Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2019

Γιατί μιλάμε για πατρότητα του Θεού και όχι για μητρότητα; Γιατί στην απεικόνιση του Παντοκράτορα – Χριστού δεν μπορούμε να βάλουμε μια αγία γυναίκα;



Ερώτηση: Γιατί μιλάμε για πατρότητα; Δεν θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για μητρότητα;
Μίλα για μητρότητα αν θέλεις, το ίδιο κάνει. Ο Θεός είναι άφυλος, δεν έχει φύλο. Αν βλέπετε κάποιο παραλογισμό στο να αποκαλούμε τον Θεό Πατέρα, επειδή φοβάστε ότι αποδίδουμε αρσενικό φύλο στον Θεό, επιτρέψτε μου να πω ότι το ίδιο παράλογο είναι να λέμε πως ο Θεός είναι φως και να μην λέμε ότι ο Θεός είναι σκοτάδι...

Για τη βιβλική παράδοση η σημαντική της πατρότητας του Θεού δεν αναφέρεται στο φύλο, αλλά στη σχέση γεννήτορα και γεννωμένου. Η βιβλική αυτή σημαντική της σχέσης Πατρός και Υιού αφορά αυτή καθεαυτή την υπόσταση των σχετιζομένων κι όχι κάποια επιμέρους πτυχή της ύπαρξής τους. Δεν περιορίζεται δηλαδή στο βιολογικό γεγονός της γέννησης, αλλά εμπεριέχει ολόκληρο το είναι των σχετιζομένων.
Για τον λόγο αυτό είναι φυσικό οι άνθρωποι να χρησιμοποιήσουν μια λέξη που μέσα από τη δική τους πείρα εκφράζει κατά τρόπο αρχετυπικό μια τέτοια σχέση στη μέγιστη δυνατή ένταση και με όλο το οντολογικό φορτίο της. Την εποχή που γεννήθηκε ο Χριστός και μέσα στην ιουδαϊκή παράδοση, η πιο κατάλληλη αρχετυπική σχέση ήταν αυτή του πατέρα προς τον μονογενή υιό του. Το αρχέτυπο αυτό προϋπήρχε στην παλαιοδιαθηκική παράδοση, δεν εφευρέθηκε ούτε από τον Χριστό ούτε από την Εκκλησία.
Ο Ιησούς Χριστός είναι φορέας μιας μακραίωνης παράδοσης που αναφέρεται στον Γιαχβέ, ο οποίος εμφανίστηκε ως αρσενικού γένους. Σ’ αυτόν τον «αρσενικό» Θεό της παράδοσής τους αναφέρεται ο Χριστός ως πηγή και αιτία της ύπαρξής του και τον αποκαλεί «Πατέρα». Ο Χριστός δεν ενδιαφέρεται να «διορθώσει» την καθεστηκυία γλώσσα, ενδιαφέρεται να κερδίσει την εμπιστοσύνη των ανθρώπων. Δεν κάνει επανάσταση για την επανάσταση, χρησιμοποιεί τις εικόνες που είναι δεδομένες, με τη σημαντική που έχουν οι λέξεις. Αν ίσως ο Χριστός γεννιόταν και δρούσε σε κάποια άλλη παράδοση που ο Θεός ήταν γένους θηλυκού, τότε μπορεί να τον έλεγε «Μητέρα».
Ερώτηση: Αν ισχύει αυτό, τότε γιατί στην απεικόνιση του Παντοκράτορα δεν μπορούμε να βάλουμε και μια αγία γυναίκα;
Μα γιατί να το κάνουμε; Ξέρεις ποιο είναι το πρόβλημα; Αν το κάνουμε έχουμε φύγει από το πεδίο της θεολογίας και έχουμε πέσει στο επίπεδο της ψυχολογίας ή της κοινωνιολογίας. Είναι συναφές με το περίφημο ερώτημα γιατί δεν μπορούν οι γυναίκες να γίνουν ιέρειες. Ερώτημα – επιτρέψτε μου να πω – ανύπαρκτο για τη δική μας παράδοση, γιατί το ζήτημα για μας δεν έχει να κάνει με την ισότητα ή την ανισότητα των φύλων, αλλά έχει να κάνει με τις εικονολογικές αναφορές που ανταποκρίνονται στην ιστορική πορεία και τη βιωμένη εμπειρία της ανθρωπότητας, και ειδικότερα της Εκκλησίας.
Ο Χριστός υπήρξε άνδρας. Αυτό καθιερώνει ένα θεανδρικό αρχέτυπο που διαπερνά και καθορίζει την εικονολογία της παράδοσής μας. Αν θέλουμε να ανατρέψουμε αυτές τις εικονολογικές αναφορές, μπορούμε να το κάνουμε. Θα είμαστε όμως ιστορικά αυθαίρετοι και θα ταλαιπωρήσουμε εκατομμύρια ανθρώπων προσπαθώντας να καθιερώσουμε έναν δικό μας συμβατικό συμβολισμό, μόνο και μόνο για να ικανοποιήσουμε τις ψυχολογικές μας ανάγκες ή τις σύγχρονες κοινωνιολογικές μας θεωρίες. Ξαναλέω λοιπόν ότι για μας το ερώτημα είναι ανύπαρκτο. Το πρόβλημα τίθεται όταν το κριτήριό μας είναι ανθρωπολογικό.  
Ερώτηση: Αν δεν υπάρχει πρόβλημα, τότε γιατί επιμένουμε;
Ίσως δεν ήμουν σαφής. Το ερώτημα είναι ανύπαρκτο γιατί δεν προκύπτει μέσα από την θεολογία της παράδοσής μας. Για την θεολογική αυτή παράδοση τα πάντα εξετάζονται σε σχέση με τα έσχατα, τα πάντα είναι εικόνες των εσχάτων. Ο δρόμος, ή μάλλον ο τρόπος που θεολογούμε, είναι εικονολογικός, δεν είναι ψυχολογικός, ούτε κοινωνιολογικός. Μέσα σ’ αυτή την εικονολογία υπάρχει ένας γάμος. Τα έσχατα δεν είναι τίποτα άλλο σ’ αυτή την εικονολογία παρά ο γάμος ενός νυμφίου και μιας νύμφης, του Χριστού και της Εκκλησίας. Επί αιώνες οι άνθρωποι αντιλαμβάνονταν τον γάμο ως σχέση ανάμεσα σ’ έναν άνδρα και σε μια γυναίκα.
Επειδή η σημαντική των όρων, η σημαντική των λέξεων, λειτούργησε ώστε ο Θεός να είναι άνδρας και ο λαός να είναι η γυναίκα, γι’ αυτό κρατήσαμε αυτή την εικόνα. Ο ιερέας, ως εικόνα του Νυμφίου, παρουσιάζεται πάντα ως άνδρας. Αυτός και μόνο είναι ο λόγος. Δεν υπάρχει δογματικός λόγος για τον οποίο πρέπει ένας άνδρας να είναι ιερέας. Θα μπορούσε και μια γυναίκα να είναι ιερέας. Δεν είναι δογματικό το θέμα, είναι εικονολογικό. Η αντιστροφή καταστρέφει, αλλοιώνει την εικόνα. Και δεν έχουμε άλλο τρόπο προσεγγίσεως αυτών των μυστηρίων, παρά μόνο μέσα από εικόνες.
Ερώτηση: Η φράση όμως του αποστόλου Παύλου, που έλεγε «αι δε γυναίκες εν τη εκκλησία σιγάτωσαν», δεν είναι αξιολογική;
Ναι, δεν λέει όμως οι άνδρες να μιλάνε. Αυτό το λέει ο Παύλος θέλοντας να βάλει μια τάξη στα λεγόμενα λειτουργήματα της Εκκλησίας. Λοιπόν ο επικεφαλής της κοινότητας, ο ποιμήν, ο επισκοπών, ο προεστώς λειτουργεί. Αυτός έχει ως βοηθό αυτόν που διδάσκει. Και ο λαός απαντάει διά του αμήν. Αυτή είναι η λειτουργική τάξη κι αυτή εκφράζει την εικονολογία που προανέφερα. Με βάση αυτή τη λειτουργική τάξη η γυναίκα δεν μπορεί να τελέσει το μυστήριο. Αυτή είναι η έννοια του «σιγάτωσαν».
ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ «ΔΙΕΡΧΟΜΕΝΟΙ ΔΙΑ ΤΟΥ ΝΑΟΥ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΟΜΟΣ, ΑΘΗΝΑ 2009

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου