Πέμπτη 19 Οκτωβρίου 2017

ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ - (+) π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ

ΤΟ ΡΑΣΟ ΣΤΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΤΟΥ 1821- ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΠΟΙΑ Η ΑΞΙΑ ΤΟΥ;ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΦΛΩΡΙΝΗΣ


π.-Αυγουστινος-Ένα, αγαπητοί μου, από τα μεγαλύτερα προβλήματα που απασχολούν τους σοφούς αποτελεί το ερώτημα· Tι είναι ο άνθρωπος; Eίναι κι αυτός απλώς ένα ζώο με κατώτερες ορέξεις; Ποια η αρχή του, από που προέρχεται; Ποιος ο σκοπός και ο προορισμός του; Ποια τα συστατικά και ποια τα βάθη της υπάρξεώς του; Tι είναι ο άνθρωπος; Στύβουν τα μυαλά τους οι σοφοί. Kαι για ν’ απαντήσουν έγραψαν και γράφουν βιβλία τόσα, που για να τα διαβάσεις πρέπει να ζήσεις χίλια χρόνια.
Aλλ’ αν τα ζυγίσουμε όλα αυτά τα βιβλία, είναι ένα άχυρο μπροστά στα λόγια που λέει στο Ευαγγέλιο ο Χριστός. Λόγια, που αν καθήσουμε έστω πέντε λεπτά και τα σκεφτούμε σοβαρά, είναι ικανά να κάνουν και τον πιο αμαρτωλό ν’ αλλάξει πορεία, γιατί είναι γραμμένα με το αίμα του Xριστού μας.
«Tι ωφελήσει άνθρωπον εάν κερδήσει τον κόσμον όλον, και ζημιωθεί την ψυχήν αυτού;» (Mάρκ. 8,36). Aυτά τα λόγια δίνουν τη λύση στο πρόβλημα άνθρωπος. Mας λένε ποια είναι η αξία του ανθρώπου. Kαι ποια, αγαπητοί μου, είναι η αξία του; Που έγκειται η αξία και σε τι συνίσταται το μεγαλείο του ανθρώπου;
ΑΠΟ ΑΠΟΨΕΩΣ ΣΩΜΑΤΙΚΗΣ
Aπό απόψεως σωματικής ο άνθρωπος δεν υπερέχει. O όγκος του, το σωματικό του περίβλημα, είναι μικρό. Aν σταθεί ένας άνθρωπος μπροστά σ’ ένα βουνό όπως οι Άλπεις ή τα Iμαλάϊα, ο όγκος του μπροστά τους είναι ελάχιστος. Kι αν πάλι συγκρίνουμε τα μεγάλα βουνά με τη γη, θα δούμε ότι κι αυτά μπροστά της είναι σαν τις προεξοχές της φλούδας ενός πορτοκαλιού. Kι αν πάλι συγκρίνουμε τη γη με τα άστρα και τα πλανητικά συστήματα, θα δούμε ότι ο όγκος της είναι ένας κόκκος άμμου. Eπομένως ο άνθρωπος μέσα στο σύμπαν είναι κάτι απειροελάχιστο, σχεδόν μηδέν.
Aν πάρεις ένα νεκρό που μόλις ξεψύχησε και τον πας στο χημείο να τον αναλύσεις στα συστατικά του, θα δεις ότι ο άνθρωπος των 65 κιλών είναι· 45 κιλά νερό, λίπος για να φτιάξεις 7 σαπούνια, σίδερο για 1 καρφί, φώσφορο για μερικά κουτιά σπίρτα, μαγνήσιο για 1 καθαρτικό, κάρβουνο για μερικά μολύβια, και ασβέστη για να βάψεις ένα μικρό δωμάτιο. Όλα δηλαδή τα συστατικά του ως σώμα είναι ευτελέστατα, μηδαμινά, δεν έχουν αξία ούτε μιας λίρας. Kαι όμως· μια λίρα αξίζει ο άνθρωπος;
Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΦΑΙΝΕΤΑΙ
Ω Xριστέ! Σ’ ευχαριστούμε, γιατί ήρθες στον κόσμο και έριξες φωτοβολίδες μέσα στο έρεβος· είπες τα λόγια αυτά, που δεν υπάρχει ζυγαριά να τα ζυγίσει κανείς· «Tι ωφελήσει άνθρωπον εάν κερδήσει τον κόσμον όλον, και ζημιωθεί την ψυχcν αυτού;». Ώστε η αξία του ανθρώπου δεν είναι στο σώμα το ευτελέστατο. H αξία του είναι κάτι άλλο.

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ – 12 ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ THΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ Ομιλία Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου


date
Κυριακὴ τοῦ Πάσχα νύκτα
Ομιλία Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ

12 ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ THΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗΗ πίστι μας, ἡ Ἐκκλησία μας, εἶνε, ἀγαπητοί μου, δεντρὶ ποὺ τὸ φύτευσε ἡ δεξιὰ τοῦ Ὑψίστου. Καὶ ὅπως τὸ δέντρο ἔχει ῥίζα, ἔτσι καὶ τὸ δέντρο αὐτὸ ποὺ λέγεται Ὀρθοδοξία ἔχει ῥίζα. Ποιά εἶνε ἡ ῥίζα; Δύο λέξεις· «Χριστὸς ἀνέστη». Ἢ ἀνέστη, ἢ δὲν ἀνέστη. Λέμε λοιπὸν σὲ ὅλους, ὅτι ἡ ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ εἶνε γεγονὸς ἱστορικό, τὸ μεγαλύτερο ἀπὸ ὅσα συνέβησαν στὴν ἱστορία. Γεγονὸς μὲ παγκόσμια ἀκτινοβολία, γεγονὸς ποὺ ἔσεισε καὶ τὸν ᾅδη ἀκόμα, γεγονὸς κοσμογονικό.
Θὰ μοῦ πῇ ὅμως κάποιος· Αὐτὰ εἶνε λόγια· ἐμεῖς θέλουμε ἀποδείξεις. Ἀποδείξεις; Πολλές, ἀμέτρητες, ὅπως οἱ ἀκτῖνες τοῦ ἥλιου.
Ἂς στήσουμε σήμερα ἕνα δικαστήριο. Καὶ στὴν ἕδρα νὰ βάλουμε ὡς κριτὴ τὴν ἱστορία. Τὴν ἱστορία, ποὺ δὲν πείθεται μὲ μύθους καὶ παραμύθια, ἀλλὰ θέλει γεγονότα, τεκμήρια, ἀποδείξεις. Ἡ ἱστορία, λοιπόν, ζητάει μάρτυρες γιὰ τὴν Ἀνάστασι. Ὑπάρχουν; Βεβαίως. Κανένα ἄλλο γεγονὸς δὲν ἔχει τόσους μάρτυρες ὅσους ἡ ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ. Οὔτε ἡ ζωὴ τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου δὲν εἶνε τόσο βεβαιωμένη· τέσσερις – πέντε ἱστορικοὶ μαρτυροῦν γι᾿ αὐτόν, καὶ μετὰ σιγή. Ἐνῷ ἡ Ἀνάστασι ἔχει πλῆθος μάρτυρες. Ἀπὸ ὅλους αὐτοὺς ἐκλέγουμε ἐνδεικτικῶς τέσσερις τριάδες, δηλαδὴ ἐν συνόλῳ 12 μαρτυρίες.

* * *

Πρῶτοι μάρτυρες παρουσιάζονται οἱ ΠΡΟΦΗΤΑΙ. Πρὶν ἀκόμα γίνῃ ἡ Ἀνάστασι, μαρτυροῦν γι᾿ αὐτὴν μὲ προτυπώσεις.
-Πρῶτος ὁ Μωϋσῆς γράφει γιὰ τὸ Χριστό· «ἀναπεσὼν ἐκοιμήθης ὡς λέων καὶ ὡς σκύμνος» (Γέν. 49, 9). Κοιμήθηκες, λέει, Χριστέ, σὰν τὸ λιοντάρι. Ἂν δῇς λιοντάρι νὰ κοιμᾶται, σὲ ρωτῶ, τολμᾷς νὰ πᾷς νὰ τὸ ξυπνήσῃς; Παρακαλᾷς νὰ μὴ ξυπνήσῃ. «Τίς ἐγερεῖ αὐτόν;»· ποιός νὰ τὸν ξυπνήσῃ; Σὰν λιοντάρι ποὺ κοιμᾶται, «σκύμνος λέοντος Ἰούδα» (ἔ.ἀ.) εἶσαι, λέει, Χριστέ. 
Ἔρχεται κατόπιν ὁ Δαυῒδ καὶ ψάλλει μὲ τὴ χρυσῆ του λίρα· «Ἀναστήτω ὁ Θεός, καὶ διασκορπισθήτωσαν οἱ ἐχθροὶ αὐτοῦ, καὶ φυγέτωσαν ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ οἱ μισοῦντες αὐτόν» (Ψαλμ. 67,2), αὐτὸ δηλαδὴ ποὺ ἀκοῦμε στὴν Ἀνάστασι. 
-Ἀλλὰ καὶ ὁ Ἠσαΐας, ὁ λεγόμενος πέμπτος εὐαγγελιστής, ἀφοῦ περιγράφει τὰ πάθη τοῦ Χριστοῦ, προτρέπει τὴ Νέα Ἰερουσαλήμ, δηλαδὴ τὴν Ἐκκλησία, νὰ χαρῇ καὶ νὰ πανηγυρίσῃ γιὰ τὴν ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ. Τὰ δικά του λόγια χρησιμοποιεῖ ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος στὴν ἀναστάσιμη ἀκολουθία ὅταν λέει· «Φωτίζου φωτίζου, ἡ νέα Ἰερουσαλήμ, ἡ γὰρ δόξα Κυρίου ἐπὶ σὲ ἀνέτειλε…» καὶ «Ἆρον κύκλῳ τοὺς ὀφθαλμούς σου, Σιών, καὶ δε· ᾿ἰδού γὰρ ἥκασί σοι… τὰ τέκνα σου» (Ἠσ. 60,1-4 καὶ θ΄ ᾠδὴ Πάσχα).

ΟΙ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΕΣ ΣΗΜΕΡΑ, ΜΕ ΤΗ ΜΑΣΚΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΤΑΤΟΥ ΤΩΝ ΛΑΩΝ (!) ΛΕΗΛΑΤΟΥΝ ΤΑ ΕΘΝΗ ΚΑΙ ΤΑ ΑΦΑΝΙΖΟΥΝ!!! OMIΛΙΑ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ


Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΑΣΚΑΝ

p. Augoust. 2000 istΘὰ σᾶς διηγηθῶ, ἀγαπητοί μου, κάτι. Στὴν ἀρχὴ θὰ σᾶς κάνῃ ἴσως νὰ γελάσετε. Ἀλλ᾿ ἐὰν προσέξετε τὴ βαθύτερη ἔννοιά του, τότε τὸ γέλιο σας θὰ μεταβληθῇ σὲ κλάμα.
Ἕνας εἶχε μιὰ μαϊμοῦ καὶ τὴν ἔμαθε νὰ χορεύῃ. Τὴ στόλισε σὰ νύφη καί, γιὰ νὰ μὴ φαίνεται ἡ ἄσχημη ὄψι της, ἔφτειαξε μιὰ ὡραία γυναικεία μάσκα ποὺ σκέπαζε ὅλο τὸ κεφάλι της. Τὴν ἔφερε στὴν πλατεῖα τῆς πόλεως καὶ τὴν ἔβαλε νὰ χορέψῃ. Μαζεύτηκε κόσμος πολύς. Ἡ μαϊμοῦ – νύφη χόρευε καὶ τοὺς πιὸ ἰδι­ότροπους χοροὺς καὶ λυγιζόταν μὲ τόση ἐπιδεξιότητα, ὥστε ὅσοι τὴν ἔβλεπαν τὴ θαύμαζαν καὶ νόμιζαν ὅτι εἶνε ἄνθρωπος. Κάποιος ὅ­μως, ποὺ ἤξερε ὅτι ἡ χορεύτρια δὲν εἶνε ἄν­θρωπος καὶ δὲν ἀνεχόταν νὰ βλέπῃ τὰ πλήθη ν᾿ ἀποθεώνουν ἕνα κτῆνος, ἀποφάσισε ν᾿ ἀπο­καλύψῃ τὴν ἀπάτη καὶ ἔκανε τὸ ἑξῆς. Ἐπειδὴ οἱ μαϊμοῦδες ἀγαποῦν πολὺ τὰ μύγδαλα, ἐκεῖ ποὺ ἡ μαϊμοῦ – νύμφη χόρευε κι ὁ κόσμος χει­ροκροτοῦσε κι ὁ κύριός της χαιρόταν, ὁ φίλος μας ῥίχνει ἐμπρὸς στὰ πόδια της μερικὲς χοῦφτες μύγδαλα. Αὐτὸ ἔφτασε γιὰ νὰ γίνουν τὰ ἀποκαλυπτήρια. Ἡ χορεύτρια, μόλις εἶδε τὰ μύγδαλα, ἄλλαξε στὴ στιγμή· ξέχασε καὶ τὸν κύριό της καὶ τὸν κόσμο καὶ τὴ δόξα, τὰ πάντα, καὶ ὥρμησε στὰ μύγδαλα. Κ᾽ ἐπειδὴ ἡ μάσκα τὴν ἐμπόδιζε νὰ τὰ φάῃ, τὴν ἔσχισε μὲ τὰ νύχια της, τὴν ἔκανε κομμάτια, τὴν πέταξε μακριά, καὶ τότε φάνηκε τί ἦταν· μαϊμοῦ καὶ ὄχι ἄνθρωπος! Ὅλοι ἄρχισαν νὰ γελοῦν καὶ νὰ καγχάζουν γιὰ τὸ πάθημά της.
Τὸ παράδειγμα αὐτὸ (ποὺ σημειωτέον τὸ ἀ­ναφέρει στὸ τέλος μιᾶς σπουδαίας ὁμιλίας του καὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἐπίσκοπος Νύσσης, ἀδελφὸς τοῦ Μ. Βασιλείου) τὸ ἀναφέρω διότι νομίζω ὅτι εἶνε μία ζωηρὰ εἰκόνα τῆς σημερινῆς πραγματικότητος.

ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΑΓΑΠΟΥΜΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ OMIΛΙΑ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ


ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΤΟΝ ΑΓΑΠΟΥΜΕ

Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
(Τὴν περασμένη Κυριακὴ εἴδαμε, ὅτι τὸ μεγαλύτερο ἁμάρτημα ἑνὸς Χριστιανοῦ, ἁμάρτημα γιὰ τὸ ὁποῖο ὁ Παῦλος κρίνει τὸν ἁμαρτωλὸ ἄξιο ἀναθεματισμοῦ, εἶνε τὸ νὰ μὴν ἀγαπᾷ τὸ Χριστό. Τώρα θὰ δοῦμε, γιατί πρέπει ν᾿ ἀγαποῦμε τὸ Χριστό)

Kατασκην. π. Αυγουστ...

ΥΠΑΡΧΟΥΝ, ἀγαπητοί μου, μύριοι λόγοι, γιὰ τοὺς ὁποίους πρέπει ν᾿ ἀγαποῦμε τὸν Κύριο καὶ ἡ καρδιά μας νὰ φλέγεται ἀπὸ τὴν ἀγάπη του. Ποιοί εἶνε οἱ λόγοι αὐτοί;
Πρέπει ν᾿ ἀγαποῦμε τὸν Κύριο πρῶτον γιὰ τὶς ὑλικὲς εὐεργεσίες του. Εἶνε ὁ Δημιουργὸς καὶ Πλάστης μας. Ῥίξτε ἕνα βλέμμα γύρω στὴ φύσι. Κοιτάξτε τὸ ταπεινὸ χορταράκι. Λὲς καὶ κάποιος μυστικὸς ἀργαλειὸς δουλεύει ὅλο τὸ χειμῶνα μέσ᾿ στὰ σπλάχνα τῆς γῆς καὶ ὑφαίνει περσικοὺς τάπητες, καὶ τὴν ἄνοιξι στρώνει ὅλη τὴ γῆ. Τὸ χορτάρι ποὺ πατοῦμε δὲν εἶνε δικό μας· εἶνε τοῦ Χριστοῦ. Τὰ δέντρα, ποὺ τὰ κλαδιά τους λυγίζουν ἀπὸ τοὺς καρπούς, τοῦ Χριστοῦ εἶνε. Τὰ ῥυάκια ποὺ κελαρύζουν, οἱ ποταμοὶ ποὺ κυλοῦν τὰ ῥεύματά τους, ἡ θάλασσα ποὺ ἁπλώνεται μεγάλη κι ἀφρίζει, ἔργα τοῦ Χριστοῦ εἶνε. Τὰ ζῷα ποὺ μᾶς ὑπηρετοῦν, τὰ πουλιὰ ποὺ ψάλλουν μέσ᾿ στὰ δάση, ὅλα τοῦ Χριστοῦ εἶνε. Ὁ ἀέρας, μὲ τὸ ὀξυγόνο ποὺ ἀναπνέουμε, τοῦ Χριστοῦ εἶνε. Ὁ ἥλιος, ποὺ μᾶς θερμαίνει, τοῦ Χριστοῦ εὐεργεσία εἶνε. Ἀτενίστε καὶ τὴ νύχτα τὸν οὐρανό· θὰ δῆτε στὰ ὕψη μυριάδες ἀστέρια, καντήλια καὶ πολυελέους τοῦ Ὑψίστου. Ὅλα αὐτὰ εὐεργεσίες τοῦ Χριστοῦ μας εἶνε.
Δὲ᾿ σᾶς εἶπα τίποτα. Περισσότερο ἀπ᾿ ὅλα αὐτά, ἐλᾶτε νὰ σᾶς πάω κάπου ἀλλοῦ νὰ θαυμάσετε τὸ Θεό. Ἐκεῖ πλέον κι ὁ ἄπιστος γίνεται πιστός.
Ἐλᾶτε μέσα στὸ σπίτι ἑνὸς οἰκογενειάρχου καὶ πλησιάστε στὴν κούνια τοῦ παιδιοῦ. Τὸ κλάμα τοῦ παιδιοῦ, τὸ χαμόγελο τοῦ παιδιοῦ, εἶνε ἀνώτερα ἀπὸ τὰ ἄστρα καὶ τὰ λουλούδια. Μανάδες, ποὺ κρατᾶτε στὴν ἀγκαλιά σας αὐτοὺς τοὺς ἀγγέλους, σκεφτήκατε, ὅτι αὐτὰ εἶνε δῶρα τοῦ Χριστοῦ μας;
Αὐτὰ δὲν εἶνε δικές μου ἰδέες, ἀγαπητοί μου· εἶνε λόγια τοῦ Εὐαγγελίου. Τὸ εὐαγγέλιο ποὺ διαβάζεται τὴ νύχτα τῆς Ἀναστάσεως λέει· «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος…». Καὶ παρακάτω· «Πάντα», ὅλα τὰ δημιουργήματα, «δι᾿ αὐτοῦ», διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, «ἐγένετο, καὶ χωρὶς αὐτοῦ ἐγένετο οὐδὲ ἓν ὃ γέγονεν» (Ἰωάν. 1,1-3). Δὲν ὑπάρχει τίποτε στὸν κόσμο ποὺ νὰ ἔγινε χωρὶς τὴ δύναμι καὶ τὴ θέλησί του.
Καὶ αὐτὰ μὲν εἶνε οἱ ὑλικές του εὐεργεσίες. Ἀλλ᾿ ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὲς ὑπάρχουν καὶ οἱ πνευματικές εὐεργεσίες. Ὁ ἄνθρωπος, λόγῳ τοῦ δεσμοῦ μὲ τὴ γῆ καὶ τὶς φυσικὲς ἀνάγκες, αἰσθάνεται τὶς ὑλικὲς εὐεργεσίες. Πόσοι ὅμως αἰσθάνονται καὶ τὶς πνευματικές; Ποιές εἶν᾿ αὐτές; Ἡ μεγαλυτέρα, ἡ ὑψίστη εὐεργεσία, τὸ ἀποκορύφωμα τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, εἶνε τὸ τίμιο ξύλο, τὸ «τρισμακάριστον ξύλον, ἐν ᾧ ἐτάθη Χριστός…», δηλαδὴ ὁ τίμιος σταυρός.
Κι ἂν ἀκόμη, ἀγαπητοί μου, ἔλειπαν ὅλα ὅσα ὑπάρχουν στὸν κόσμο καὶ ὑπῆρχε μόνο ὁ σταυρός, ἔφτανε ὁ σταυρὸς καὶ μόνο νὰ μαρτυρήσῃ τὸ μῆκος καὶ τὸ πλάτος καὶ τὸ ὕψος τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Πόσο ἀγάπησε ὁ Θεὸς τὸν κόσμο! «Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾿ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον» (Ἰωάν. 3,16).

ΑΝ ΑΓΑΠΟΥΣΑΜΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ… TIΠΟΤΑ ΔΕΝ ΘΑ ΜΑΣ ΧΩΡΙΖΕ ΑΠO KONTA TOY


ΑΝ ΑΓΑΠΟΥΣΑΜΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ…

Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρινης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
(Τὶς δύο προηγούμενες Κυριακὲς εἴδαμε, ὅτι τὸ μεγαλύτερο ἁμάρτημα ἑνὸς Χριστιανοῦ εἶνε τὸ νὰ μὴν ἀγαπᾷ τὸ Χριστό, καθὼς καὶ τοὺς λόγους γιὰ τοὺς ὁποίους πρέπει νὰ τὸν ἀγαποῦμε. Ἂς δοῦμε τώρα καὶ πῶς ἐκδηλώνεται  ἡ ἀγάπη πρὸς Τὸν ΧΡΙΣΤΟ).

Εσταυρ..

ΕΑΝ τὴν ὥρα αὐτή, ἀγαπητοί μου, εἶχα κάποιο κλειδὶ καὶ ἄνοιγα τὶς καρδιές σας, τί ἆραγε θὰ εὕρισκα μέσα; Ζητῶ στὴν καρδιά σας μιὰ θέσιΟ ΚΥΡΙΟΣ γιὰ τὸ Χριστό. Εδατε καμμιὰ φορὰ στὰ λεωφορεῖα; κάθονται νεώτεροι, μπαίνει κάποιος ποὺ ἔχει ἀνάγκη, κανείς δὲν παραχωρεῖ θέσι, κι ἀκούγεται τότε ἡ φωνὴ «Μιὰ θέσι παρακαλῶ!». Ἔτσι κ᾿ ἐδῶ. Ὅλες οἱ θέσεις τῆς καρδιᾶς μας εἶνε κατειλημμένες ἀπὸ τὰ ἐγκόσμια πράγματα. Μία θέσι γιὰ τὸ Χριστὸ δὲν ὑπάρχει. Δὲν τὸν ἀγαποῦμε δυστυχῶς.
   Ἂν ἀγαπούσαμε πραγματικὰ τὸ Χριστό, ἡ ἀγάπη δὲν κρύβεται. Εἶνε ὅπως τὸ φῶς, φαίνεται· εἶνε ὅπως ὁ ἦχος, ἀκούγεται· εἶνε ὅπως ἡ φωτιά, θερμαίνει. Δὲν κρύβεται ἡ ἀγάπη. Ἂν εἴχαμε ἀγάπη στὸ Χριστό, θὰ φαινόταν. Πῶς ἐκδηλώνεται ἡ ἀγάπη; Τὸ εἶπε ὁ Ἴδιος· «Ἐὰν ἀγαπᾶτέ με, τὰς ἐντολὰς τὰς ἐμὰς τηρήσατε» (Ἰω. 14,15).
   Ἔπειτα, ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν ἀγάπη, ἐπιδιώκουν τὴ συνάντησι μεταξύ τους. Ὁ χωρισμὸς τοὺς πονεῖ· προσπαθοῦν νὰ βρίσκουν εὐκαιρία συναντήσεως. Κι ὅταν συναντῶνται, κάθονται καὶ κουβεντιάζουν ὧρες ὁλόκληρες. Ἂν λοιπὸν εἴχαμε ἀγάπη, θὰ προσπαθούσαμε κ᾿ ἐμεῖς νὰ βροῦμε εὐκαιρία νὰ συναντηθοῦμε μὲ τὸ Χριστό. Ποῦ μποροῦμε νὰ τὸν συναντήσουμε;
* Συναντώμεθα μαζί του τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς. Τότε τὸ σκουλήκι, ὁ ἄνθρωπος, συνομιλεῖ μὲ τὸν Κύριο καὶ Δημιουργό του.
* Συναντώμεθα στὴ μελέτη τῆς Γραφῆς. Ὅταν ἀνοίγῃς καὶ διαβάζῃς, ἀκοῦς τὴ φωνή του.
* Τὸν συναντοῦμε ἀκόμη στὸν ἐκκλησιασμό. «Ὡς ἀγαπητὰ τὰ σκηνώματά σου, Κύριε τῶν δυνάμεων…» (Ψαλμ. 83,2-3).
* Συναντώμεθα μὲ τὸ Χριστὸ ἐπίσης στὴν ἐλεημοσύνη. Κάθε φορὰ ποῦ ἐλεεῖς τὸ φτωχό, εἶνε σὰν νὰ συναντᾷς τὸν διο τὸ Χριστό.

H Παναγiα η μητερα του Θεου, η Θεοτοκος, αλλα και η μητερα ολων των Χριστι­ανων, ειναι η Σκεπη του κοσμου


ΣΚΕΠΗ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ

Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

MANA TOY KODSMOY

Η Παναγία, ἀγαπητοί μου, τῆς ὁποίας τὴν Σκέπη ἑορτάζουμε, εἶνε πρόσωπο ἱ­ερό. Ἀλλ᾿ ὅπως ὁ Υἱός της ἔγινε «σημεῖον ἀντιλεγό­μενον» (Λουκ. 2,34), ἔτσι καὶ ἐκείνη ποὺ τὸν φιλο­ξένησε στοὺς ἁγίους κόλπους της ὡς ἄνθρωπο. Μετὰ τὸν Χριστὸ ἡ Παναγία εἶνε σημεῖον ἀντιλεγόμενον. Ἄλλοι τὴν ὑβρίζουν καπηλικώτατα, τὴ βλα­­σφημοῦν, τὴν περιφρονοῦν· ἄλλοι ὅμως τὴν ἀ­γαποῦν, τὴ σέβονται, τὴν τιμοῦν, τὴν ὑψώ­νουν ὣς τὰ οὐράνια. Οἱ πα­πικοὶ ἔφθασαν ἀκόμη καὶ στὴν αἵρεσι τῆς «Μαριολατρίας», δηλα­δὴ νὰ τὴ λατρεύσουν ὡς θεά, ὅπως ἔκαναν γιὰ ἄλλες γυναῖκες οἱ ἀρ­χαῖοι πρόγονοί μας.
Ἡ Ὀρ­θόδοξος Ἐκ­κλησία ἀπέχει καὶ ἀπ’ τοὺς προτεστάντες ποὺ τὴ θεωροῦν ὡς ἁ­πλῆ γυναῖ­­κα, καὶ ἀπ’ τοὺς φράγκους ποὺ τὴν ἔχουν σχε­δὸν θεοποιήσει μὲ τελετὲς καὶ ἀγάλ­ματα. Οἱ ὀρθόδοξοι ἀκολουθοῦμε τὴ μέση καὶ βασιλι­κὴ ὁδό· τὴν τιμοῦμε ὑπεράνω ὅ­λων τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν ἀγγέλων, ἀλλ’ ὄχι ὡς Θεόν. Ἀπὸ κα­ταβολῆς μέχρι συντελείας τοῦ κόσμου δὲ θὰ γεν­νηθῇ ἄλλο λογικὸ κτίσμα σὰν αὐτήν. Εἶνε ἡ «ἁ­γία ἁγίων μείζων» (Ἀκάθ. ὕμν. Ψ), ὑπερ­ά­νω τῶν ἁγί­ων ἀνδρῶν παλαιᾶς καὶ καινῆς δια­θήκης, ὑπερ­άνω πατριαρχῶν καὶ προφητῶν, ὑ­περάνω τοῦ τι­μίου Προδρόμου, ὑπεράνω πατέ­ρων καὶ μαρτύρων καὶ ὁσίων, ὑπεράνω ―προ­χω­ροῦμε― καὶ ἀγ­­γέλων καὶ ἀρχαγγέλων. Ναί, ἀλ­λὰ Θεὸς δὲν εἶνε. Θεὸς ἕνας εἶνε, ὁ Κύρι­ος ἡ­μῶν Ἰησοῦς Χρι­στός. Ὅπως στὸν οὐρανὸ ―λέ­νε οἱ πατέρες― ὑ­­π­άρχει ἕνας ἥλιος, μία σελήνη καὶ πολλὰ ἄστρα, ἔτσι στὸν πνευματικὸ οὐρανὸ τῆς Ἐκκλησίας ἥλι­­ος πνευματικὸς ἄδυτος εἶνε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, σελήνη – πανσέληνος ἡ Παναγία, καὶ ἑκατομμύρια ἄστρα οἱ ἅγιοι. «Οὐρανὸς πολύ­φωτος ἡ ἐκκλησία ἀνεδείχθη…» (κοντ. 13ης Σεπτ.)
Τιμοῦμε λοιπὸν τὴν Παναγία μας. Καὶ λόγῳ τῆς ἰδιαιτέρας σχέσεώς της μὲ τὸν Κύριο ἡ­μῶν Ἰησοῦν Χριστὸν τὴν ἔχουμε μεσίτρια. Ἐ­κείνη προσεύχεται διαρκῶς στὸ Χριστὸ γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου. Καὶ ἀφοῦ κατὰ τὴ Γραφὴ «πολὺ ἰσχύει δέησις δικαίου ἐνεργουμένη» (Ἰακ. 5, 16), πολὺ περισσότερο «ἰσχύει δέησις μη­τρὸς πρὸς εὐμένειαν Δεσπότου» (Μ. Ἀπόδ.).
Ἡ Παναγία εἶνε ἡ μητέρα τοῦ Θεοῦ, ἡ Θεοτόκος, ἀλλὰ καὶ ἡ μητέρα ὅλων τῶν Χριστι­ανῶν, «ἡ γλυκειά μας μάνα». Γι’ αὐτὸ καθένας, ὅποιος κι ἂν εἶνε καὶ σὲ ὅποια περίστασι κι ἂν βρεθῇ, ἐκείνην φωνάζει.

H μεγαλυτερη επιτυχια του ανθρωπου εινε ν᾽ ανακαλυψη τον εαυτο του.Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου


Κυριακὴ τῆς Τυροφάγου
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

Στροφη στον εαυτο μας
π. Αυγουστινος902 ist

Τὸ κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἄλλοτε ἔλεγχος καὶ ἄλλοτε παρηγορία καὶ ἐποικοδομή. Ὅταν εἶνε ἔλεγχος, μοιά­ζει μὲ ὁρμητικὸ καταρράκτη, ποὺ καθὼς κατεβαί­νει κάνει θόρυβο καὶ παρασύρει πέτρες καὶ βράχους ὁλόκληρους. Ὅταν εἶνε παρηγο­ρία —καὶ ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ παρη­γορία οἱ ψυχές—, τότε μοιάζει μὲ λεπτὴ βροχή, ποὺ πέφτει ἀπ᾽ τὸν οὐρανὸ στὴ γῆ καὶ δροσίζει τὰ φυτά.
Τὸ κήρυγμα τοῦτο δὲν θὰ εἶνε ἐλεγκτικό. Θὰ προσπαθήσω νὰ εἶνε ἕνα μικρὸ ῥυάκι γιὰ ψυχὲς διψασμένες. Ἄλλωσ­τε «και­ρὸς παντὶ πράγματι». Ὑπάρχει «καιρὸς σι­ωπῆς καὶ και­ρὸς λαλιᾶς» (Ἐκκλ. 3,1,7), καιρὸς ἐλέγχου καὶ και­ρὸς παρηγορίας. Ἡ δὲ περίοδος τοῦ Τριῳδίου καὶ τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς εἶνε περίοδος μετανοί­ας καὶ καταρτισμοῦ· τῆς ἁρμόζει τὸ ἐ­ποικο­δομητικὸ καὶ παρηγορητικὸ κήρυγμα.

* * *

Ἀκούσατε, ἀγαπητοί μου, πῶς ἀρχίζει τὸ Τρι­ῴδιο; Ἀρχίζει μὲ μία θερμὴ παράκλησι στὸ Θεό· «Τῆς μετανοίας ἄνοιξόν μοι πύλας, Ζωοδότα…» (Κυρ. Τελ. & Φαρ.). Παρακαλοῦμε τὸ Θεὸ νὰ μᾶς ἀνοίξῃ τὶς πύλες τῆς μετανοίας. Ὅλοι ἔ­χουμε ἀνάγκη ἀπὸ μετάνοια.
Ἀλλὰ ἡ μετάνοια, τὴν ὁποία συνιστᾷ ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία, δὲν εἶνε εὔκολο πρᾶγμα. Εἶνε κατόρθωμα δυσκολώτατο. Ἀπὸ τὰ πλήθη καὶ τῶν Χριστιανῶν ἀκόμη ποὺ συγκεντρώνονται στοὺς ναούς, ἕνα ἐλάχιστο ποσοστὸ ἔχουν εἰλικρινῆ μετάνοια.
Ἡ μετάνοια εἶνε θαῦμα, τὸ μεγαλύτερο θαῦ­μα τῆς θυσίας τοῦ Γολγοθᾶ. Ἡ μετάνοια εἶνε ἐπανάστασι, ἁγία ἐπανάστασι κατὰ τῆς τυραννίας τοῦ διαβόλου. Ἡ μετάνοια δὲν εἶνε ἔργο ἀνθρώπινο· εἶνε ἔργο κατ᾿ ἐξοχὴν τῆς θείας χάριτος. Συνεργεῖ ἀποφασιστικὰ ἡ θεία χάρις στὴν καρδιὰ γιὰ νὰ μετανοήσῃ ὁ ἁμαρτωλός· ὁ ἄνθρωπος προσφέρει τὴν προαίρεσί του ἁπλῶς. Μετάνοια, γιὰ νὰ μιλήσουμε πιὸ ἁπλᾶ, εἶνε τὸ νὰ πάῃ κανεὶς κόντρα στὸ ῥεῦμα· τὸ νὰ προσπαθῇ ἕνα μικρὸ πλοῖο νὰ περάσῃ ἀνάστροφα τὸν πορθμὸ τοῦ Εὐρίπου· τὸ νὰ προσπαθῇ ἕνα παιδὶ νὰ ξερριζώσῃ ἕνα γέρικο πλατάνι μὲ βαθειὲς ῥίζες· τὸ νὰ προσπαθῇ κανεὶς νὰ σηκώσῃ τὸν Ὄλυμπο καὶ νὰ τὸν ῥίξῃ στὴ θάλασσα. Μετάνοια —δὲν εἶπα τίποτε— εἶνε μία νεκρανάστασι, τὸ νὰ προσπαθῇ κανεὶς ν᾽ ἀναστήσῃ ἕνα νεκρό. Δὲν εἶνε αὐτὰ ὑπερβολή. ῾Ρεῦμα ἐνάντιο καὶ βου­νὸ θεόρατο καὶ δέν­τρο βαθειὰ ῥιζωμένο στὴν καρδιὰ τοῦ ἀν­θρώ­που εἶνε ἡ ἁμαρτία· καὶ νεκρός, ποὺ πρέπει ν᾽ ἀναστηθῇ, εἶνε ὁ ἁμαρτωλός, σύμφωνα μὲ τὸ λόγο τοῦ Κυρίου γιὰ τὸν ἄσωτο υἱὸ «νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε» (Λουκ. 15,32). Ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶνε θάνατος τὸ βεβαιώνει καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅταν λέει «Τὰ ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος» (῾Ρωμ. 6,23).
Ἡ μετάνοια εἶνε ἀνάστασι καὶ ζωή. Κι ἀλ­λοί­μονο ἂν περάσουμε πάνω ἀπ᾽ τὸ φλούδι αὐ­τὸ τῆς γῆς χωρὶς ἀπὸ τὰ μάτια μας νὰ στάξουν δάκρυα μετανοίας. Τὰ δάκρυα αὐτὰ εἶ­νε τὸ πο­λυτιμότερο πρᾶγμα. Ἕνα τέτοιο δάκρυ τὸ παίρ­νουν ἄγγελοι καὶ τὸ ἀνεβάζουν στοὺς οὐ­ρανοὺς σὰν ἀκριβὸ διαμάντι. Ὅταν ἐδῶ ἕ­νας ἁ­μαρτωλὸς μετανοῇ καὶ κλαίῃ, ἐκεῖ οἱ ἄγγελοι πανηγυρίζουν. Κατὰ τὸ λόγο τοῦ Κυρίου «χαρὰ γίνεται ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων τοῦ Θεοῦ ἐπὶ ἑνὶ ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι» (Λουκ. 15,10).

Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΔΙΧΑΖΕΙ «Σχισμα ουν εν τω οχλω εγενετο δι᾽ αυτον» (Ἰωαν. 7,43)


Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΔΙΧΑΖΕΙ

«Σχίσμα οὖν ἐν τῷ ὄχλῳ ἐγένετο δι᾽ αὐτόν» (Ἰωάν. 7,43)

Diamarturia

«Ἀπαντᾶ τὸ Εὐαγγέλιο…, σὲ ἕνα σημερινό ζήτημα. Πῶς ἀπαντᾶ;
Ὁ Χριστὸς ἦταν στὰ Ἰεροσόλυμα τὶς ἡμέρες τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῆς σκηνοπηγίας…Τὴν τε­λευταία λοιπὸν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς ὁ Χριστὸς στάθηκε σ᾽ ἕνα σημεῖο καὶ μίλησε στὸ λαό.
Μίλησε; Προσέξατε τί λέει τὸ εὐαγγέλιο; Ὅλες οἱ λέξεις ἔχουν σημασία. Δὲν λέει «ὡ­μίλησε» ἁπλῶς. Τί λέει· «ἔκραξε» (Ἰωάν. 7,37). Τί θὰ πῇ «ἔκραξε»· φώναξε μὲ ὅλη τὴ δύναμί του. Ἂς τὸ ἀκούσουν αὐτὸ μερικοί, ποὺ σκανδαλί­ζονται ὅταν ὁ ἐπίσκοπος ἢ ὁ ἱεροκῆρυξ ὑψώ­σῃ τὴ φωνή του. Ὅπως ἡ μάνα φωνάζει δυνα­τὰ ὅταν τὸ παιδί της κινδυνεύῃ· ὅπως ἡ ὄρνιθα ὅταν βλέπῃ τὸ γεράκι νὰ ὁρμᾷ ἐναντίον τῶν νεοσσῶν της βγάζει σπαρακτικὴ φωνή, ἔτσι καὶ ὁ ποιμὴν ποὺ πονεῖ τὸ ποίμνιό του κραυγάζει, φωνάζει. Ὄχι γιὰ μικρὰ πράγματα, ἀλλὰ γιὰ τὰ αἰώνια συμφέροντα τῶν ψυχῶν.
Καὶ τί ἔλεγε ὁ Ἰησοῦς; Λόγια χρυσᾶ, τὸ μυστι­κὸ τῆς ἀνθρωπίνης εὐτυχίας· «Ἐάν τις δι­ψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω» (ἔ.ἀ.). Ἂν κάποιος διψᾷ… Τί δίψα ἐννοεῖ; Τὴ φυσικὴ δί­ψα, τοῦ σώματος, ποὺ εὔκολα σβήνει σὲ μιὰ πηγή; Ὄχι αὐτήν. Ἐννοεῖ μιὰ ἄλλη δίψα· τὴ δί­ψα ποὺ αἰσθάνονται εὐγενεῖς ψυχές, τὴ δίψα τοῦ οὐ­ρανοῦ· τὴ δίψα τῆς ἀλήθειας, τῆς εἰ­ρή­νης, τῆς δικαιοσύνης, τῆς ἀγάπης, τῆς λυτρώ­σεως ἀπὸ τὰ πάθη. Ποιός ἄνθρωπος δὲν ἀναστενάζει γιὰ τὰ δεσμὰ ποὺ τὸν σκλαβώνουν; Ὅποιος λοιπὸν αἰσθάνεται αὐτὴ τὴ δίψα, αὐ­τὸς ἂς ἔρ­χεται κοντά μου κ᾽ ἐγὼ θὰ τοῦ δώσω τὸ νερὸ τὸ ἀθάνατο, ποὺ θὰ ἱκανοποιῇ ὅ­λους τοὺς εὐγενεῖς πόθους τῆς ψυχῆς του.
Θὰ περίμενε κανείς, ὅλοι ὅσοι ἄκουγαν τὸ Χριστὸ νὰ πιστέψουν. Πίστεψαν; Ὄχι. Μόνο μιὰ μικρὴ μερίδα. Οἱ ἄλλοι ὄχι μόνο δὲν πίστεψαν, ἀλλὰ καὶ διετέθησαν δυσμενῶς ἀπέναντί του. Ἄλλοι ἐπέκριναν τὸ κήρυγμα ἢ ἀμ­φισβητοῦσαν τὴν προέλευσι τοῦ ὁμιλητοῦ. Οἱ ἀρ­χιερεῖς καὶ φαρισαῖοι μάλιστα διέταξαν τοὺς ὑπηρέτες τους νὰ τὸν συλλάβουν καὶ νὰ τοὺς τὸν φέρουν. Ἀλλὰ οἱ ὑπηρέτες, ποὺ πῆγαν καὶ ἄκουσαν τὸ Χριστό, ὅταν γύρισαν εἶπαν στ᾽ ἀ­φεντικά τους· «Οὐδέποτε οὕτως ἐλάλησεν ἄν­θρωπος, ὡς οὗτος ὁ ἄνθρωπος» (ἔ.ἀ. 7,46).
Τί βλέπουμε λοιπὸν στὸ εὐαγγέλιο; Ἔγινε διχασμός· «σχίσμα οὖν ἐν τῷ ὄχλῳ ἐγένετο δι᾽ αὐτόν» (ἔ.ἀ. 7,43). Διαιρέθηκαν οἱ ἄνθρωποι σὲ δύο παρατάξεις· σ᾽ ἐκείνους ποὺ πίστεψαν καὶ σ᾽ ἐκείνους ποὺ δὲν πίστεψαν στὸ Χριστό.
Αὐτὸ ποὺ συνέβη τότε, ἀγαπητοί μου, ἐπαναλαμβάνεται στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Σὲ κάθε ἐποχὴ ὑπάρχει πάντοτε διχασμός.
Καὶ αἰτία ποιός, ὁ Χριστός; Ὄχι. Τότε ποιός; Ἡ κακὴ προαίρεσι τῶν ἀνθρώπων. Ὅσοι ἔ­χουν καλὴ προαίρεσι, ἀκοῦνε τὸ Χριστὸ κ᾽ εὐχαρι­στοῦνται καὶ δοξάζουν τὸ Θεό· ὅσοι δὲν ἔ­χουν καλὴ προαίρεσι, οὔτε τὸν καταλαβαίνουν οὔ­τε θέλουν ν᾽ ἀκούσουν τὰ λόγια του…
Καὶ αὐτὸ ποὺ ἔγινε τότε, γίνεται πάντοτε, γίνεται καὶ σήμερα…
 Στὴν Ἱστορία βλέπουμε ἕναν ἀγὼνα μεταξὺ πίστεως καὶ ἀπιστίας· ἑναν ἀγὼνα μεταξὺ ἀληθείας καὶ ψεύδους· ἕναν ἀγὼνα μεταξὺ φωτὸς καὶ σκότους· ἕναν ἀγὼνα μεταξὺ Χριστοῦ καὶ σατανᾶ. Μάλιστα.

Κυριακή 17 Σεπτεμβρίου 2017

Η σωστή αντιμετώπιση των θλίψεων



Πνευματικές εμπειρικές συμβουλές γύρω από τους πειρασμούς και τις θλίψεις
 Του Αγίου Ισαάκ του Σύρου
*Όπως πλησιάζουν τα βλέφαρα το ένα το άλλο, έτσι και οι πειρασμοί είναι κοντά στους ανθρώ­πους. Και αυτό το οικονόμησε ο Θεός να είναι έ­τσι, με σοφία, για να έχουμε ωφέλεια. για να κρού­εις δηλ. επίμονα, εξαιτίας των θλίψεων, τη θύρα του ελέους του Θεού και για να μπει μέσα στο νου σου, με το φόβο των θλιβερών πραγμάτων, ο σπό­ρος της μνήμης του Θεού, ώστε να πας κοντά του με τις δεήσεις, και να αγιασθεί η καρδιά σου με τη συνεχή ενθύμησή του. Και ενώ εσύ θα τον παρακα­λείς, αυτός θα σε ακούσει...

*Ο πορευόμενος στο δρόμο του Θεού πρέπει να τον ευχαριστεί για όλες τις θλίψεις που τον βρί­σκουν, και να κατηγορεί και να ατιμάζει τον αμελή εαυτό του, και να ξέρει ότι ο Κύριος, που τον αγα­πά και τον φροντίζει, δε θα του παραχωρούσε τα λυπηρά, για να ξυπνήσει το νου του, αν δεν έδειχνε κάποια αμέλεια. Ακόμη μπορεί να επέτρεψε ο Θεός κάποια θλίψη, διότι ο άνθρωπος έχει υπερηφανευθεί, οπότε ας το καταλάβει και ας μην ταραχθεί κι ας βρίσκει την αιτία στον εαυτό του, ώστε το κακό να μη γίνει διπλό, δηλ. να υποφέρει και να μη θέ­λει να θεραπευθεί. Στο Θεό που είναι η πηγή της δικαιοσύνης, δεν υπάρχει αδικία. Αυτό να μην περάσει από το νου μας.

*Μην αποφεύγεις τις θλίψεις, διότι βοηθούμε­νος απ' αυτές μαθαίνεις καλά την αλήθεια και την αγάπη του Θεού. Και μη φοβηθείς τους πειρα­σμούς, διότι μέσα από αυτούς βρίσκεις θησαυρό. Να προσεύχεσαι να μην εισέλθεις στους ψυχικούς πειρασμούς όσο για τους σωματικούς, να ετοιμάζε­σαι να τους αντιμετωπίσεις με όλη τη δύναμή σου, γιατί χωρίς αυτούς δεν μπορείς να πλησιάσεις το Θεό. Μέσα σ' αυτούς εμπεριέχεται η θεία ανάπαυ­ση. Όποιος αποφεύγει τους σωματικούς πειρασμούς, αποφεύγει την αρετή.

*Χωρίς πειρασμούς η πρόνοια του Θεού για τον άνθρωπο δε φανερώνεται, και είναι αδύνατο, χωρίς αυτούς, να αποκτήσεις παρρησία στο Θεό, και να μάθεις τη σοφία του αγίου Πνεύματος και, ακόμη, δε θα μπορέσει να στεριωθεί μέσα στην ψυχή σου ο θεϊκός πόθος. Προτού να έρθουν οι πειρασμοί, ο άνθρωπος προσεύχεται στο Θεό σαν ξένος. Από τότε όμως που θα εισέλθει σε πειρασμούς για την αγάπη του Θεού, και δεν αλλάξει γνώμη, έχει το Θεό, να πούμε, υποχρεωμένο απέναντί του, και ο Θεός τον λογαριάζει για γνήσιο φίλο του. Διότι πολέμησε και νίκησε τον εχθρό του, για να εκπληρώ­σει το θέλημα του Θεού.

Η κουλτούρα της ... κατάθλιψης!



Η ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ ΤΗΣ… ΚΑΤΑΘΛΙΨΗΣ!
τοῦ κ. Κωνσταντίνου Γ. Παπαδημητρακόπουλου
Εἶναι ἀλήθεια πώς ζοῦμε στήν ἐποχή τῆς τεχνολογίας, τῆς ἐπιστήμης, τῆς ὑπεραφθονίας, τοῦ καταναλωτισμοῦ, τῶν ἀ­νέ­σε­ων. Καί στήν ἐποχή τῶν ραγδαίων ἐξελίξεων πού ὑ­πό­σχον­ται τά πάντα. Ὡστόσο ποιός θά τό περίμενε ὅτι ταυτόχρονα ζοῦμε καί στήν ἐποχή τῶν ψυχολογικῶν προβλημάτων, τοῦ μεγάλου ψυχικοῦ κενοῦ καί τῶν ἀδιεξόδων, ὅτι τελικά ζοῦμε στόν «πολιτισμό τῆς κατάθλιψης», ὅπως ἀποκαλεῖται; Μιά κατάσταση πού κατευθύνεται ἀπό μιά καλά σχεδιασμένη κουλτούρα, αὐτή τήν ὁποία θά μπορούσαμε νά ἀποκαλέσουμε «κουλτούρα τῆς κατάθλιψης»! Τί ἀκριβῶς συμβαίνει; Ἀξίζει νά τό δοῦμε…
Τελευταῖα βρῆκε μεγάλη διάδοση στό διαδίκτυο μιά φωτογραφία μέ μιά κοπέλα καθισμένη σ’ ἕνα κάθισμα τοῦ μετρό τῆς Μόσχας. Εἶχε «γκόθ» στύλ καί ἐμφάνιση (μαῦρα ροῦχα, μαῦρα βαμμένα μαλλιά, μαῦρο μακιγιάζ κ.λπ.) καί πάνω στό πόδι της νά βρίσκεται ἕνα μεγάλο μαῦρο κοράκι δεμένο μέ λουρί!
Τό πρωτότυπο γιά τούς πολλούς -γι’ αὐτό καί βρῆκε μεγάλη δημοσιότητα ἡ φωτογραφία- ἦταν αὐτό ἀκριβῶς τό κοράκι πού εἶχε πάρει τή θέση κατοικίδιου ζώου, γεγονός ἐντελῶς ἀ­συ­νή­θι­στο. Ὅμως ἄν προσέξει κανείς καλά αὐτή τή φωτογραφία θά διαπιστώσει καί τήν ἔντονη καταθλιπτική ἐμφάνιση αὐτῆς τῆς κοπέλας. Ὁπότε ἡ φωτογραφία αὐτή δέν εἶναι τίποτε ἄλλο τελικά, παρά ἡ ἴδια ἡ ἀποκάλυψη αὐτοῦ τοῦ «πολιτισμοῦ τῆς κατάθλιψης» πού ζοῦμε!
Οἱ εἰδικοί κάνουν λόγο γιά τήν παγκόσμια «ἐπιδημία» τῶν ψυχικῶν διαταραχῶν, ἐπικαλούμενοι μάλιστα καί τά στοιχεῖα τοῦ Παγκόσμιου Ὀργανισμοῦ Ὑγείας. Τό 10 - 12% τοῦ συνόλου τοῦ πληθυσμοῦ ὅλων των ἡλικιῶν πάσχει ἀπό ψυχικές ἀ­σθέ­νει­ες κι εἶναι θέμα χρόνου ἡ κατάθλιψη νά εἶναι ἡ δεύτερη αἰτία θανάτου παγκοσμίως!
Τό πρόβλημα αὐτό δυστυχῶς ἀγγίζει καί τούς νέους, πού ὅλο καί πιό πολύ κλείνονται στόν ἑαυτό τους καί δέν ἔχουν ὄρεξη γιά τίποτα! Διέξοδο βρίσκουν στόν ἠλεκτρονικό τους ὑ­πο­λο­γι­στή, στό διαδίκτυο, στά βιντεοπαιχνίδια καί στίς ἱστοσελίδες κοινωνικῆς δικτύωσης. Μέ τά ὁποῖα ὅσο ἀσχολοῦνται, τόσο χειροτερεύουν τήν κατάστασή τους. Ναί!
Σύμφωνα μέ στοιχεῖα τῆς UNISEF τά παιδιά μέ τήν περισσότερο κακή διάθεση καί τάση πρός δυστυχία, εἶναι αὐτά τῶν Η.Π.Α. καί τῆς Μ. Βρετανίας. Κατά τούς εἰδικούς δέ, τά τε­λευ­ταῖ­α 25 χρόνια, μειώνεται σταθερά ἡ ἡλικία ἔναρξης τῆς μείζονος κατάθλιψης!
Οἱ παράγοντες πού ὁδηγοῦν τήν ἀνθρωπότητα σ’ αὐτή τήν κατάσταση, καί ἰδιαίτερα τίς ἀποκαλούμενες «ἀνεπτυγμένες κοινωνίες», εἶναι βέβαια πάρα πολλοί πού δέν εἶναι δυνατόν νά ἀναπτύξουμε ἐδῶ. Ὡστόσο θά θέλαμε νά τονίσουμε κάτι πού τό θεωροῦμε πάρα πολύ σημαντικό, προκειμένου νά βοηθήσουμε στήν ἀντιμετώπιση τοῦ προβλήματος. Ὅτι, δηλαδή, αὐτή ἡ κατάσταση εἶναι σαφῶς κατευθυνόμενη καί μάλιστα μέσα ἀπό μιά ἰδιάζουσα κουλτούρα, τήν «κουλτούρα τῆς κατάθλιψης», ὅπως θά τήν λέγαμε.

Τρίτη 27 Ιουνίου 2017

Σ’ ένα νεαρό για τη μοναξιά και την αληθινή επικοινωνία ...



 Μη φοβάσαι δεν είσαι μόνος. Μόνος είναι εκείνος που δεν γνωρίζει τον Θεό ακόμα και αν όλοι οι άνθρωποι συναναστρέφονται μαζί του.
Αυτός, και στην πιο πολυάριθμη κοινωνία, θα έλεγε - όπως και τώρα λένε κάποιοι - «βαριέμαι, δεν ξέρω τι θέλω να κάνω με τον εαυτό μου, όλα είναι βαρετά».
Αυτές είναι ψυχές άδειες από τον Θεό, φλοίδες χωρίς κουκούτσι, στάχτη χωρίς κάρβουνο. Αλλά εσύ δεν είσαι μόνος αφού είσαι πλάι στον Κύριο και ο Κύριος δίπλα σου.

Άκουσε πώς ο μεγάλος Παύλος, ο απόστολος της οικουμένης, ήταν κάποτε εγκαταλελειμμένος απ’ όλους, και πώς μιλά:
«᾿Εν τῇ πρώτῃ μου ἀπολογίᾳ οὐδείς μοι συμπαρεγένετο, ἀλλὰ πάντες με ἐγκατέλιπον· μὴ αὐτοῖς λογισθείη· ὁ δὲ Κύριός μοι παρέστη καὶ ἐνεδυνάμωσέ με, ἵνα δι' ἐμοῦ τὸ κήρυγμα πληροφορηθῇ καὶ ἀκούσῃ πάντα τὰ ἔθνη· καὶ ἐρρύσθην ἐκ στόματος λέοντος » ( Β’ Τιμ. 4, 16-17 ).


Βλέπεις, λοιπόν, πόσο άγια σκέφθηκε και μίλησε ο δούλος του Χριστού Παύλος σ’ εκείνες τις πρώτες μέρες, όταν στον κόσμο δεν υπήρχε ακόμα ούτε ένας χριστιανικός ναός, ούτε ένας χριστιανός άρχοντας! Ενώ σήμερα όλη η γη είναι στολισμένη με χριστιανικούς ναούς και οι χριστιανοί απαριθμούνται σε κάτι εκατοντάδες εκατομμύρια.

Μη λυπάσαι, λοιπόν, επειδή αισθάνεσαι μοναξιά στον δικό σας τόπο. Αν αισθάνεσαι σαν να είσαι στην έρημο, όπως γράφεις, γνώριζε ότι πολλοί στην έρημο σώθηκαν. Αλλά όλοι αυτοί οι ερημίτες του Θεού ανήλθαν στη μεγάλη κοινωνία του Θεού και των αγγέλων του Θεού.

Υπήρχαν άνθρωποι που για πενήντα ολόκληρα χρόνια δεν είδαν ανθρώπινο πρόσωπο και όμως δεν έλεγαν «είμαστε μόνοι»! Αφού ο Θεός ήταν μαζί τους και αυτοί με τον θεό. Μπορείς να ζήσεις χωρίς κανέναν και χωρίς τίποτα∙ χωρίς τον Θεό όμως δεν μπορείς. Αυτή είναι η δική τους μαρτυρία που την παρέδωσαν στην Εκκλησία ως κάποιο κεφάλαιο δικό της.

Δεν είναι γνωστό εάν κάποιος άθεος μπόρεσε να επιζήσει επί πενήντα χρόνια σε πλήρη μοναξιά στην έρημο. Αυτό δεν έχει σημειωθεί στην ιστορία του ανθρώπινου γένους. Δεν είναι σε θέση ένας άθεος να πράξει κάτι τέτοιο. Σε κάποιον σαν αυτόν είναι βαρετό να ζει μέσα στην κοινωνία των ανθρώπων και ακόμα πιο μονότονο - ακόμα και αδύνατο - έξω από την κοινωνία.


Διότι ο άθεος αναζητά τους ανθρώπους για να τους κεντρίσει την καρδιά με την αθεΐα του και να θρέψει τον εαυτό του με τον πόνο τους. Αλλά στην έρημο ποιόν να βρει να φάει παρά μόνον τον ίδιο του τον εαυτό; Και με ποιανού τον πόνο να τραφεί παρά με τον δικό του;
Γι’ αυτό απογείωσε τις σκέψεις σου στα πνευματικά ύψη όπου κατοικεί Εκείνος που μόνος Του είναι η μεγαλύτερη και τρυφερότερη κοινωνία από κάθε ανθρώπινη κοινωνία.

Εκείνον να υπηρετείς, μ’ Εκείνον να συναναστρέφεσαι, σ’ Εκείνον να μιλάς , για Εκείνον αγωνίσου, Εκείνον αγάπα με όλη σου την καρδιά, με όλον τον νου σου.
Εκείνος θα βρει τρόπους να ανοίξει τα μάτια των γειτόνων σου και την καρδιά τους, ώστε να εμφανίσει σ’ αυτούς τη ζωντανή πίστη σ’ Αυτόν. Τότε στον τόπο σου θα ψάλλεται η δόξα του Θεού όχι μόνον από έναν σολίστ, όπως τώρα, αλλά από μία χορωδία. Ειρήνη και υγεία από τον Θεό.
«ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ, Δεν φτάνει μόνο η πίστη…
ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ Β΄» 

Θλίψη - Μελαγχολία ή Κατάθλιψη;


Αποτέλεσμα εικόνας για depresie
Συχνά οι άνθρωποι χρησιμοποιούν τους όρους Θλίψη - Μελαγχολία ή Κατάθλιψη, θέλοντας να περιγράψουν παρόμοιες συναισθηματικές καταστάσεις. 
Υπάρχουν όμως ουσιαστικές διαφορές μεταξύ τους. Η θλίψη προέρχεται από κάποια απώλεια και είναι υγιής και χρήσιμη. Ο άνθρωπος είναι αναγκασμένος να βιώνει απώλειες, έστω και μικρές, από την αρχή της ζωής του, οι οποίες συνοδεύονται από αντίστοιχα αισθήματα θλίψης (π.χ. η απώλεια του αποκλειστικού ενδιαφέροντος των γονέων με την έλευση ενός δεύτερου παιδιού, ο σταδιακός αποχωρισμός από τους γονείς, κ.λπ).

Στην ενήλικη ζωή, παραδείγματα απωλειών μπορεί να είναι ο χωρισμός από μια συντροφική σχέση, κατά τον οποίο το άτομο βιώνει αισθήματα θλίψης που σχετίζονται με την απώλεια του αγαπημένου προσώπου. Άλλο παράδειγμα αποτελεί η απώλεια της εργασίας, που είναι ιδιαίτερα συχνή στις μέρες μας, και προκαλεί αισθήματα θλίψης. Η θλίψη είναι μια μορφή πένθους. Όταν νιώθουμε θλίψη, έχουμε έντονα αρνητικά συναισθήματα αλλά νιώθουμε ζωντανοί. Η συναισθηματική επεξεργασία μιας απώλειας, όποια κι αν είναι αυτή, βοηθάει το άτομο να προχωρήσει στη ζωή του.

Μπορούμε να πούμε ότι συμβαίνει το αντίθετο στην περίπτωση της κατάθλιψης. Ο άνθρωπος που πάσχει από κατάθλιψη δεν αισθάνεται θλίψη. Αυτό μπορεί να ακούγεται οξύμωρο, δεδομένου ότι οι άνθρωποι που έχουν κατάθλιψη, βιώνουν μια πολύ δυσάρεστη κατάσταση, που είναι πραγματική και πολύ σοβαρή. Το άτομο δεν κατάφερε - είτε γιατί δεν του επιτρεπόταν, είτε γιατί βίωσε τραυματικές καταστάσεις που ήταν δύσκολο να διαχειριστεί - να επεξεργαστεί τις απώλειες στη ζωή του κι έτσι «μονώθηκε» συναισθηματικά. Μην μπορώντας το άτομο να βιώσει θλίψη, αποκλείει κι άλλα συναισθήματα, και τελικά νιώθει κενό.

Τα αισθήματα κενού που αισθάνονται οι άνθρωποι με κατάθλιψη είναι μια σημαντική διαφορά μεταξύ των δύο εννοιών. Το άτομο καταλήγει να εναποθέτει την επίλυση όλων των προβλημάτων στους άλλους - κάτι το οποίο όμως το οδηγεί να βιώνει συνεχείς ματαιώσεις και ενισχύει τα συναισθήματα κενού. Ο άνθρωπος που αισθάνεται «νεκρωμένος» συναισθηματικά, καταλήγει να παραιτείται από τη ζωή. Συμπερασματικά αναφέρουμε ότι η θλίψη είναι μια υγιής συναισθηματική κατάσταση, ενώ η κατάθλιψη αποτελεί σοβαρή, και αρκετά συχνή, ψυχική διαταραχή, 
Αρετή Δρακάκη 
Ψυχολόγος Ψυχοθεραπεύτρια

Μακριά από αυτούς που κατηγορούν και κατακρίνουν…


Αποτέλεσμα εικόνας για judecarea aproapelui
Όταν βλέπεις έναν άνθρωπο να αγαπάει τα γέλια και να θέλει να γελοιοποιεί τους άλλους, να μην πιάνεις φιλία…
Γιατί θα σε κάνει να συνηθίσεις στην ψυχική ατονία. 
Σε κείνο πού ή ζωή του είναι διεφθαρμένη, μη δείχνεις ιλαρό πρόσωπο φυλάξου όμως καλά μήπως τον μισήσεις.Και αν θελήσει να μετανοήσει, βοήθησε τον και φρόντισε τον, θυσιάζοντας ακόμη και τη ζωή σου, να σωθεί.Εάν όμως είσαι πνευματικά ασθενής, μην τολμήσεις να γίνεις γιατρός του.

Μπροστά σε άνθρωπο πού έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του και έχει την αρρώστια να προσέχεις πολύ πώς θα μιλήσεις. Γιατί ενόσω μιλάς, αυτός εξηγεί μέσα του τα λόγια σου όπως αγαπά και από τα αγαθά σου λόγια παίρνει αφορμή και σκανδαλίζει τους άλλους. Και αλλάζει το νόημα των λόγων σου μέσα στο μυαλό του σύμφωνα με την πνευματική του αρρώστια.

Αν δεις κάποιον να έρχεται και να κατηγορεί τον αδελφό του μπροστά σου, κάνε το πρόσωπο σου σκυθρωπό.Έτσι και το έλεος του Θεού θα έχεις και απ” αυτόν θα φυλαχτείς. Και πού είναι η κόλαση πού μας εκφοβίζει από παντού και υπερνικά την αγάπη του Θεού; Ποια κόλαση και ποια γέεννα του πυρός μπορεί να σταθεί μπροστά στη χάρη της Ανάστασης, όταν ο Θεός μας αναστήσει εν δόξη από τον άδη και κάνει τούτο το φθαρτό σώμα μας να ντυθεί την αφθαρσία;Όσοι έχετε διάκριση, θαυμάστε τα μεγαλεία του Θεού.

Ποιος όμως έχει τόσο σοφή και αξιοθαύμαστη διάνοια, πού θα μπορέσει να θαυμάσει, όσο αξίζει, τη χάρη του Δημιουργού μας; Η ανταπόδοση των αμετανόητων αμαρτωλών είναι βέβαιη, όμως αντί της δίκαιης ανταπόδοσης ο Κύριος ανταποδίδει την ανάσταση σ” αυτούς πού μετανοούν και, αντί να τιμωρήσει αυτούς πού καταπάτησαν το νόμο του, τους ντύνει με την τέλεια δόξα της αφθαρσίας. Αυτή η χάρη, πού μας ανασταίνει από την αμαρτία, είναι μεγαλύτερη από εκείνη πού μας δόθηκε, όταν από την ανυπαρξία μας έφερε στην κτιστή ύπαρξη. Δόξα στην άμετρη σου χάρη, Κύριε.


Αγίου Ισαάκ του Σύρου

H Βασιλεία του Θεού βρίσκεται ήσυχα εντός μας


Σκέψεις στο ευαγγελικό ανάγνωσμα της Κυριακής Γ΄Ματθαίου (Ματθ., στ’, 22-33)

Οι αρχαίοι λαοί είχαν μιαν εμπορική σχέση με τους θεούς τους. Μια σχέση “σου δίνω-μου δίνεις”. Για παράδειγμα, αν η θεά Δήμητρα, φύλαττε τη σοδειά του ικέτη της, τότε αυτός αφιέρωνε στο ναό της ένα μέρος της σοδειάς του. Ήρθε όμως ο Χριστός και κάθε τέτοια λατρεία καταργήθηκε μαζί κι ο κάθε εγωισμός στη σχέση του ανθρώπου με τον Θεό.

Ο Χριστός μας διδάσκει να λατρεύουμε τον Θεό εν Πνεύματι και Αληθεία. Κάθετι που αντιβαίνει τους νόμους του Πνεύματος, έρχεται να καταργήσει την Αλήθεια. Τότε η λατρεία του καθενός είναι μάταιη, ψεύτικη κι εγωιστική. Σαν τους αρχαίους κι εμείς συχνά ζητάμε απ’ τον Θεό ό, τι μας συμφέρει και ό, τι μας κάνει τη ζωή πιο εύκολη. Πολλοί από ‘μας δε, όταν συμβεί κάτι κακό αγανακτούμε προς τον Θεό και φωνάζουμε το “γιατί σ’ εμένα” ή και καταντάμε να ευχηθούμε το κακό του άλλου μολονότι δηλώνουμε χριστιανοί. Κι όταν ο εγωισμός φουσκώσει τα πανιά μας… υψώνουμε προς τον Θεό μπόι και τον χαρακτηρίζουμε ως “άδικο” κι “εγωϊστή”!

Μάλλον δεν έχουμε καταλάβει γιατί βρισκόμαστε στην Εκκλησία. Οι λόγοι που μας έφεραν στην Εκκλησία είναι ο προσωπικός δρόμος του καθένα, δρόμος συνάντησης Πρόσωπο με Πρόσωπο με τον ίδιο τον Χριστό. Ζούμε μες την Εκκλησία κι αγωνιζόμαστε να ζούμε την ζωή του ίδιου Χριστού. Πώς θα την ζήσουμε αν δεν αφεθούμε σ’ Αυτόν; Και πώς θα αφεθούμε αν δεν αποχωριστούμε το θέλημά μας; Εμείς μπορεί να θέλουμε το ένα και τ’ άλλο… μα ο Χριστός μας λέει ότι πρώτα πρέπει να ζητάμε τη Βασιλεία και τη Δικαιοσύνη του Θεού. Κι όλα τ’ άλλα -μαζί μ’ όλα τα άγχη μας; ; Αυτός θα μεριμνήσει.

Ή πιστεύουμε τελικά ή δεν πιστεύουμε…!

Εφόσον λοιπόν πιστεύουμε, ζητάμε πρώτα τη Βασιλεία και την Δικαιοσύνη του Θεού κι αγωνιζόμαστε για να έλθουν. Αγωνιζόμαστε δηλαδή να φανερώνουμε τον Χριστό παντού και χωρίς διακρίσεις. Πώς λοιπόν μπορούμε να παρακαλάμε τον Θεό για όλα αυτά αν δεν τα φανερώνουμε με τη σειρά μας κι εμείς στη ζωή μας; Αγάπαμε τους άλλους αδιάκριτα; Ας “τεστάρουμε” τον εαυτό μας…

Ζούμε στην εποχή της κατάθλιψης, απότοκη κι αυτή της φρικτής μοναξιάς των καιρών μας. Ξεχάσαμε να εμπιστευόμαστε τον Θεό, ξεχάσαμε την εμπιστοσύνη στον αδελφό μας. Άνθρωποι πια από παντού εχθρούς αναζητάνε. Οι στιγμές των χαμηλών ντεσιμπέλ στην τηλεόραση είναι σπάνιες. Όλοι χωρίζονται σε “στρατόπεδα” κι ό,τι ώρα και ν’ ανοίξει κανείς για παράδειγμα, την τηλεόραση, κάποιος τσακωμός θα λαβαίνει χώρα. Ο καθένας το δίκιο του αναζητά κι όμως ο Χριστός διδάσκει τη Δικαιοσύνη της σιωπής μας.

Κανείς πια δεν αγαπά τη σιωπή. Όμως στη σιωπή συναντιέται κανείς με τον εαυτό του κι έπειτα με τον ίδιο τον Θεό. Η Βασιλεία του Θεού βρίσκεται ήσυχα εντός μας. Ο Χριστός δε μας αφήνει “χωρίς οδηγίες” στο ταξίδι προς την Βασιλεία Του. Η βασικότερη “οδηγία” έχει να κάνει σε σχέση με το χρήμα. Δε μπορούμε ν’ αγαπάμε ό, τι μας δένει με τη γη και να θέλουμε από την άλλη ν’ αποκαλούμε τους εαυτούς μας εργάτες του Ευαγγελίου και της έλευσης της Βασιλείας του Θεού!
Ας ζήσουμε λίγο με σιωπή μήπως και ακούσουμε τον ερχόμενο Χριστό. Όσες λιγότερες οι ανάγκες μας, άλλη τόσο κι η λευτεριά μας. Ας ζητήσουμε “πρώτα την Βασιλεία του Θεού και τη Δικαιοσύνη Του κι όλα τ’ άλλα θα μας προστεθούν” (Ματθ. στ’, 33)

Ιάσων Ιερομ.

Σισανίου και Σιατίστης Αντώνιος: Ο άνθρωπος του Θεού


π. Ἐφραὶμ Γ. Τριανταφυλλόπουλος
Αποτέλεσμα εικόνας για ΣΙΑΤΙΣΤΗς ΑΝΤΩΝΙΟς

Παναγιώτατε, σεβασμιώτατοι ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,ἐλλογιμώτατοι κύριοι καθηγηταί, πάντες οἱ τὰ πρῶτα τοῦ τόπου φέροντες σεβαστοί μου Πατέρες, εὐλογημένοι μοναχοὶ καὶ μοναχές, ἀγαπητοί μου Χριστιανοί! Χριστὸς Ἀνέστη! Πάει καιρός, ποὺ μοῦ προτάθηκε νὰ εἰσηγηθῶ στὶς ἀκοές Σας θέμα δύσκολο, νά μιλήσω γιὰ ἕνα πρόσωπο ἀγαπημένο καὶ τόσο μακρυνὸ ταυτόχρονα λόγῳ τῆς ὁσιακῆς βιοτῆς του, ἀλλὰ πάλι τόσο κοντινὸ καὶ οἰκεῖο σὲ μᾶς, ἀκριβῶς γιὰ τὸν ἴδιο λόγο. Εὔχεσθε νὰ φανερώσουν τὰ λόγια αὐτά, τὴν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ καὶ εὔχεσθε ἐπίσης καὶ γιὰ τὸν ὁμιλοῦντα, ὁ ὁποῖος σήμερα ἐν Ἐκκλησίᾳ πληθούσῃ καταθέτω τὰ μῦρα καὶ τὴν κασσία τῆς εὐγνωμοσύνης μου, διότι ἀπὸ τὰ εὐλογημένα χέρια τοῦ ἀνθρώπου αὐτοῦ εἰσῆλθα στὸν εὐαγγελικὸ ζυγὸ καὶ τὴν ἱερατικὴ ἀξία. Ἂς ἀρθοῦμε ὑπεράνω ἀδυναμιῶν καὶ δυσκολιῶν ποὺ ὅλοι μας ἔχουμε, γιὰ νὰ ἑστιάσουμε σὲ συγκεκριμένα σημεῖα τῆς εὐλογημένης παρουσίας του, παρακάμπτοντας τὶς ὅποιες ἀδυναμίες κι ἐκείνου ὡς θνητοῦ ἀνθρώπου. Ἄλλωστε ὁ Θεός, «ὄχι ἕνεκα τούτων, ἀλλὰ παρὰ ταῦτα» μᾶς ἁγιάζει καὶ μᾶς σώζει. Ἡ ὅποια ἀποτυχία στοὺς καλοπροαιρέτους γίνεται ὑλικὸ γιὰ νὰ δουλέψει καὶ νὰ «χτίσει» ὁ Θεὸς τὸν παράδεισο μέσα τους.
Ὁ μακαριστὸς Μητροπολίτης Ἀντώνιος, ὁ ὁποῖος ἐξελέγη σὰν σήμερα, στὶς 22 Μαΐου 1974, ἄφησε μαρτυρία ἀγαθοῦ, προσευχομένου, ὑπομονετικοῦ, ἁγιασμένου ποιμένα στὸν πνευματικὸ κόσμο τῆς χώρας καὶ ὄχι μόνο. Ἀπὸ τὰ πολλὰ πνευματικὰ χαρίσματα μὲ τὰ ὁποῖα τὸν εἶχε κοσμήσει ὁ Θεός, ἀναφέρουμε τὸν ἄμεμπτο βίο, τὴν πολλὴ καὶ θερμὴ προσευχὴ μετὰ δακρύων (συχνὰ ἀνέφερε στὸ κήρυγμά του ὅτι «τὰ δάκρυα τοῦ κενόδοξου ἄκαρπα ξηραίνονται ἐπὶ τῶν παρειῶν του»[1]!), τὸ ἐπιβεβαιωμένο προορατικὸ καὶ διορατικό του χάρισμα, τὴ συγγραφὴ καὶ μελέτη καὶ τὴν ἀπὸ φυσικοῦ του ταπείνωση, τὴν ταπείνωση δηλαδὴ ὡς φυσικὸ χάρισμα, «ἡ ὁποία αὐξήθηκε πολὺ περισσότερο μὲ τὴν ἄνοδό του στὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο, πρᾶγμα θαυμαστὸ καὶ πολὺ σπάνιο» σύμφωνα μὲ κάποιον χαριτωμένο Ἱερέα.[2] Περισσότερο ταπεινὸς ὡς Ἐπίσκοπος, παρὰ ὡς Ἱερέας. Ἀλλὰ καὶ ὁ δισταγμός του καὶ ἡ ἐπὶ μακρὸν ἀναβολή του νὰ εἰσέλθει στὸν Ἱερὸ Κλῆρο[3], (47 ἐτῶν χειροτονήθηκε Διάκονος), ὅπως ἐπανειλημμένως δήλωνε στοὺς χειροτονητήριους λόγους του εἶναι δείγματα τεταπεινωμένης καρδίας.Ἔκπληκτος μιὰ φορά, τὸν ἀκούω νὰ μοῦ λέει: «πάτερ Ἐφραίμ, ὀφείλουμε πάρα πολλὰ στὶς προσευχὲς ὀλίγων ἐναρέτων λαϊκῶν»[4]! Καὶ δὲν πίστευα στ’ αὐτιά μου. Κάποτε, μάλιστα, τὸν εἶδα νὰ μεταφέρει βαλίτσες ἐπισκεπτῶν[5] σὲ Μοναστήρι τῆς Μητροπόλεώς μας! Τοὺς ἔφτιαξε κατόπιν καφὲ καὶ τοὺς τὸν σέρβιρε...
Αποτέλεσμα εικόνας για ΣΙΑΤΙΣΤΗς ΑΝΤΩΝΙΟς
Κατὰ τὰ πρῶτα 5-6 ἔτη τῆς διακονίας μου ὡς Ἱεροκήρυκος, μὲ ἔστελνε πάντα τῆς Παναγίας νὰ λειτουργῶ σ’ἕνα ξωκκλήσι Της ἑνὸς ἀπόμακρου χωριοῦ, 55 χιλιόμετρα ἀπὸ τὴ Σιάτιστα, λέγοντάς μου: «ἄκου νὰ δεῖς, ἐκεῖ εἶναι ἕνας παπᾶς ἔγγαμος ποὺ κατὰ τὴ θεία Λειτουργία βλέπει ἀγγέλους, νὰ ξέρεις. Καλὸ εἶναι γιὰ σένα νὰ σὲ βλέπει νὰ λειτουργεῖς καὶ νὰ τὸν ρωτᾶς καὶ σὺ κιόλας. Πρόσεχε, γιατὶ τὰ φαινόμενα ἀπατοῦν, μὴ δίνεις σημασία». Γνώρισα τὸν Ἱερέα[6] καὶ εὐγνωμονῶ τὸ Θεό. Ἐλάχιστες φορές φαινόταν νὰ «χάνεται» στὴ θεία Λειτουργία. Τὸν ρωτοῦσα μετὰ νὰ μοῦ πεῖ γιὰ τὴν εὐλογία τῆς θείας Λειτουργίας καὶ μοῦ ἔλεγε: «μὴ συζητᾶς παιδάκι μου τὶ γίνεται»! Χωρὶς νὰ καταλαβαίνω χαιρόμουν κι ἐγώ. Ὕστερα ἀπὸ λίγο καθὼς πίναμε καφεδάκι στὸ χωριό, ὁ παπούλης ἀπολάμβανε μακαρίως τὸ καφεδάκι του μὲ τὸ ἀπαραίτητο συμπλήρωμα[7] (!), ὁ τρόπος δὲ μὲ τὸν ὁποῖο καθόταν, πρόδινε ζηλευτὴ ἄνεση καὶ ἀρχοντιά, ποὺ κάποιους ἐξ’ἡμῶν θὰ «σκανδάλιζαν». Τότε θυμήθηκα τὸ «πρόσεχε, τὰ φαινόμενα ἀπατοῦν» τοῦ μακαριστοῦ καὶ κατάλαβα. Ἐπρόκειτο τελικὰ γιὰ ἕναν χαριτωμένο Ἱερέα κεκοιμημένο ἐδῶ καὶ πολὺν καιρό.
Στὴ διάρκεια τῆς ἀσθενείας του ὁ μακαριστὸς δὲν ἔπαυε νὰ μᾶς τονίζει: «τὸν ἑαυτό μου κήρυξα, ὄχι τὸ Χριστό»![8] Καὶ ἄλλοτε, σημάδι κάποιας ὑπερφυσικῆς ἐμπειρίας του κατὰ τὴν ἀσθένεια, εἶπε: «θὰ σᾶς πῶ ὅταν γίνω καλά. Σὲ μένα τὸν ἁμαρτωλὸ ὁ Κύριος»[9]; Στὴν ἰδική μου εἰς Διάκονον χειροτονία, τὸν βρήκαμε νὰ ἔχει φτάσει πιὸ νωρὶς ἀπὸ ἐμᾶς στὸν ναὸ καί, μ’ ἕνα ἁπλὸ ζωστικό, νὰ μαζεύει τὰ πρόσφορα ἀπὸ τοὺς πιστούς. Ἐπιπλέον μὲ εἶχε πληροφορήσει στὸ σπίτι τους ἡ μακαριστὴ ἀδελφή του, ἡ ὁποία παρέστη στὴ χειροτονία μου, ὅτι «ὁ Δεσπότης πρὶν ἀπὸ κάθε χειροτονία ἀγρυπνεῖ ὅλη νύχτα προσευχόμενος περπατώντας, καὶ μιλάει στὸ Θεὸ μὲ τὰ χέρια ψηλά. Ἔτσι θὰ κάνει καὶ μὲ τὴ δική σου χειροτονία»![10]
Αποτέλεσμα εικόνας για ΣΙΑΤΙΣΤΗς ΑΝΤΩΝΙΟς
Ἕνα πρᾶγμα ποὺ ἔκανε ἰδιαίτερη ἐντύπωση ἦταν καὶ ἡ πολλὴ θύραθεν -μαζὶ μὲ τὴν αὐτονόητη θεολογικὴ- παιδεία ποὺ τὸν διέκρινε. Δειγματοληπτικὰ Σᾶς ὑπενθυμίζουμε ὅτι ἀνέφερε συχνὰ τὸν Δημοσθένη, τὸν Πλάτωνα, τὸν Ἀριστοτέλη[11], τὸν Πλούταρχο[12], τὸν Σοφοκλή[13], τὸν Μᾶρκο Αὐρήλιο[14], τὸν ποιητὴ Θέογνι τὸν Μεγαρέα[15], τὸν ἐκπρόσωπο τῆς Νέας ἀττικῆς κωμωδίας Μένανδρο, τὸν Θουκυδίδη[16] καὶ γενικότερα τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες συγγραφεῖς, φιλοσόφους καὶ δραματικοὺς ποιητές, διανθίζοντας τὰ ἐξαιρετικῆς ρητορικῆς δεινότητας κηρύγματά του -μνημεῖα πραγματικά!- μὲ ρητὰ καὶ λόγους τους. Δὲ λείπουν ἐπίσης ἀναφορές του σὲ ἔργα ἄλλων θύραθεν συγγραφέων, ὅπως πχ τοῦ Eduard Norden[17], ἀναλυτὴ τῆς τέχνης τῆς ἀρχαίας πεζογραφίας[18], στὸν Φάουστ τοῦ Γκαῖτε[19], ὡς καὶ στοὺς Δροσεροὺς καημοὺς τοῦ Ἀθανασιάδη-Νόβα[20]. Γενικὰ οἱ θύραθεν γνώσεις του κάλυπταν πολλὰ πεδία, ἀπὸ αὐτὸ τῆς Πολιτικῆς Ἱστορίας καὶ τῆς Διαιτητικῆς, μέχρι κι ἐκεῖνο τῶν ἀγροτικῶν ἀσχολιῶν ἢ τῶν οἰκιακῶν καθηκόντων[21]. Ἀλλὰ καὶ ποιός δὲν θυμᾶται τὶς συνεχεῖς προφορικὲς παραπομπές του σὲ στίχους τῆς Ἁγίας Γραφῆς, καθὼς ἀνέφερε μὲ ἐπιμέλεια «σπουδαστοῦ» τὰ κεφάλαια καὶ τὰ χωρία, ἢ τὶς ἀπὸ στήθους ἀπαγγελίες του πατερικῶν ἀποσπασμάτων, μὲ ἐπιμονὴ στὴ «θηριώδη καὶ ὀφιόμορφον κακίαν»[22], ποὺ παραπέμπει στὸν ὅσιο Ἰσίδωρο τὸν Πηλουσιώτη; Μελετώντας ἀργότερα τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ, βρῆκα στὶς βιβλιοθῆκες τῆς Μητροπόλεως καὶ στοὺς δύο πρώτους τόμους τῶν ἔργων τοῦ Ἁγίου, τῆς ἔκδοσης τοῦ καθηγητῆ Παναγιώτη Χρήστου, ἀρκετὲς ὑπογραμμίσεις καὶ σημειώσεις δικές του μὲ μολύβι, ἀλλὰ καὶ μὲ κόκκινο μπὶκ στὰ περιθώρια. Ἀφημένα ἐπίσης στὶς σελίδες τῆς Θρησκευτικῆς Ἠθικῆς Ἐγκυκλοπαιδείας, ὑπῆρχαν σκαριφήματα κηρυγμάτων του μὲ τὶς ἡμερομηνίες ποὺ ἐπρόκειτο νὰ ἐκφωνηθοῦν ἢ ἐκφωνήθηκαν, κυρίως σὲ ναοὺς τῶν Ἀθηνῶν.
Ἐκτιμοῦσε στοὺς ἀνθρώπους τὸ ἦθος, τὴν καλωσύνη καὶ τὴν ἀφτιασίδωτη συμπεριφορὰ σὲ ὅποιους χώρους καὶ ἂν τὴ συναντοῦσε, ἐνῶ στηλίτευε τὴν ὑποκρισία καὶ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ χώρου. Μοῦ ἐκθείαζε τὸ στρατηγὸ Νικόλαο Πλαστήρα (†1953) τὸν ὁποῖο εἶχε συναντήσει, λαϊκὸς ἔτι ὤν, στὸ κρεβάτι τοῦ πόνου καὶ τὸν ὁποῖο ἀποκαλοῦσε «ἅγιο», ἕνεκα τῆς κατ’αὐτὸν διαπιστωμένης ἀρετῆς του, τῆς καλωσύνης του, τῆς πάμπτωχης ζωῆς του καὶ τῆς πίστης του στὸ Θεό, διερωτώμενος: «ποῦ ὑπάρχουν Πλαστῆρες σήμερα»[23]; Ἐπίσης μοῦ ἐγκωμίαζε τὸ ἦθος καὶ τὴν πίστη στὸ Θεὸ τῆς μεγάλης ἠθοποιοῦ Ἄννας Συνοδινοῦ (†2016), ἐνῶ δὲν παρέλειπε κάποτε, στὴ νεότητά του, νὰ παρακολουθεῖ σοβαρὲς παραστάσεις τοῦ Ἐθνικοῦ Θεάτρου[24] ἐπὶ τῶν ὁποίων εἶχε ἄποψη. Ὄντως Πατερικὸς ἄνθρωπος, ἐκινεῖτο προσληπτικά, δὲν διέγραφε δίκην ἀλαθήτου, οὔτε ἔπασχε ἀπὸ εἶδος πνευματικοῦ ἱδρυματισμοῦ, διαχωρίζοντας νεστοριανικὰ τοὺς χώρους σὲ ἱεροὺς καὶ βέβηλους, ἐφόσον εἶναι πανταχοῦ παρὼν ὁ Θεός. Ὅ,τι, μάλιστα, σὲ ἐπίπεδο πολιτιστικῶν δρώμενων κάθε ἐποχῆς, ἄντεχε στὸ καμίνι τῶν Ὀρθοδόξων κριτηρίων του ἔστεκε μέσα στὴν Ἀλήθεια, ὅ,τι ἦταν «καυσούμενο» ἔλυωνε καὶ ἐξαφανιζόταν. Ἐκινεῖτο «σὰν τὴ μέλισσα, ὄχι ὅπως ἡ μύγα», ὅπως ἔλεγε καὶ ὁ ὅσιος Παΐσιος.
Αποτέλεσμα εικόνας για ΣΙΑΤΙΣΤΗς ΑΝΤΩΝΙΟς
Ὑπῆρξε ἐποχὴ ποὺ -λαϊκὸς ὢν- ἄνοιγε τὴν καρδιά του στὸ πετραχήλι τοῦ Μητροπολίτη Κορινθίας Μιχαὴλ Κωνσταντινίδη, μετέπειτα Ἀμερικῆς[25], ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἐπηρεάστηκε καὶ στὸ ὕφος γραφῆς. Τὸν ὀνόμαζε «ζωντανὸ ἅγιο» μὲ μεγάλη παρρησία στὸ Θεὸ καὶ δυνατὴ προσευχή. Ἀργότερα εἶχε πνευματικὴ σχέση μὲ τὸν Γέροντα Ἀμφιλόχιο τῆς Πάτμου, ἐπέλεξε δὲ ὡς πνευματικό του τὸν μακαριστὸ Νεαπόλεως καὶ Σταυρουπόλεως Διονύσιο. Λάτρης τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὅπου συχνὰ τὸν καλοῦσαν γιὰ χειροτονίες, διατηροῦσε πνευματικὴ σχέση μὲ τοὺς Γέροντες Παΐσιο καὶ Πορφύριο τοὺς ὁσίους, Γεώργιο Γρηγοριάτη, Φιλόθεο Καρακαλληνό, Ἐφραὶμ Φιλοθεΐτη νῦν Ἀριζονίτη, Ἄνθιμο Ἁγιαννανίτη,Ἰωάννη Ἁγιαννανίτη, Ἰσαὰκ τῆς Καψάλας τὸν Λιβανέζο, Πετρώνιο Προδρομίτη τὸν ὁποῖο βαθύτατα ἐκτιμοῦσε, τὸν τυφλὸ Γέροντα Διονύσιο τῆς Κολιτσοῦς, ὅπου τελευταῖα συχνὰ μετέβαινε, τὸν Γέροντα Ἀμβρόσιο Λάζαρη, τὸν π. Στέφανο Ἀναγνωστόπουλο, ὅπως καὶ τὸν χαριτωμένο καὶ αἰσθητῶς εὐωδιάζοντα[26] ἔγγαμο ἱερέα Ἰωάννη Καλαΐδη ἀπὸ τὸ Νεοχώριο Σιντικῆς, καὶ μὲ ἀρκετοὺς ἄλλους ἐπίσης, ἁγιορεῖτες καὶ μή.
Τὶς δύο φορὲς ποὺ τὸν συνόδευσα ὡς Διάκονός του στὸ ἅγιον Ὄρος, τὸ 1995 καὶ τὸ 1996 καὶ στὶς Μονὲς Καρακάλλου, Σιμωνόπετρας καὶ Ξηροποτάμου, παρατηροῦσα τόσο στὸ πλοῖο, ὅσο καὶ στὶς Μονές, τόσο σεβασμὸ στὸ πρόσωπό του ἀπὸ πλευρᾶς μοναχῶν καὶ λαϊκῶν, ὡσὰν νὰ ὑπῆρχε ἕνας ζωντανὸς ἅγιος ἀνάμεσά τους. Ἀσπάζονταν καὶ τὸ κράσπεδο τοῦ ράσου του! Σημειωτέον ὅτι δὲν ἔφερε ἐγκόλπιο καὶ μὲ τὸ καλογερικὸ καλυμμαύχι ἔδειχνε περισσότερο σὰν ἁγιορείτης ἁπλὸς μοναχὸς σὲ κάποιον ποὺ δὲν τὸν γνώριζε. Στὶς μηνιαῖες ἀγρυπνίες τῆς Μονῆς μας τοῦ Μικροκάστρου -πρᾶγμα παράδοξο- ἐνδυόταν σὰν ἁπλὸς ἱερομόναχος, φέροντας μόνον ἐγκόλπιο, κάτι ποὺ πιστοποιεῖται ἀπὸ τὶς βιντεοσκοπημένες ὁμιλίες του. Ἄλλοτε πάλι, ὡς Διάκονός του, παρακαλώντας τον νὰ μοῦ ἐπιτρέψει νὰ τὸν βοηθήσω νὰ ἐνδυθεῖ τὸν ἀρχιερατικό του σάκκο, μὲ ἄφησε ἐμβρόντητο λέγοντας: «αὐτὰ ἔχουν τελειώσει πιά, παιδάκι μου»[27]! Μὲ τὸ χιοῦμορ ἐπίσης ποὺ τὸν διέκρινε, ὅταν ἐρωτᾶτο ποῦ εἶχε βρεῖ τὴ γνωστὴ παλιὰ ξύλινη μαύρη βαλίτσα γιὰ τὴ μεταφορὰ τῶν ἀμφίων του, ἀπαντοῦσε ἀφοπλιστικὰ γιὰ νὰ μᾶς δείξει πόσο παλιὰ ἦταν αὐτοσαρκαζόμενος : «μοῦ τὴ δώρισε ἡ βασίλισσα Ὄλγα»![28]. Σημειωτέον ὅτι ἡ εἰρημένη βασίλισσα ἐκοιμήθη τὸ 1926, ὅταν ὁ μακαριστὸς ἦταν μόλις 6 ἐτῶν.
Εἶχε συναντηθεῖ μὲ τὸν γέροντα Ἰάκωβο Τσαλίκη, γιὰ τὸν ὁποῖο ἔλεγε ὅτι σὲ μακρὰ συνομιλία ποὺ εἶχαν, δὲν διέκρινε οὔτε ἕνα δογματικὸ λάθος στὰ λεγόμενά του[29], ὅπως καὶ -καθὼς προανέφερα- μὲ τοὺς δύο ἐσχάτους ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας Παΐσιο καὶ Πορφύριο, γιὰ τὸν ὁποῖο ἔλεγε ὅτι δὲν ἀπέλπιζε τὸν ἁμαρτωλὸ καὶ ἔψεγε καλότροπα πολλοὺς ἱερεῖς γιὰ τὸν ἀφόρητο διδακτισμό τους[30] καὶ πολὺ καλῶς ἔκανε.
Κατὰ τὸ σύντομο πέρασμά του ἀπὸ τὸ Παρίσι τὸν εἶχε ἐνθουσιάσει, ἔλεγε, ἡ τελεία πτωχεία, θεολογικὴ κατάρτιση καὶ «δυνατὴ» προσευχή τοῦ ἐπισκόπου Κατάνης Κασσιανοῦ, καθηγητοῦ στὸ Ἰνστιτοῦτο τοῦ ἁγίου Σεργίου. Εἶχε ἐπίσης μελετήσει ἀρκετὰ βιβλία ρωμαιοκαθολικῶν θεολόγων μὲ ἰδιόχειρες σημειώσεις καὶ ὑπογραμμίσεις ἐπὶ τῶν κειμένων πχ τὴ βιογραφία τοῦ ἀποστόλου Πέτρου ἀπὸ τὸν Ὄσκαρ Κούλμαν, κείμενα τοῦ Ζὰν Ντανιελού, τοῦ Ὓβ Κονγκάρ, ἀλλὰ κυρίως κείμενα Ὀρθοδόξων τῆς διασπορᾶς, θεωρώντας σὰν κορυφαῖο τους τὸν π. Γεώργιο Φλωρόφσκι. Ἐνθουσιάστηκε ἄλλοτε τόσο πολὺ μὲ τὴ βιογραφία τῆς ὁσίας Μαρίας Σκομπτσόβα, μιᾶς ρωσίδας ἁγίας μὲ στοιχεῖα διὰ Χριστὸν σαλότητας ποὺ ἔζησε στὸ Παρίσι, ὥστε μοῦ ἅρπαξε κυριολεκτικὰ ἀπ’τὸ χέρι τὸ βιβλίο[31] προτοῦ νὰ τὸ τελειώσω, τὸ διάβασε ὁλόκληρο καὶ μοῦ εἶπε μὲ νόημα: «αὐτὴ μᾶς κάνει σπουδαία κριτικὴ ὅλων μας, κληρικῶν καὶ λαϊκῶν κι ἔχει πολὺ δίκιο. Μαρίες Σκομπτσόβες καὶ Παύλους Σερβίας θέλουμε»[32]! Καὶ μοῦ τὸ ἔδωσε πίσω νὰ συνεχίσω τὸ διάβασμα κι ἐγώ.
Αποτέλεσμα εικόνας για ΣΙΑΤΙΣΤΗς ΑΝΤΩΝΙΟς
Ξεχώριζε, ἐπίσης, ἀπὸ τοὺς καθηγητὲς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Ἀθηνῶν τοὺς Χρῆστο Ἀνδροῦτσο (†1935) καὶ, κυρίως, τὸν Λεωνίδα Φιλιππίδη[33] (1939-1968). Μὲ τὸν ἅγιο Νεκτάριο φαίνεται πὼς διατηροῦσε ζωντανὴ σχέση. Ὅσοι τὸν θυμούμαστε στὶς ἀγρυπνίες, ἀκούγαμε νὰ μνημονεύει πάντοτε ἀπὸ Ὡραίας Πύλης κάποια Σαλώμη, ἀπὸ τὰ μέρη τοῦ Ἀγρινίου. Ἡ Σαλώμη, μοῦ ἐξήγησε, ἦταν μιὰ ἀφιερωμένη παιδιόθεν στὸ Θεὸ ψυχή, ἡ ὁποία τοῦ προεῖπε τὴν εἰς Ἐπίσκοπο χειροτονία του λίγο πρὶν ἀπὸ τὴν ἐκλογή του, «βλέποντάς τον σὲ θρόνο», ὅπως τοῦ ἐξομολογήθηκε, τῆς τὄ’χε πεῖ μάλιστα ὁ «παπούς», ἐννοώντας τὸν ἅγιο Νεκτάριο. Ὁ τότε π. Ἀντώνιος τὴν ἐπιτίμησε αὐστηρά. Λίγο μετὰ ἐξελέγη Ἐπίσκοπος. Ἡ ἴδια, άλλη μία φορὰ τοῦ εἶχε ἐξομολογηθεῖ ὅτι «ἦταν πολὺ στενοχωρημένος μὲ τοὺς ἱερεῖς ὁ ἅγιος Νεκτάριος» καί, στὴν ἐναγώνια ἐρώτησή του «γιὰ μένα τί σοῦ εἶπε, βρὲ Σαλώμη»; ἀπάντησε: «Μὲ σένα εἶναι εὐχαριστημένος παπ’ Ἀντώνη γιατὶ τρέχεις στὰ χωριά». «Δόξα τῷ Θεῷ»! ἀπάντησε ὁ π. Ἀντώνιος καί, ἔλαμπε ἀπὸ ἔκδηλη χαρά, ὅταν ὡς Ἐπίσκοπος ἀργότερα τὸ διηγεῖτο[34].
Ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὅτι σὰν Ἀρχιερέας ἦταν ἐπιφορτισμένος καὶ μὲ τὰ διοικητικὰ καθήκοντα ἑνὸς ἐπισκόπου, συνέγραφε, προσευχόταν πολλὲς φορὲς στὴ διάρκεια τῆς ἡμέρας, ὄχι μὲ τὴν ἔννοια τῆς ἀκολουθίας, ἀλλὰ «περιπατητικῶς», ἐπικαλούμενος, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Κύριο, τὴν Παναγία Μητέρα Του, πλῆθος ἁγίων, ὅπως μοῦ ἔλεγε ὅταν ἤμουν Διάκονός του, ἐκθειάζοντάς μου συνεχῶς τὰ ἀγαθὰ τῆς ἀδιαλείπτου προσευχῆς. Ἐνθυμοῦμαι μιὰ στιχομυθία μεταξύ μας: «πῶς πῆγε ἡ προσευχὴ σήμερα Σεβασμιώτατε»; «Πολὺ καλά, Ἐφραίμ! Ὀκτὼ χιλιόμετρα προσευχὴ καὶ δύο κήρυγμα»[35]! Ὡς σχολάρχης στὴν Ἱερατικὴ Σχολὴ τῆς Ξάνθης ξεκινοῦσε τὴν προσευχὴ στὶς 3:00 τὰ ξημερώματα, τελείωνε τὴ θεία Λειτουργία λίγο πρὶν τὶς 6:30, λίγο ξεκουραζόταν καὶ πήγαινε κατόπιν γιὰ μάθημα.
Νήστευε ἰσοβίως τὸ κρέας καὶ ἀγαποῦσε στὰ νιάτα του τὴν ὀρειβασία. Ἄλλωστε, ὑπηρέτησε τὴ θητεία του στὶς Εἰδικὲς Δυνάμεις. Θυμᾶμαι τώρα τὸν νῦν ἀρχιεπίσκοπο Κρήτης, ἅγιο Χανίων τότε, νὰ μοῦ τὸν κατονομάζει ὡς «ἡρωικὸ ἄνθρωπο» . Συχνὰ γιὰ νὰ μὲ προστατεύσει πνευματικά, μοῦ τόνιζε τὴν ἀξία τῆς σιωπῆς καὶ τῆς κρυφῆς πνευματικῆς ἐργασίας μὲ τὴ φράση «λάθε βιώσας». «Πολλὲς φορὲς ποὺ μίλησα», ἔλεγε, «τὸ μετάνοιωσα. Ὅποτε σιώπησα τὸ χάρηκα». «Ἡ μέλισσα στὸ σκοτάδι φτιάχνει τὸ μέλι»[36], μοῦ εἶπε κάποτε. Συστηματικὰ ἀπέφευγε τὰ φῶτα τῆς δημοσιότητας, ἀργότερα ὅμως, καθὼς ἡ φήμη του ἐξαπλωνόταν καὶ προέδραμε τάχιον τῆς παρουσίας του, ἐκείνη τὸν ... καταδίωκε! Γι’ αὐτὸ καὶ «μισοῦσε» -κάπως ἁπόλυτα- μὲ ἕνα ἅγιο μῖσος τὴν ἐπίδειξη πνευματικοῦ «ἔργου», «κινήσεως» κλπ. Τὴν θεωροῦσε προτεσταντικοῦ τύπου ἀντιστάθμισμα τῆς ἔλλειψης ἐσωτερικοῦ βιώματος καὶ προσευχῆς. Ἤξερε πὼς πολλὲς φορὲς, πίσω κι ἀπ’τὸ πιὸ «λαμπρὸ» ποιμαντικὸ ἔργο, προϊὸν -ἔστω- ὁλοκάρδιας ἀφιέρωσης, ἴσως νὰ φωλιάζει ὁ ἀκοίμητος σκώληξ τῆς κενοδοξίας, ἕτοιμος νὰ καταβροχθίσει πρῶτον καὶ καλύτερο τὸν Ἱερέα. Γι’ αὐτό, γιὰ νὰ μᾶς ἀσφαλίσει πνευματικά, μᾶς «γείωνε» μὲ τὶς φράσεις ποὺ προεῖπα. Ἔλεγε χαρακτηριστικά: «στὸ τέλος χάνει τὸ μυαλό του κι ὁ παπᾶς καὶ χτυπάει μόνος του τὴν καμπάνα! Ἀλλὰ μὴν παραξενεύεστε, ἐκεῖ ποὺ φτάσαμε ἀπὸ τὸν ἐγωισμό μας, τὸ μέλλον εἶναι ἡ τρέλα»![37]. Ἤ, μὲ τὴν πελοποννησιακή του προφορά στὰ ἱερατικὰ συνέδρια μᾶς φώναζε: «ταχιά, θὰ φύγουμε, τὸ νοῦ σας. Ἐγὼ σᾶς τὰ εἶπα πάντως»![38], ὑπογραμμίζοντας τὴν ἀξία τῆς μνήμης θανάτου.
Βρισκόταν ἀπέναντι σὲ ὁποιαδήποτε νοσηρὴ προσωποπαγὴ σχέση, ὅπως αὐτὴ στὴν ὁποία μπορεῖ νὰ ἐξελιχθεῖ ἡ σχέση πνευματικοῦ καὶ ἐξομολογούμενου. Στὴν ἐπιμονή μου κάποτε νὰ κατέβω στὴν Ἀθήνα νὰ δῶ τὸ Γέροντά μου, μὲ κοίταξε μὲ αὐστηρότητα καί, δείχνοντάς μου τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, μοῦ εἶπε: «νά, ὁ Γέροντάς μας, Αὐτὸν νὰ ἔχεις πρῶτα Γέροντα»[39]! Τὸν εὐχαριστῶ ἐκ βάθους γι’αὐτὲς τὶς σοφές του ἐπεμβάσεις, οἱ ὁποῖες ἐγκωμιάστηκαν καὶ ἀπὸ τὸν Πνευματικό μου. Ἀπέπνεε μιὰν ἁπαλὴν αὔρα ἄκρως εὐγενοῦς ποιμαντικῆς φροντίδας, δίχως μεγαλοστομίες, μὲ ἡσυχία, μὲ προσευχή, μὲ σοφία καὶ σύνεση σὰν γενικὰ χαρακτηριστικά, χωρὶς ν’ ἀποκλείονται τὰ κατ’ ἄνθρωπον λάθη, παραχώρηση Θεοῦ γιὰ πνευματικὴ ἀσφάλεια. Γι’ αὐτὸ ὁ μακαριστός, ἄφησε πίσω του καὶ ἕναν καλὸ καὶ μονιασμένο κλῆρο. Συχνὰ μᾶς[40] ἔλεγε: «τοὺς καλύτερους παπάδες ἔχω»![41] Τὸν βλέπαμε νὰ ἐξομολογεῖ ἀσταμάτητα σὰν ἁπλὸν ἱερέα πολὺν κόσμο, ποὺ συνέρρεαν ἀπὸ κοντὰ καὶ μακριά, γιὰ νὰ ἀναπαυθοῦν στὶς σοφές συμβουλές του, ὅπου κάποιοι διαπίστωναν τὰ χαρίσματά του. Ἐκεῖνο ὅμως ποὺ ἔκανε πολυάριθμους ἀνθρώπους νὰ τὸν πλησιάζουν, ἦταν ἡ φήμη γιὰ τὴν παρρησία τῆς προσευχῆς του. Ἐξακουστὸς Γέρων ὑπογράμμιζε αὐτὴν τὴν ἀλήθεια λέγοντας μετ’ ἐπιτάσεως: «Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος, ὅ,τι ζητήσει ἀπὸ τὸ Θεὸ γίνεται»![42] Ὁ ἴδιος σχολίασε ὅτι ὁ μακαριστὸς Ἀντώνιος γιὰ τὰ πνευματικά του παιδιά, προσευχόταν τόσο πολὺ καὶ μὲ τόσην αὐταπάρνηση, «ποὺ ἔπεφτε καὶ στὴ φωτιά γιὰ νὰ τὰ σώσει»![43]
Εἶναι γνωστὴ ἡ θαυματουργὴ προσευχή του ὅταν, σὲ ἁγιορείτικη πανήγυρη[44], εὐλόγησε ἀργοπορημένα τὰ δίχτυα τῶν μοναχῶν, οἱ ὁποῖοι μέχρι τότε ματαίως κοπίαζαν, ἀλλὰ «ἐπίασαν οὐδέν», καὶ μετὰ τὴν εὐλογία τὴν ἀργοπορημένη -ἔστω- τοῦ Ἱεράρχη, ἀνέσυραν τὸ δίχτυ «μεστὸν ἰχθύων» -θὰ μποροῦσε νὰ πεῖ κάποιος- γιὰ νὰ συσχετίσει τὸ γεγονὸς μὲ τὴν εὐαγγελικὴ ἀτμόσφαιρα τοῦ ἀντιστοίχου Ἑωθινοῦ καὶ δὲν θὰ εἶχε ἄδικο. Ὁ ταπεινὸς εἶναι αὐστηρὸς στὸν ἑαυτό του καὶ ἐπιεικὴς στοὺς ἄλλους. Τὸ ἀντίθετο συμβαίνει μὲ τὸν ἀλαζόνα, ὑπερφίαλο καὶ ἀνθρωπάρεσκο. Φορτώνει φορτία δυσβάστακτα τὸν πλησίον. Προκειμένου περὶ ἐξομολογήσεως, ὁ μακαριστὸς ἦταν ἐπιεικὴς στοὺς ἁμαρτάνοντες, ἀκόμη καὶ κληρικούς ποὺ ἔρχονταν ἀπὸ μακριὰ νὰ τὸν ἰδοῦν. Στὶς περισσότερες τῶν περιπτώσεων ἡ ἐπιείκεια αὐτή, μεμιγμένη μετὰ γλυκύτητος, ἔφερνε θαυμαστὰ ἀποτελέσματα. Εἶχεν ὁ πρᾶος καὶ γλυκὺς ποιμένας ἐνεργὸ τὸ χάρισμα[45] νὰ σηκώνει τὰ βάρη τῶν ἄλλων καὶ νὰ τοὺς ἀπαλλάσσει. Βεβαίως καὶ εἶναι ἄλλο πρᾶγμα ἡ ἐπιείκεια τοῦ χαύνου καὶ ἡδυπαθοῦς γιὰ νὰ μὴ δυσαρεστηθοῦν κάποιοι κι ἄλλο ἡ ἐπιείκεια τοῦ τετηγμένου ἀπὸ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἄσκηση, πού, ὡσὰν ἄκτιστες τοῦ Θεοῦ ἐνέργειες, διαπερνοῦν τὴν καρδιὰ τοῦ καλοπροαίρετου μετανοοῦντος καὶ τὸν ἀλλοιώνουν τὴν καλὴν ἀλλοίωση. Ἐπιπλέον, ἡ ἐπιείκεια τοῦ ἀμελοῦς τὸν κάνει ἀμελέστερο, ἡ δὲ ἐπιείκεια τοῦ ταπεινοῦ τὸν ἁγιάζει ἔτι περαιτέρω.
Ἀρκετὰ ἐξ’ὅσων σᾶς μετέφερα, μοῦ τὰ διηγεῖτο ὁ μακαριστὸς στὶς περιοδεῖες τοῦ Δεκαπενταυγούστου γιὰ παρακλήσεις. Μαζὶ πηγαίναμε συνήθως στὰ χωριὰ -ἀνὰ ζεύγη- Ροδοχώρι καὶ Κριμήνι, Καλλονὴ καὶ Κυπαρίσσι, τὴ γενέτειρα τοῦ νῦν ἁγίου Φλωρίνης, ὅπου ἐπέστρεφα ἐγὼ μετὰ ἀπὸ παράκληση, κήρυγμα καὶ τυχὸν ἐξομολογήσεις στὴν Καλλονή, ἐνῶ κι ἐκεῖνος εἶχε τελειώσει. Τὸ νηστήσιμο κέρασμα κάθε χρονιὰ περιλάμβανε ἀπαραιτήτως μέλι, πεπόνι καὶ καρύδια. Κάποια χρονιὰ λοιπόν, λέει στὶς κατὰ σάρκα ἀδελφὲς τοῦ ἁγίου Φλωρίνης, τότε πατρὸς Θεοκλήτου ὡς ἀρχιμανδρίτου : «ὁ Θεόκλητος εἶναι ἤδη δεσπότης, εἶναι καλὸ παιδὶ (!) καὶ γελαστό. Γλυκύς, χαρούμενος ἄνθρωπος. Θὰ τὸν βγάλουμε δεσπότη, ἀκοῦτε ποὺ σᾶς λέω! Χάσαμε τὸ γέλιο ὅλοι μας, λαϊκοὶ καὶ κληρικοί! Δὲν εἴμαστε γελαστοὶ Χριστιανοί»[46], δήλωνε, ἐνθουσιωδῶς.
Σὲ ἄλλη περιοδεία μας, στὸ ὕψος τοῦ Τσοτυλίου, τὸν βλέπω πάλι νὰ σταυροκοπιέται (συνήθως σταυροκοπιόταν στὸ μεγαλύτερο μέρος τῆς διαδρομῆς) καὶ νὰ μοῦ λέει: «ἦρθε ὁ παποὺς στὸν ὕπνο μου, μέσα σὲ πολὺ φῶς! Πώ, πώ, τὶ φῶς ἦταν ἐκεῖνο! Πολὺ φῶς»! Ἐγὼ δὲν κατάλαβα καὶ τὸν ρώτησα: «Ποιός παπούς, δεσπότη μου»; Νόμιζα πὼς θὰ μοῦ ἔλεγε γιὰ κάποιον γνωστὸ ἅγιο. Μοῦ λέει: «ὁ μακαριστὸς ἀρχιεπίσκοπος Σεραφείμ, ἦταν. Μοῦ εἶπε ὅτι μᾶς ἔχει ἔννοια στὴ Σύνοδο»[47]. Σάστισα. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι εἶχε πολὺ καλὴ σχέση μὲ τὸν μακαριστό, τὸν ὁποῖο ἐκτιμοῦσε καὶ σεβόταν ἀπεριόριστα, ἐγκωμιάζοντας τὴ λιτότητα, ἀμνησικακία καὶ πτωχεία του: «μὲ τὸ ἕνα χέρι ἔπαιρνε τὴ σύνταξη, μὲ τὸ ἄλλο τὴν ἔδινε σὲ φιλανθρωπίες. Σαρακοστές, τσάι καὶ παξιμαδάκι, τὸν εἶδα μὲ τὰ μάτια μου»[48]! Προφανῶς μιλοῦσε γιὰ τὴν ἐποχὴ ποὺ ὁ μακαριστὸς Ἀρχιεπίσκοπος ἦταν ὑγιής.
Ἐρχόμαστε ὅμως στὴν παρουσία του ἀρχιεπισκόπου Σεραφεὶμ «μέσα στὸ Φῶς», ὅπως μοῦ τὴν διηγήθηκε ὁ μακαριστός. Παραξενεύτηκα, ἐνῶ ἐκεῖνος δὲν μιλοῦσε γιὰ λίγα λεπτά. Ξαφνικὰ γυρνάει καὶ μοῦ λέει: «ξέρεις γιατὶ ἔπλεε μέσα στὸ Φῶς ὁ Σεραφείμ»; Γιατί σεβασμιώτατε; «διότι ὅταν ρωτήθηκε γιὰ τὸν Πάπα εἶπε ὅτι αὐτοὶ δὲν εἶναι Ἐκκλησία. Γι’αὐτό! Καὶ εἶχε δίκιο.Ἔτσι, χατιρικὰ τοὺς λέμε ἐκκλησίες. Ὁ Θεὸς ξέρει γι’αὐτοὺς ἀλλὰ καὶ γιὰ μᾶς»[49].Μοῦ εἶχε κάνει ἐντύπωση ἡ αἰτιολόγηση. Ἀκριβῶς τὸ ἴδιο εἶχα ἀκούσει καὶ ἀπὸ τὸν μακαριστὸ Γέροντα Γεώργιο Καψάνη, ἐν ἔτει 1986: [Παιδί μου, μία εἶναι ἡ σώζουσα Ἐκκλησία, «ἐκκλησίες» μὲ μικρὸ ε, ὑπάρχουν κι ἄλλες]. Νομίζω πήραμε ἀπάντηση, ποὺ γεμίζει εἰρήνη τὶς καρδιὲς μας. Πάντοτε, βεβαίως, ὑποτασσόταν καὶ ὑπήκουε στὴν Ἐκκλησία, ἀκόμη κι ἂν κάποτε εἶχε ἐπιφυλάξεις σὲ ὁρισμένα ζητήματα[50], ἐνῶ δὲν χαριζόταν καὶ σὲ μᾶς: «ἐφόσον ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ μᾶς τοὺς ἴδιους δὲν ἔπεσε δὲν πρόκειται νὰ πέσει ποτέ»[51]. 6 μὲ 7 μῆνες πρὶν τὴν κοίμησή του μοῦ λέει ἀπότομα κάπως, ἀλλὰ καὶ λίγο «συνωμοτικὰ» στὰ γραφεῖα τῆς Μητροπόλεως: «Ἐφραίμ, ἕνας παπᾶς, καθὼς προσευχόταν κάποτε, ἀνέβηκε ψηλά, νόμισε πὼς πέθανε. Πῆγε στὸν Κύριο καὶ ἦταν ὑπέροχα, μὴ συζητᾶς... Φαντάστηκε πὼς θὰ μείνει γιὰ πάντα ἐκεῖ καὶ χαιρόταν ἀπερίγραπτα. Ὅμως δὲν εἶχε φτάσει ἡ ὥρα του. Καὶ τοῦ λέει ὁ Κύριος (σὰ νὰ μιλοῦσε ὁ ἴδιος στὸν ἢ γιὰ τὸν ἑαυτό του): Ἐσὺ ὅμως θὰ κατέβεις κάτω πάλι, γιατὶ ἔχεις ἀκόμη λίγο ἔργο νὰ κάνεις»[52]. Μετὰ τὰ σύντομα γεγονότα τῆς βαρυτάτης ἀσθενείας του καὶ τῆς κοιμήσεώς του, τὰ λόγια του αὐτὰ -λησμονημένα μέχρι τότε- σὰν νὰ ζωντάνεψαν μέσα μου καὶ Σᾶς τὰ μεταφέρω σχεδὸν αὐτούσια.
Εἶναι γεγονὸς ἐπίσης πὼς κάποιες φορὲς τὸν βλέπαμε νὰ θυμώνει καὶ μ’ἐμᾶς πολὺ ἔντονα. Κάποιος θὰ σκανδαλιζόταν βλέποντάς τον, ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ λίγο ἦταν ἀπέναντί μας προσηνής καὶ γλυκύτατος, σημάδι πὼς δὲν ρίζωναν ἡ σύγχυση καὶ ἡ ταραχὴ μέσα του. Θύμωνε «ἀπαθῶς», θὰ λέγαμε. Θὰ μποροῦσε νὰ τιμωρήσει «ζηλωτὴ» Κληρικὸ γιὰ τὸν ἀναιδέστατο τρόπο ποὺ τοῦ μίλησε -σ’ ἕναν τέτοιον Ἱεράρχη- καὶ δὲν ἔκαμε τίποτε. Ἄλλοτε ποὺ σὰν νὰ «παραφέρθηκε» -θεώρησε ὁ ἴδιος- πάλι ἐξαιτίας ἀναιδοῦς συμπεριφορᾶς Κληρικοῦ, θορυβήθηκε καὶ ἔψαχνε μπροστά μας νὰ βρεῖ τὸν Γέροντα Στέφανο τῆς Μητροπόλεώς μας, γιὰ νὰ τοῦ διαβάσει συγχωρητικὴ εὐχή. Στὰ στενὰ χρονικὰ πλαίσια μιᾶς εἰσήγησης δὲν μποροῦμε νὰ ἀναφερθοῦμε σὲ πολλὲς εὐεργεσίες καὶ παρεμβάσεις τῆς προσευχῆς του, ὅμως Σᾶς ἀναφέρουμε «δειγματοληπτικά», ἐπιτρέψτε μου πάλι τὴ λέξη, δύο τουλάχιστον περιπτώσεις ὅπου ἐκδηλώθηκε τὸ ἰαματικό του χάρισμα στὴν μία καὶ ἐπιπλέον ἡ προόρασή του στὴν ἄλλη.
 Τὰ ἰατρικὰ περιστατικὰ ἀφοροῦσαν τὸ ἕνα σὲ κερατόκωνο ἐπιδεινούμενο πρὸς μεταμόσχευση, ἡ ὁποία ἀπεφεύχθη τελικὰ λόγῳ μὴ ἐπιδείνωσής του, ἀντίθετα πρὸς τὴν πρόβλεψη τῶν ἰατρῶν καὶ ὁ ὁποῖος παραμένει ἀμετάβλητος ἐδῶ καὶ 20 περίπου χρόνια[53] χωρὶς νὰ προξενεῖ προβλήματα ὅρασης καὶ τὸ ἄλλο περαστικὸ σὲ νεφρωσικὸ σύνδρομο κακῆς πρόγνωσης, τὸ ὁποῖο, προτοῦ ἀρχίσει ἡ θεραπεία του, εἶχε ἀναγγελθεῖ ἀπὸ τὸ μακαριστὸ Ἱεράρχη ὡς ἤδη θεραπευμένο, ὅπερ καὶ ἐγένετο[54]. Στὴν μὲν πρώτη περίπτωση, τὴν ὥρα τῆς ἐξομολόγησης, ἡ πρώτη ἀσθενὴς βλέπει ξαφνικὰ τὸ μακαριστὸ Γέροντα νὰ βρίσκεται «ἀλλοῦ» καὶ νὰ θρηνεῖ ὑπερβολικά, κάτι ποὺ δὲν δικαιολογεῖτο ἀπὸ τὰ λεγόμενά της -ἁπλῶς τοῦ ἐξέφρασε τὴν ἀγωνία της- στὴ δὲ δεύτερη περίπτωση, ὅπου ἦταν καθησυχαστικὸς «μὲ ἐξουσία», εἶπε στὴν ἀσθενή: «ὅπως θὰ πᾶς ἔτσι καὶ θὰ ἔρθεις. Μὴν ἀνησυχεῖς, ὅλα θὰ πᾶνε καλά».
Ἄλλοτε προεῖπε μὲ ἀκρίβεια τὴν εἰς Ἐπίσκοπον προαγωγὴ, Κληρικοῦ ποὺ ὑπηρετεῖ στὴν Εὐρώπη, κατὰ μαρτυρία αὐτοῦ τοῦ ἰδίου: «ἄντε καὶ τὴν ἄλλη φορά, ἀλλοιῶς, μὲ μίτρα»![55].
Ὑπάρχουν ἐπίσης περιστατικά, ὅπου ὁ μακαριστὸς ἐμφανιζόταν ἀγγελοπρεπῶς καθ’ ὕπνους σὲ κληρικοὺς καὶ λαϊκούς, καὶ διόρθωνε κακοὺς λογισμούς. Μάλιστα κάποτε ἐμφανίστηκε κατ’ ὄναρ μὲ ἐνδύματα «λαϊκοῦ» ἐλέγχοντας κάποιον γιὰ λογισμοὺς κατάκρισης: ἡ θεία Χάρη πληροφόρησε ἔτσι τὸν κατακρίναντα ὅτι «ἀπογύμνωσε» τὸν Ἱεράρχη ἀπὸ τὴν Ἀρχιερωσύνη του[56]! «Μᾶς διορθώνει μὲ ἀγγέλους ὁ Θεός, τὸ θέμα εἶναι ἂν ὄντως μετανοοῦμε» ἀναρωτιόταν κάποιος Πνευματικὸς[57] ποὺ ἄκουσε τὸ γεγονός. Μαρτυρίες ἐπίσης ἔχουμε ὅτι συνέβαινε κάποτε στὴ διάρκεια τῆς θείας Λειτουργίας νὰ βυθίζεται σὲ πνευματικὴ ἔκσταση, πρᾶγμα ποὺ ἀντιλαμβάνονταν οἱ γύρω ἀπ’ αὐτὸν συλλειτουργοῦντες Κληρικοί.[58]
Ἄλλοτε πάλι, διαβάζοντας μία δαιμονισμένη ποὺ ὠρυόταν στὴ μονὴ τοῦ ὁσίου Δαβίδ, δήλωσε σὲ κάποιον αὐτόπτη μάρτυρα: «πολλὰ δαιμόνια βγῆκαν, ἀλλὰ καὶ πολλὰ ἔμειναν μέσα της. Χρειάζεται νὰ ἀγωνιστεῖ πολὺ αὐτὴ ἡ ψυχή»[59]. Ἀξιωθήκαμε νὰ τὸν διακονήσουμε στὴν ἄρση τοῦ σταυροῦ τῆς ἀσθενείας του ἀρκετοὶ ἱερομόναχοι, μοναχοὶ καὶ μοναχές. Μᾶς ἀποκαλοῦσε «ἀδέλφια» του. Ὑπῆρχαν διαστήματα ποὺ ἦταν εὔθυμος καὶ στὸ κρεββάτι τοῦ πόνου μᾶς ἔκαμε κήρυγμα. Μποροῦσε νὰ διακρίνει κανεὶς στὰ προτελεύτια αὐτὰ κηρύγματα ἕνα χλωμὸ -πλέον- ἀπείκασμα τῆς ἐνθουσιώδους διὰ βίου ἱεραποστολῆς του ποὺ βαθμηδὸν φυλλορροοῦσε πρὸ τοῦ ἀναπόφευκτου τέλους ποὺ πλησίαζε σὲ ἀπόσταση ἀναπνοῆς.
Στὶς 17 Δεκεμβρίου 2005, λίγο πρὶν ἐκμετρήσει τὸ ζῆν στὴ ΜΕΘ τοῦ Μποδοσάκειου Νοσοκομείου Πτολεμαΐδος κατὰ τὶς 8.45, ἦταν συνδεδεμένος στὰ μηχανήματα. Ὁ ἱερομόναχος τῆς Μητροπόλεώς μας[60] ποὺ τὸν παράστεκε, μᾶς διηγήθηκε ὅτι ἐνῶ αὐτὸς ὁ ἴδιος ἔπιανε τὸν ἀναχωροῦντα Ἀρχιερέα ἀπὸ τὸ χέρι, ξαφνικὰ ἡ ἐντατικολόγος ἦλθε ἐμφανῶς συγκινημένη καὶ τὸν ρώτησε: «Πάτερ, τί τοῦ λέτε»; Ὁ πατὴρ ξαφνιάστηκε: ἁπλῶς ἔλεγε τὴν εὐχή. Ἡ ἐντατικολόγος ἔνιωσε πρωτόγνωρη ἔκπληξη, διότι τὰ μηχανήματα γιὰ λίγα λεπτὰ ἔδειξαν τιμὲς φυσιολογικοῦ ἀνθρώπου, κάτι ποὺ ποτὲ ἄλλοτε δὲν τῆς εἶχε συμβεῖ, ἐνῶ ἡ κατάσταση τοῦ Ἱεράρχη ἦταν ἀσύμβατη μὲ τὴ ζωή. Ὕστερα, τὸ τέλος σήμανε καὶ στὶς ἐνδείξεις τῶν μηχανημάτων. Ὅταν λίγη ὥρα ἀργότερα ἀντικρύσαμε τὸ γυμνό, παραιτημένο, κάτισχνο, ἀσκητικὸ σκῆνος του νὰ παραδίνεται ταπεινὰ στὶς ἐπικήδειες φροντίδες τῶν Κληρικῶν του, ἐνδυόμενο τὰ ἀρχιερατικά του ἄμφια, «κατάστικτον τοῖς μώλωψι»,[61] μὲ τὰ χέρια διάτρητα ἀπὸ τοὺς ὀρούς, μὲ τοὺς «ὡραίους πόδας» του ποὺ εὐαγγελίζονταν τὴν εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ ταλαιπωρημένους καὶ γεμάτους οἰδήματα καὶ μὲ ἐμφανὴ τὴν τομὴ τῆς δεύτερης ἐπεμβάσεως στὴν δεξιά του πλευρά, τὸ μυαλό μας πῆγε ἄλλων στὸ «ὥσπερ πελεκὰν τετρωμένος τὴν πλευρὰν»[62] ποὺ ὁ ζωτικὸς κρουνός της θρέφει τὰ ἀναιμικὰ παιδιά του, ἄλλων πάλι σὲ προσκομιζόμενο πρόσφορο λογχισμένο καὶ ἕτοιμο γιὰ τὴν ἀναίμακτη ἱερουργία.
Στὴ διάρκεια τῆς ἀσθένειας, τὰ μάτια του μᾶς κοίταζαν ἀγαπητικὰ καὶ αὐστηρά, «ἀνακρίνοντάς» μας μὲ τὸν τρόπο τους. Εἴμαστε «πλέον ἢ βέβαιοι»[63], κατὰ τὴν προσφιλή του ἔκφραση, ὅτι μέσα στὸ Φῶς τοῦ Χριστοῦ μὲ ἐκεῖνα, τὰ ἴδια μάτια, «ἐν ἑτέρα μορφῇ»,[64] μᾶς «βυθομετρεῖ» καὶ μᾶς περιπτύσσεται ἀγαπητικῶς. Σᾶς εὐχαριστῶ, εὔχεσθε, Χριστὸς Ἀνέστη!

[1] Προσωπικὴ μαρτυρία [2] Μαρτυρία πατρὸς Στεφάνου Ἀναγνωστοπούλου [3] Ἡ ἐκλογή, χειροτονία καὶ ἐνθρόνισις τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Σισανίου καὶ Σιατίστης κ. Ἀντωνίου, Σιάτιστα 1993, σελ. 10, 21. [4]Προσωπικὴ μαρτυρία [5]Αὐτόπτης καὶ αὐτήκοος μάρτυρας. Πρόκειται γιὰ τὶς κυρίες Ἄννα Δούβρη καὶ Μελίτα Ἀντωνιάδου μὲ τὰ τέκνα της ἐξ’Ἀθηνῶν. [6] π. Ἡλίας Μάνδαλος [7] Κάπνιζε ὁ παπούλης! [8] Προσωπικὴ μαρτυρία [9] Προσωπικὴ μαρτυρία [10] Προσωπική μαρτυρία [11] Ἡ ἐκλογή, χειροτονία...., σελ. 13, 24, 37 [12] ὅ π σελ. 10 [13] ὅ π σελ. 27, 37 [14] ὅ π σελ. 28 [15] ὅ π σελ. 28 [16] ὅ π σελ. 28, 36 [17] ὅ π σελ. 13, 24 [18] Die Antike Kunstprosa, Leipzig, 1898 [19] Ἡ ἐκλογή..., σελ. 15, 29 [20] ὅ π σελ. 15, 29 [21] αὐγὸ ραπτικῆς! [22] Προσωπικὴ μαρτυρία [23] Προσωπικὴ μαρτυρία [24] Προσωπικὴ μαρτυρία [25] Κατὰ τὴν περίοδο τῆς ἀρχιερατείας του στὴν Κόρινθο (1939-1949). [26] Προσωπικὴ μαρτυρία [27] Προσωπικὴ μαρτυρία [28] Προσωπικὴ μαρτυρία [29] Προσωπικὴ μαρτυρία [30] Προσωπικὴ μαρτυρία [31]Σεργκέι Χάκελ, Μαρία Σκομπτσόβα- μιὰ διὰ Χριστὸν σαλὴ στοὺς μοντέρνους καιρούς, μετάφραση Νίκης Τσιρώνη, ἐκδ. ΑΚΡΙΤΑΣ [32] Προσωπικὴ μαρτυρία [33] Προσωπικὴ μαρτυρία [34] Προσωπικὴ μαρτυρία [35] Δικά του λόγια. [36] Δικά του λόγια. [37] Δικά του λόγια. [38] Δικά του λόγια. [39] Δικά του λόγια. [40] ἀρχιμ. Στέφανος Λαμπρόπουλος [41] Μαρτυρία δική μου καὶ τοῦ ἀρχιμ. Στεφάνου Λαμπροπούλου [42] Μαρτυρία πατρὸς Στεφάνου Ἀναγνωστοπούλου γιὰ τὸν Γέροντα Ἐφραὶμ τὸν Φιλοθεΐτη. [43] Γέρων Ἐφραὶμ Φιλοθεΐτης [44] Μᾶλλον τῆς μονῆς ὁσίου Γρηγορίου, δὲν ἔχουμε ἐξακριβώσει. [45] «ποὺ μόνο στὸν Ἐπίσκοπο ὁ Θεὸς τὸ δίδει καθ’ὁλοκληρίαν», κατὰ τὸν Γέροντα Ἐφραὶμ τὸν Ἀριζονίτη [46] Δικά του λόγια. [47] Προσωπικὴ μαρτυρία [48] Προσωπικὴ μαρτυρία [49] Προσωπικὴ μαρτυρία [50]Συλλογὴ ὑπογραφῶν καὶ συλλαλητήρια ἐπὶ ἀρχιεπισκόπου Χριστοδούλου καὶ ἐπίσκεψη τοῦ Πάπα στὴν Ἑλλάδα. [51] Προσωπικὴ μαρτυρία [52] Προσωπικὴ μαρτυρία [53] Κυρία Σουζάννα Πραμπρόμη [54] Κυρία Ἑλένη Χαλαμούτη [55] ὁ ἅγιος Ἀριανζοῦ [56] Προσωπικὴ μαρτυρία [57] ἐπισήμανση πατρὸς Στεφάνου Ἀναγνωστοπούλου [58] Μαρτυρίες πατρὸς Στεφάνου Ἀναγνωστοπούλου (ἁγ. Γλυκερία Γαλατσίου, ἅγ. Μᾶρκος Πατησίων) [59] Μαρτυρία κυρίου Δημητρίου Λίτσιου ἐξ Ἄργους Ὀρεστικοῦ. [60] Ἀρχ. Ἀντώνιος Πανταζῆς [61] Ἀπὸ τὸν κανόνα τοῦ ὄρθρου τοῦ Μεγάλου Σαββάτου. [62] Βλ. «Τὰ ἐγκώμια τῆς μεγ. Παρασκευῆς», στάση β΄ [63] Προσφιλὴς ἔκφραση τοῦ μακαριστοῦ [64] Μρκ ιστ΄ 12

* Πρωτοσυγκέλλου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Σισανίου καὶ Σιατίστης, Δρος Θεολογίας ΑΠΘ.
Ημερίδα αφιερωμένη στη μνήμη του αοιδίμου Μητροπολίτη Σιατίστης Αντωνίου με θέμα: «Ο άνθρωπος του Θεού». Δευτέρα 22 Μαΐου 2017 στο Συνεδριακό Κέντρο Διακονία, τελούσε υπό την αιγίδα του Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κ. Ανθίμου και συνδιοργανώθηκε από τον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου Πανοράματος Θεσσαλονίκης και Πτυχιούχους της Θεολογικής Σχολής και άλλων Σχολών του Α.Π.Θ.

πηγή: Aντίφωνο/αντιγραφή