Είναι αλήθεια ότι το γραπτό φανερώνει τον άνθρωπο. Κλασσικά είναι
διατυπωμένο στο απόσπασμα που ακολουθεί ότι «το ύφος είναι ο άνθρωπος».
«Σχεδόν γαρ εικόνα έκαστος της εαυτού ψυχής γράφει την επιστολήν· και έστι μεν και εξ άλλου λόγου παντός ιδείν το ήθος του γράφοντος, εξ ουδενός δ’ ούτως ως επιστολής» (Δημήτριος, Περί Ερμηνείας, Επιστολογράφοι Έλλην. σελ. 12).
Γι’ αυτό χαιρόμαστε την ομορφιά της αρετής στα κείμενα των Πατέρων της Εκκλησίας, και στα γράμματα ευλαβικών ψυχών αισθανόμαστε τη χάρη του Θεού να προσεγγίζει τις ψυχές μας. Διότι το γράμμα, η επιστολή, έχει μια αμεσότητα επικοινωνίας με την ψυχή του παραλήπτη και το θέμα του. Δε χάνεται στη γενικότητα ενός λόγου. Μεταγγίζει τη ζεστασιά, την αγάπη, το ενδιαφέρον, αλλά και μεταδίδει από τους δικούς του θησαυρούς, που προσφέρει αυτός που γράφει το γράμμα, σ’ αυτόν που το δέχεται. Είναι μεγάλο πράγμα, όταν π.χ. θλίβεσαι, να πάρεις σε γράμμα από τον πνευματικό σου πατέρα αυτή τη συμβουλή:
Τα θέματα στα οποία αναφέρονται οι επιστολές είναι πνευματικής φύσεως, απαντούν σε ερωτήματα ή και σε πνευματικές ανάγκες Χριστιανών, που ζητούσαν από τον Πνευματικό τους Πατέρα ενίσχυση, συμβουλή, καθοδήγηση.
Γράφει ο π. Ευσέβιος:
Η επόμενη παράγραφος δεν ξαφνιάζει όσους έχουν αποδυθεί στον αγώνα της ιεραποστολικής εργασίας. Εντυπωσιάζει όμως καθένα εργάτη του Ευαγγελίου.
Όσοι γνώρισαν τον π. Ευσέβιο «εν ζωή» έχουν να λένε ότι ήταν ο πνευματικός οδηγός του μέτρου. Δεν είχε ακρότητες, δεν απαιτούσε υπερβολές. Δεν τρομοκρατούσε τις ψυχές με «φορτία βαρέα και δυσβάστακτα». Δεν έδενε ποτέ με τον εαυτό του τους Χριστιανούς που καθοδηγούσε. Αλλά ήταν συμπαθή, πράος, φιλόστοργος, Χριστοκεντρικός. Άκαμπτος ήταν μονάχα στο θέμα του εγωισμού. Γι’ αυτό και το έργο του καρποφόρησε και το πνεύμα του έδωσε νέα πνοή στης Ελλάδος την πνευματική αναγέννηση.
Πόση χάρη και ανακούφιση και ενίσχυση στον καθημερινό αγώνα δεν πηγάζει από τη στοργική παρακολούθηση που εκφράζει η επόμενη περικοπή:
«Σχεδόν γαρ εικόνα έκαστος της εαυτού ψυχής γράφει την επιστολήν· και έστι μεν και εξ άλλου λόγου παντός ιδείν το ήθος του γράφοντος, εξ ουδενός δ’ ούτως ως επιστολής» (Δημήτριος, Περί Ερμηνείας, Επιστολογράφοι Έλλην. σελ. 12).
Γι’ αυτό χαιρόμαστε την ομορφιά της αρετής στα κείμενα των Πατέρων της Εκκλησίας, και στα γράμματα ευλαβικών ψυχών αισθανόμαστε τη χάρη του Θεού να προσεγγίζει τις ψυχές μας. Διότι το γράμμα, η επιστολή, έχει μια αμεσότητα επικοινωνίας με την ψυχή του παραλήπτη και το θέμα του. Δε χάνεται στη γενικότητα ενός λόγου. Μεταγγίζει τη ζεστασιά, την αγάπη, το ενδιαφέρον, αλλά και μεταδίδει από τους δικούς του θησαυρούς, που προσφέρει αυτός που γράφει το γράμμα, σ’ αυτόν που το δέχεται. Είναι μεγάλο πράγμα, όταν π.χ. θλίβεσαι, να πάρεις σε γράμμα από τον πνευματικό σου πατέρα αυτή τη συμβουλή:
«Καθ’ όσον δε αφορά στη λύπη, την οποία αισθάνεσθε για τις πνευματικές ατέλειες και ασθένειες, αυτό μόνο σάς λέμε, ότι η λύπη αυτή έχει όρια, τα οποία όταν τα υπερβαίνει κανείς δεν ευαρεστεί στο Θεό, αλλά και αντίθετα αμαρτάνει…».Με τη σοφή και φιλάνθρωπη αυτή συμβουλή μπαίνουμε στην επιστολογραφία του π. Ευσεβίου Ματθοπούλου, για να κορφολογήσουμε λίγα από τα πνευματικά άνθη της ψυχής της σεβασμίας αυτής Μορφής, που κάλυψε με την ταπεινοφροσύνη του και τον ιεραποστολικό ζήλο το τέλος του ΙΘ΄ αιώνος και τις αρχές του Κ΄ τον πνευματικό αγρό της Εκκλησίας μας.
Ευσέβιος(Αθήνα, 12 Μαρτίου 1911)
Τα θέματα στα οποία αναφέρονται οι επιστολές είναι πνευματικής φύσεως, απαντούν σε ερωτήματα ή και σε πνευματικές ανάγκες Χριστιανών, που ζητούσαν από τον Πνευματικό τους Πατέρα ενίσχυση, συμβουλή, καθοδήγηση.
Γράφει ο π. Ευσέβιος:
«Αγαπητέ μοι αδελφέ…Απόσταγμα πατερικής σοφίας οι συμβουλές του, αλλά και πείρας πολλής.
…Κάθε αποθάρρυνση είναι από τον Πονηρό. Σε κάθε τυχόν απροσεξία και ενοχή απαιτείται μετάνοια και αίτηση του ελέους του Θεού και μαζί με αυτή πεποίθησις τέλεια εις την από Θεού συγχώρηση και εξακολούθηση του κατά του Πονηρού αγώνα, σαν να μη μεσολάβησε ενοχή…».
«…αι θλίψεις είναι εκείναι, αίτινες θα παραστήσουν τον άνθρωπον καθαρόν ενώπιον του θεού… Πάντες οι άγιοι διά μέσου των θλίψεων διήλθον… άνευ αυτών βασιλείαν Θεού δεν βλέπει ο άνθρωπος. Όταν ο άνθρωπος έχη θλίψεις και υπομένη, έχει τον Θεόν τότε μαζί του…».Εκεί όπου ο π. Ευσέβιος είναι άφθαστος, είναι η επιμονή του στο μεγάλο αγώνισμα της ταπείνωσης. Όσα γράφει γι’ αυτήν είναι η καρδιά της διδασκαλίας του που δικαιολογεί το χαρακτηρισμό του: Διδάσκαλος της ταπεινοφροσύνης.
«…εκείνο… το οποίον πρέπει να κρατής σφικτά εις την ψυχήν σου διά να μη σου φύγη ποτέ και απολεσθής, είνε η ταπεινοφροσύνη, ήτοι η συναίσθησις της αναξιότητος και ουτιδανότητος του ανθρώπου, άνευ της οποίας συναισθήσεως χάρις Θεού δεν ενοικεί εν τη ψυχή… και αν έχη ενοικήσει, όταν φύγη η ταπεινοφροσύνη από την ψυχήν, μαζί με αυτήν θα φύγη και η χάρις του Θεού, διότι δεν ημπορεί να σταθή όπου δεν είναι η ταπεινοφροσύνη…».Ως φάρμακο υπέρ της ταπεινοφροσύνης και της αγνότητος προσφέρει ο ταπεινός Γέροντας την ακόλουθη συμβουλή.
«…να μη κατακρίνης ποτέ και καταδικάσης εν τη ψυχή σου κανένα άνθρωπον διά παν αμάρτημα, και πολύ περισσότερον μη μεμφθής ποτέ εν τη ψυχή σου κανένα δι’ ανήθικον αμάρτημα. Διότι τούτο είνε υπερηφάνεια, και την υπερηφάνειαν πατάσσει ο Θεός διά της αφαιρέσεως της Χάριτός του, οπότε ο άνθρωπος πίπτει εις τα ίδια ή και εις χειρότερα από εκείνα, τα οποία κατέκρινε…».Η υψηλοφροσύνη και υπερηφάνεια ου μόνον αυτή καθ’ εαυτήν είναι το μέγιστον των κακών εις τον άνθρωπον, αλλά γίνεται αιτία, ίνα και την ηθικήν του απολέση ο άνθρωπος, διότι απώλεσε προηγουμένως την ταπεινοφροσύνην… ήτις συγκρατεί αυτόν…».
Η επόμενη παράγραφος δεν ξαφνιάζει όσους έχουν αποδυθεί στον αγώνα της ιεραποστολικής εργασίας. Εντυπωσιάζει όμως καθένα εργάτη του Ευαγγελίου.
«Εισχωρεί… η οίησις και υψηλοφροσύνη ως επί το πλείστον εις τα πρόσωπα εκείνα, τα οποία εργάζονται μεν τα έργα της αρετής, αλλά δεν έχουν προσοχήν εις τα ιδίας αυτών αμαρτίας, ατελείας και ελαττώματα και μάλιστα όταν τας αρετάς, τας οποίας εκτελούν, ή τα καλά τα οποία ενεργούν, τα αποδίδουν ουχί εις την χάριν και την βοήθειαν του Θεού, παράς εις την ιδίαν των ικανότητα, μη αναγνωρίζοντες ότι πάσαν ικανότητα και παν φυσικόν προτέρημα, όπερ έχουν, τους το ενεπιστεύθη ο Θεός και είναι υπεύθυνοι ενώπιον του Κυρίου και θέλουσι δώσει λόγον δι’ αυτό, εάν δεν το μεταχειρισθώσι συμφώνως προς το θέλημά Του».Να σταθούμε λίγο στη χρυσή τομή του τέλους της περικοπής: Προσοχή ναι, φόβος μήπως ο αγωνιστής πέσει με «τα δεξιά του Σατανά» τεχνάσματα. Όμως φυγή από τον αγώνα ποτέ. Είμαστε υπεύθυνοι για τα φυσικά προτερήματα που μας έχει δώσει ο Θεός και θα λογοδοτήσουμε για τα τάλαντα τα οποία μας «ενεπιστεύθη».
Όσοι γνώρισαν τον π. Ευσέβιο «εν ζωή» έχουν να λένε ότι ήταν ο πνευματικός οδηγός του μέτρου. Δεν είχε ακρότητες, δεν απαιτούσε υπερβολές. Δεν τρομοκρατούσε τις ψυχές με «φορτία βαρέα και δυσβάστακτα». Δεν έδενε ποτέ με τον εαυτό του τους Χριστιανούς που καθοδηγούσε. Αλλά ήταν συμπαθή, πράος, φιλόστοργος, Χριστοκεντρικός. Άκαμπτος ήταν μονάχα στο θέμα του εγωισμού. Γι’ αυτό και το έργο του καρποφόρησε και το πνεύμα του έδωσε νέα πνοή στης Ελλάδος την πνευματική αναγέννηση.
Πόση χάρη και ανακούφιση και ενίσχυση στον καθημερινό αγώνα δεν πηγάζει από τη στοργική παρακολούθηση που εκφράζει η επόμενη περικοπή:
«Ο Θεός σε έχει πλάσμα του, και διά της πίστεως, ήν έχεις προς Αυτόν, και της θελήσεως, ήν έχεις, ίνα μορφωθής κατά το θέλημά του, σε έχει τέκνον Του, και μετά πολλής της φιλοστοργίας προνοεί πάντοτε και φροντίζει περί σου, ίνα σε μορφώση και τελειοποιήση και σου παρέχει όλα τα μέσα όσα είναι ικανά να σε διατηρούν εις την ζωήν και πάντα τα μέσα και πάσας τας περιστάσεις, όσαι χρειάζονται διά την αναγέννησιν και ύψωσιν της ψυχής σου, και σε προφυλάττει από όλους τους κινδύνους και από τας επιβουλάς και μεθοδείας του αδιαλείπτως πολεμούντος διαφοροτρόπως τον άνθρωπον ανθρωποκτόνου Διαβόλου, και συ λέγεις ότι ο Θεός είναι μακράν σου;».Ας προσθέσουμε και αυτό το λόγο του:
«Απαιτείται… θάρρος εις τον αγώνα της αρετής και το θάρρος αυτό και η ελπίς της μορφώσεως του ανθρώπου στηρίζεται επί της δυνάμεως και της βοηθείας του Θεού και όχι εις την αδυναμίαν του ανθρώπου».Ο π. Ευσέβιος μάς δίνει την ταυτότητά του μέσα από τις λίγες απλές επιστολές του προς τους ανθρώπους που πνευματικά καθοδηγούσε, τους οποίους ονόμαζε αδελφούς του και υπέγραφε: ο ημέτερος Ευσέβιος. Μια ταυτότητα αγιότητος, σεμνότητος και αγιοπνευματικής αρχοντιάς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου