληθινή καί ανυπόκριτη αγάπη, να είναι πράος, ταπεινός, υπομονετικός, άνεξίκακος, άφιλοχρήματος, απαλλαγμένος από την υπερηφάνεια, την λαιμαργία καί από όλα τα άλλα πάθη. Συνάμα οί μαθηταί του να είναι στα χέρια του ηγουμένου όπως ό πηλός στα χέρια του άγγειοπλάστου. Να μη κάνουν τίποτε χωρίς την ευλογία του, να μη έχουν κάτι το ιδιαίτερο, αλλά τα πάντα, καί τα βιβλία καί το κρεβάτι καί όλα τα αλλά να έχουν δοθή με την ευλογία του ηγουμένου. Κατόπιν ή σκήτη σας, οπουδήποτε βρίσκεται, να μην εξαρτάται από άλλο μοναστήρι, αλλά να κυβερνάται μόνη της, ώστε οί αδελφοί να σωθοϋν από τον γέροντα των, ενώ ό ηγούμενος από τον Κύριο.
89). Επίσης προς τους μοναχούς της σκήτης Μεγάλη Ποϊάνα έγραφε:
—Μη ταράζεσθε για την ακακία καί ταπείνωση του πατρός Αλεξίου, του νέου ηγουμένου σας. Διότι κατά τους αγίους Πατέρας, ό ηγούμενος πρέπει να είναι προς τους αδελφούς ταπεινός, ειρηνικός, πράος, άκακος, σε θέσι να ύποφέρη ολους τους πειρασμούς καί να μπορεί να δίνη στους αδελφούς το παράδειγμα της υπομονής. Μην άνησυχήτε, διότι αυτός είναι αδύνατος στο σώμα, πλην όμως είναι υγιής στο πνεύμα καί συνετός στο νου. Άλλα έσεϊς πού γνωρίζετε την αδυναμία της φύσεως του, μη ζητάτε άπ’ αυτόν σωματικές κακοπάθειες υπεράνω των δυνάμεων του. Άλλα να τον συμπονάτε, για να μη χαθή πριν από την κανονική του ώρα καί ζημιωθούν οί αδελφοί. Είναι αρκετό σ’ αυτόν να παραμένή στο κελί του, να προστατεύει την υγεία του, να διαβάζη ψυχωφελή βιβλία, για να είναι έτοιμος στον κατάλληλο καιρό να δώση στους αδελφούς τίς ωφέλιμες συμβουλές για την σωτηρία των. Να ταπεινώνεσθε ό ένας ενώπιον του άλλου καί να υπακούετε ό ένας στον άλλον, να έχετε την αγάπη του Θεού μεταξύ σας καί να είσθε μία ψυχή, μία καρδιά, με την Χάρι του Θεοΰ.
90) Κάποιος ιερεύς ερώτησε τον δσιο Πάίσιο:
—Μπορεί άραγε ό ιερεύς να συγχώρηση κάποιον πού μετανοεί με αληθινή μετάνοια καί να του δώση τα άγια Μυστήρια χωρίς επιτίμιο (κανόνα) λόγω αδυναμίας του;
—Εάν ή ασθένεια του είναι σωματικής φύσεως, απάντησε ό όσιος, καί πλησιάζη προς τον θάνατο, καί δεν έχει καιρό να κάνη κανόνα, τότε, καί αν ακόμη έχει κάνει μεγάλες αμαρτίες καί μετανοήση, ό ιερεύς πρέπει να τον συγχωρή καί να του δίνη τα αγία Μυστήρια. Εάν όμως μπορεί να κάνη κανόνα, ό ιερεύς να μη τον λύνη, μέχρι να τελείωση τον κανόνα του διότι ό κανόνας είναι το ένα τρίτο της μετανοίας.
91) Κατόπιν πρόσθεσε καί αυτά τα λόγια:
—Σας λέγω καί αυτό: εγώ ανεζήτησα με πόθο να βρω στον εαυτό μου κάποιο έπιτίμιο ανεκτέλεστο, πού θα με απομάκρυνε από την Θεία Κοινωνία, αλλά δεν μπόρεσα να βρω. Είναι όμως φοβερά τρομακτική καί φρικιαστική ή καταδίκη των ιερέων πού τολμούν να κοινωνούν αυτούς πού εμποδίζονται με έπιτίμιο. Καί τους δύο ή Εκκλησία τους παρομοιάζει με τον Ιούδα τον προδότη.
92) Έλεγε πάλι ό μεγάλος στάρετς:
—Μιμηθήτε την πραότητα του Χριστού, για να αντιστέκεστε μέχρις αίματος στο πάθος του μίσους καί να ειρηνεύετε με ολους. Αυτό είναι το πλέον απαραίτητο, όπως ό ίδιος ό Χριστός λέγει στους μαθητάς του «Ειρήνη ύμΐν». «Είρήνην την έμήν δίδωμι ύμΐν». όπου υπάρχει ή ειρήνη του Χριστού, έκεϊ κατοικεί ό Χριστός. Ενώ στην ψυχή πού δεν υπάρχει ή ειρήνη του Χριστού, ούτε ό Χριστός εκεί υπάρχει.
93) Καί πάλι έλεγε:
—Ή υπομονή είναι καί αυτή τόσο απαραίτητη για την σωτηρία μας, ώστε ό Χριστός έλεγε: «Εν τη υπομονή υμών κτήσασθε τάς ψυχάς υμών». Καί το κέρδος της ψυχής δεν είναι τίποτε άλλο παρά ή σωτηρία της. Υπομονή ακόμη πρέπει να έχετε όχι μόνο για ένα ώρισμένο χρονικό διάστημα, αλλά μέχρι θανάτου, διότι «ό ύπομείνας εις τέλος, ούτος σωθήσεται».
94) Οσον αφορά την ταπείνωση έλεγε ό όσιος Πάίσιος:
44) —Ή ταπείνωσις είναι το θεμέλιο όλων των ευαγγελικών αρετών. Είναι τόσο αναγκαία για την σωτηρία όσο ή αναπνοή για την ζωή των ανθρώπων. Ολοι οι άγιοι με πολλούς κόπους καί τρόπους σώθηκαν, αλλά χωρίς ταπείνωση κανείς δεν σώζεται καί δεν μπορεί να σώση τους άλλους. Γι’ αυτό καθένας πού θέλει να σωθεί, πρέπει ολόψυχα καί απέναντι του Θεοΰ να αισθάνεται πώς για ό,τιδήποτε συμβαίνει στους άλλους ανθρώπους καί για οποιαδήποτε αμαρτία, είναι ένοχος μόνον ό εαυτός του καί όχι οί άλλοι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου